Είχε γεννηθεί το 1910 στον Μπουρνόβα της Σμύρνης και η ζωή του ήταν μυθιστορηματική. Ο Σαράντης Παρπαρούσης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 107 ετών έχοντας ζήσει μεγάλα γεγονότα που σημάδεψαν τον 20ό αιώνα.
Η οικογένεια Παρπαρούση σχεδόν έφυγε από τη Σμύρνη με τον πρώτο διωγμό.
Ο πατέρας του, επηρεασμένος από τις παραδόσεις της Μικράς Ασίας, άνοιξε ποτοποιία και ουζερί στην πλατεία Ομονοίας, ενώ ο ίδιος πήγε σχολεία στα Κύθηρα, όπου βρισκόταν η υπόλοιπη οικογένεια. Στη Σμύρνη επέστρεψαν το 1919, παράλληλα με την είσοδο του ελληνικού στρατού και με την ελπίδα ότι οι εξελίξεις θα ήταν με το μέρος των Ελλήνων.
Ο πατριάρχης της οικογένειας κρεμάστηκε από τους Τούρκους στη Μαγνησία έπειτα από «λαϊκό δικαστήριο», και μετά την καταστροφή της Σμύρνης όσοι διασώθηκαν διέφυγαν με ελληνικό καΐκι στο Πλωμάρι της Λέσβου και από εκεί στην Πάτρα. Στην αχαϊκή πρωτεύουσα τη δεκαετία του 1930 ο Σαράντης Παρπαρούσης έγινε επιπλοποιός (είχε επιπλοποιείο στην πλατεία Όλγας), ενώ ήταν και κατασκευαστής μπιλιάρδων, δραστηριότητα που σταμάτησε όταν απαγορεύτηκε από τη δικτατορία του Μεταξά.
Από το 1937 ως το 1974 ακολούθησε με επιτυχία το επάγγελμα του οινοποιού-ποτοποιού. Με τον αδερφό του είχαν ποτοποιία στο κέντρο της Πάτρας και οινοποιία-αποσταγματοποιία στα Μποζαΐτικα, ενώ μαζί με τον χημικό Βασίλη Νικολόπουλο έφτιαξαν τις πορτοκαλάδες «Ζενίθ».
Τα κρασιά του εξάγονταν σε όλο τον κόσμο.
Ήταν παντρεμένος με την Εριφύλη Κρεμμύδα, που διατηρούσε οικογενειακή επιχείρηση με καπέλα και φορέματα. Τα τελευταία χρόνια ζούσε στο κτήμα της οικογένειας στο Προάστειο της Πάτρας. Η κηδεία του θα γίνει το Σάββατο στις 10:00 στο Α’ Νεκροταφείο.