Αγαπητό μου παιδί Νικόλα, αν ενδιαφέρεσαι για το μέλλον σου, πες στον πατέρα σου να σε στείλει στο εξωτερικό. Έτσι έκανα κι εγώ με τον δικό μου γιο. Στην Ελλάδα τού σήμερα δεν πρόκειται να δεις χαΐρι. Μην προσδοκάς το όνειρο από εκείνους που σου το στέρησαν. Μην ζητάς την ελπίδα από εκείνους που την πρόδωσαν. Μην καρτεράς την αλήθεια από αυτούς που την πούλησαν.
Δεν άκουσες, Νικόλα μου, πως πάνω από 150.000 νέα παιδιά, με πτυχία και μεταπτυχιακά, ο πνευματικός ανθός της χώρας, έφυγε στα ξένα; Δεν σου είπαν ότι εκατομμύρια Έλληνες ζουν στα όρια της φτώχειας;
Κατάλαβες τώρα, αγόρι μου, το πόσο σημαντικός είσαι για την πατρίδα σου; Μόνο εσύ μπορείς να μειώσεις την ανεργία και να σώσεις τον εαυτό σου, αν φύγεις για αλλού. Αν πας σε άλλη χώρα.
Μην ακούς Νικόλα μου κανέναν από αυτούς, που μετά από σαράντα χρόνια, έφεραν τον τόπο μας στο χείλος του γκρεμού. Το κράτος αυτό, εδώ και πολύ καιρό, έχει ιδιωτικοποιηθεί. Από την ίδρυσή του και μετά ήταν για ορισμένα παιδιά και για συγκεκριμένα τζάκια. Για σένα, Νικόλα μου, εδώ δεν έχει θέση πουθενά. Και γιατρός να είσαι, τον ντελιβερά θα κάνεις. Αλλά κι αυτό θέλει να έχεις κάποιον γνωστό. Η Ελλάδα δεν είναι ίδια για όλα τα παιδιά της.
Φύγε, αγόρι μου, όσο πιο γρήγορα μπορείς, για να σωθείς. Φύγε, αν γίνεται και αύριο! Πήγαινε αλλού να βρεις την τύχη σου. Ξέρω τι σου λέω. Σου μιλώ σαν πατέρας κι όχι σαν πολιτικός.
Φύγε Νικόλα μου από τούτον τον προδομένο τόπο! Κι αν δεν έχεις λεφτά για να βγάλεις εισιτήρια, κοίταξε, αν μπορείς να δανειστείς. Εδώ και σπίτι να κληρονομήσεις, με τον ΕΝΦΙΑ που θα πληρώνεις, δεν θα μπορέσεις να το κρατήσεις. Οι δανειστές μάς το είπαν ορθά-κοφτά: Δεν μπορεί ο Έλληνας να έχει δικό του σπίτι, όταν οι Γερμανός μένει στα νοίκια.
Το μόνο καλό που έχει εδώ, Νικόλα μου, είναι ο ήλιος της Ελλάδας. Σαν κι αυτόν αλλού δεν θα βρεις. Όλα τ’ άλλα ξέχνα τα. Αν μπορείς να ζήσεις χωρίς δουλειά και φαγητό, η καλύτερη λύση είναι η Ελλάδα. Βγαλμένη από το γαλανό του ουρανού, το μπλε της θάλασσας, λουσμένη από του ήλιου το φως και τραγουδισμένη από τις πιο όμορφες σειρήνες. Τίποτα παραπάνω δεν έμεινε όρθιο εδώ.
Επειδή όμως απ’ ό,τι ξέρω σου αρέσει, Νικόλα μου, η μπάλα, θα σε συμβούλευα να βρεις προπονητή καλό, γιατί και το ποδόσφαιρο θέλει το μέσον του.
Σου μιλώ σε μια στιγμή αλήθειας, που σπάνια συμβαίνει σε πολιτικό. Το μέλλον το ανιχνεύει πιο καλά εκείνος που μελετά το παρελθόν. Δες πώς πέρασαν τα τελευταία χρόνια στην πατρίδα μας και πες μου: Αν όντως πιστεύεις ότι το αύριο θα είναι διαφορετικό από το χθες.
Ο καλύτερος καταναλωτής, Νικόλα μου, είναι ο λαός της Ελλάδας. «Αγοράζει» ό,τι του σερβίρουν. Εύκολα ξεχνά και πιο εύκολα ενθουσιάζεται. Έμαθε να ζει στο παραταξιακό του μαντρί.
Σε ένα πράγμα μένει σταθερός ο Έλληνας: στην ποδοσφαιρική ομάδα που υποστηρίζει.
Ο πολιτικός όμως σε όποια παράταξη και αν είναι, είναι στη σκέψη και στην πράξη πιο επαναστατικός, όσον αφορά τον εαυτό του. Εύκολα αλλάζει «παράγκα». Και μάλιστα πιο συχνά κι από ποδοσφαιριστή. Έμαθε να δίνει αντιπαροχή τις ψήφους του για το δικό του καλό. Γι’ αυτό σου λέω: Αν δεν έχουν οι γονείς λεφτά να σε σπουδάσουν, γίνε αγόρι μου ποδοσφαιριστής. Στο ποδόσφαιρο οι μεταγραφές είναι αντίστοιχες της πραγματικής τους αξίας. Φρόντισε μόνο να γίνεις πολύ καλός για να φθάσεις ψηλά. Να μην χρειαστείς και για το ποδόσφαιρο μέσον. Αυτή η χώρα, Νικόλα μου, είναι φτιαγμένη γι’ αυτούς που βγάζουν τα πολλά, βάζοντας οι ίδιοι τα πιο λίγα!