Ξετυλίγοντας το κουβάρι ενός συλλογισμού, ξεκινώ με το γνωστό ρητό που λέει: «Αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις». Πράγματι, η εννοιολογική και ετυμολογική ερμηνεία της ελληνικής γλώσσας είναι εξόχως διδακτική. Ερεθίζει και κεντρίζει το νου. Κυοφορεί σκέψεις και προκαλεί απορίες. Απαντά σε ερωτήματα και θέτει νέα, ακολουθώντας την αρχή ότι «η αμφιβολία γεννά τη γνώση και η γνώση την αμφιβολία».
Η ρήση του Σωκράτη «Έν οίδα, ότι ουδέν οίδα» δεν ειπώθηκε τυχαία. Περισσότερο αμφιβάλλει αυτός που γνωρίζει τα περισσότερα.
Η γνωστή λέξη «γηγενής» προέρχεται από το ουσιαστικό γη και τον αόριστο του ρήματος γίγνομαι. Αναφέρεται είτε σε άνθρωπο που γεννήθηκε σε συγκεκριμένο τόπο (γη), τον αυτόχθονα δηλαδή, είτε σε κάτι που το έχει γεννήσει η ίδια η γη. Οι Έλληνες ήδη από τα αρχαία χρόνια ήταν πεπεισμένοι ότι τους γηγενείς προγόνους τους τούς γέννησε η «παμμήτωρ» Γη. Ο Ερεχθέας, για παράδειγμα, γεννήθηκε από την τροφοδότρα γη. Άλλωστε και το ίδιο το όνομα αυτό φανερώνει, καθώς Ερεχθέας είναι ο προερχόμενος από τη γη. Η λέξη χθων σημαίνει τη γη στα αρχαία.
Ο Πλάτων στον Μενέξενο (6-7) αναφέρει ότι: «τους ανθρώπους τους γέννησε η Γη σαν τους καλύτερους καρπούς της». Ο Ησίοδος αρχίζει τη Θεογονία γράφοντας: «Πρώτα-πρώτα έγινε το χάος. Κι ύστερα έγινε η πλατύστηθη Γη, το αιώνιο στέρεο βάθρο όλων, κι ο Έρως ο ωραιότερος από τους αθάνατους θεούς». Ο Ξενοφάνης –χωρίς βεβαίως να έχει διαβάσει προηγουμένως τη Βίβλο– σημειώνει πως η γέννηση του ανθρώπου έγινε από χώμα και νερό. «Πάντες γαρ γαίης τε και ύδατος εξεγενόμεθα».
Η ελληνική μυθολογία, προτού ερμηνευθεί η Βίβλος, αναφέρει ότι τον μεν άνδρα τον έπλασε ο Προμηθέας, τη δε γυναίκα (Πανδώρα), την έπλασε ο Ήφαιστος.
Ας προσπαθήσουμε τώρα να δούμε γλωσσικά τη σχέση που συνδέει τη Γαία (Γη) με την ελευσίνια θεά Δήμητρα. «Γα» λεγόταν η γη από τους Δωριείς και τους Αιολείς, και Γη από τους Ίωνες. Η θεά της γης λεγόταν Γα-μήτηρ, Γαία-μήτηρ. Η λέξη «Δα» ήταν ένα πανάρχαιο όνομα για τη Γα, Γαία. Αντικαθιστώντας το Γα με το Δα έχουμε τη λέξη Δα-μήτηρ – ή πιο απλοποιημένα Δήμητρα, που σημαίνει μητέρα γη.
Ο Έλλοπας, από όπου πήρε την ονομασία του ο Έλληνας, από θηρευτής που ήταν έγινε αρότης ή αγρότης. Άρχισε να καλλιεργεί τη γη χρησιμοποιώντας ένα οξύ εργαλείο που είχε προηγουμένως καμφθεί και πάνω του στηριζόταν το υνί (ύνις), που αρχικά λεγόταν γύης. Ο γύης είχε σχήμα «Γ», και άνοιγε στη γη αυλάκια όμοια με αυτά που ανοίγει η βροχή.
Από το γράμμα «Γ», και ιδίως από τη ρηματική του σημασία, επήλθε το «γένος». Αρχίζει δηλαδή η γέννα ως επακόλουθη διαδικασία του ευλογημένου καρπού της γης αλλά και της κοιλίας.
Διότι και η γυνή για να γονιμοποιηθεί υφίσταται ό,τι ακριβώς και η γη με το υνί, δηλαδή το πρώτο της ρήγμα για να γεννηθεί μέσα από αυτό ο άνθρωπος, τον οποίο ως μάνα και γυναίκα τον ανατρέφει, εκπαιδεύει και του μαθαίνει τη γλώσσα (Η. Λ. Τσατσόμοιρος Ιστορία Γενέσεως της Ελληνικής Γλώσσας). Στο σημείο αυτό να προσθέσω ότι στην ποντιακή το υνί λέγεται γύνιν ή υνίν, από το αρχαίο ύνις.
Το θηλυκό της παραπάνω λέξης ως γενικότερη έκφραση της αναγέννησης του ανθρώπινου γένους πήρε το όνομα γυνή. Εξάλλου το «ν» στη λέξη «γυνή» συμβολίζει τη μήτρα (νηδύς), εκεί όπου έχει την αρχή του ο άνθρωπος.
Επομένως η Γη και η γυνή έχουν από τη φύση τους κοινά στοιχεία για καλλιέργεια και καρποφορία. Δίνουν ζωή, έχουν κοινό προορισμό κι αξίζουν τον ανάλογο σεβασμό. Και ενώ μυθολογικά ή ακόμη και θρησκειολογικά ο καλός καρπός του δέντρου ήταν σχεδόν πάντοτε απαγορευμένος ή από δράκο προστατευόμενος, η γυναίκα όχι μόνον συνεχίζει να παραμένει αδικημένη σε πολλά πεδία δράσης, αλλά υπάρχουν και φορές που ξεπέφτει στα μάτια του άνδρα κοινωνικά κι αντί για γυνή αποκαλείται γύναιο, ενώ στην ουσία είναι αυτή που προσφέρει στον άνδρα χαρά και ζωή όπως και η μητέρα Γη.