Ο Γιώργος Ταξίδης ανήκει στη νέα γενιά των Ελλήνων εικαστικών. Είναι απόφοιτος της Σχολής Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, καθώς και του Facultad de Bellas Artes της Μαδρίτης. Στο αξιόλογο βιογραφικό του (δείτε ΕΔΩ) θα δει κανείς ότι έχει πραγματοποιήσει ήδη δύο ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε δεκάδες επιλεγμένες ομαδικές.
Σε κάποιες από αυτές μάλιστα έχουν εκτεθεί έργα του με θέμα τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.
Ο 30χρονος εικαστικός, που γεννήθηκε στη Δράμα από Πόντιους γονείς, έχει κερδίσει το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό τέχνης Art & The City 5 (Αθήνα 2014) κι έχει λάβει έπαινο για το διαγωνισμό μακέτας ΕΛΤΑ για την ειδική σειρά γραμματοσήμων «Europa 2012» με τίτλο «Visit Greece». Έργα του βρίσκονται σε διάφορες συλλογές εντός κι εκτός Ελλάδας.
Για το ταλέντο και τις εμπνευσμένες δημιουργίες του δεν χρειάζονται πολλά λόγια. Είναι πραγματικά ιδιαίτερος ο τρόπος που ο Γιώργος Ταξίδης εστιάζει στο ανθρώπινο σώμα –χρησιμοποιώντας «ταπεινά» υλικά όπως το μολύβι, η στάχτη κ.ά.– τεχνική με την οποία αποδίδει τις λεπτομέρειες των ανθρώπινων χαρακτηριστικών και των συναισθημάτων των πρωταγωνιστών μέσα από τα μάτια τους.
Εντυπωσιάζεται κανείς παρατηρώντας και μόνο τις εικόνες και το βίντεο της συνέντευξης που παραχώρησε στο pontos-news.gr, όπου μιλάει για την καλλιτεχνική του διαδρομή, τα σχέδιά του, τον Πόντο, τη Γενοκτονία…
Από ποια ηλικία συνειδητοποιήσατε ότι οι εικαστικές τέχνες θα ήταν ο δρόμος που θα ακολουθούσατε; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν παιδικό σας όνειρο, ή σε εκείνη την ηλικία σκεφτόσασταν να γίνετε κάτι άλλο όταν μεγαλώσετε;
Ως παιδί πάντα ζωγράφιζα, και στο σχολείο και στο σπίτι· ήταν μέρος της καθημερινότητάς μου, όπως είναι για όλα τα παιδιά. Από τα σχολικά χρόνια ακόμα θυμάμαι πως ξεχώριζα σ’ αυτόν τον τομέα, ωστόσο εγώ ποτέ δεν πίστευα πως είχα κάποιο ιδιαίτερο χάρισμα και ταλέντο – απλώς ζωγράφιζα. Όταν ήμουν περίπου 15 χρονών άρχισε να φουντώνει μέσα μου αυτή η έφεση της δημιουργίας και η ανάγκη να μιλήσω για κάτι χωρίς να χρησιμοποιήσω το λόγο.
«Illimitable Silence» (μολύβι σε χαρτί, 300×150)
Το οικογενειακό σας περιβάλλον έπαιξε ρόλο στο δρόμο που χαράξατε;
Καθοριστικό θα έλεγα, καθώς αντί για παιχνίδια εγώ έπαιζα με ξύλινα τουβλάκια και έφτιαχνα πύργους και μεγάλα κτήρια, ανακάλυπτα από μόνος μου τα δομικά προβλήματα που προέκυπταν, κι αυτό ήταν κάτι πολύ συναρπαστικό για μένα. Γι’ αυτό άλλωστε και μου αρέσει πολύ και η αρχιτεκτονική. Επίσης όλα μου τα παιχνίδια είχαν να κάνουν με κατασκευές. Από μικρός θυμάμαι τους γονείς μου να μου αγοράζουν βιβλία και να με πηγαίνουν σε μουσεία. Από τότε θαύμαζα τους ζωγράφους.
Το πρώτο σας έργο τι απεικόνιζε;
Μια μουντζούρα, ή έτσι τουλάχιστον το έβλεπα εγώ.
Υπήρξαν εμπόδια στην αρχή της καριέρας σας; Κι αν ναι, πώς τα ξεπεράσατε;
Σαφώς. Καμιά διαδρομή που επιλέγει κάποιος δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα, πόσο μάλλον μια διαδρομή στον κόσμο της τέχνης. Τέλειωσα με άριστα τη Σχολή Καλών Τεχνών σε πέντε χρόνια, και με έναν επιπλέον χρόνο σπουδών στη Μαδρίτη. Αυτό σημαίνει πως στο 3ο έτος των σπουδών μου εγώ είχα τελειώσει και το 4ο, έτσι ώστε γυρίζοντας από την Ισπανία να μπω κατευθείαν στο 5ο εκπονώντας την πτυχιακή μου. Πλήρωσα μόνος μου τις σπουδές μου σε Ελλάδα και εξωτερικό δουλεύοντας κάθε καλοκαίρι, συχνά και πρωί και βράδυ. Έλαβα όσο περισσότερες υποτροφίες μπορούσα – δεν γνώρισα αυτό που λέμε «φοιτητική ζωή» και πέρασα αρκετά ζόρικα. Δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες ούτε να παραστήσω το «θύμα» ή τον… «ήρωα», αυτά ήταν δικά μου θέματα και μόνος μου τα ξεπέρασα.
Τα αναφέρω μόνο και μόνο για να ενισχύσω ψυχολογικά όσους ενδεχομένως βρίσκονται στη θέση μου. Να μην το βάζουν κάτω. Δεν υπάρχουν εμπόδια ανυπέρβλητα όταν ο άνθρωπος έχει στόχους.
Από την άλλη, πιστεύω πως τα εμπόδια θα υπάρχουν συνεχώς, καθώς τελειώνοντας τις σπουδές του κάποιος έχει πλέον να ανταγωνιστεί σπουδαίους καλλιτέχνες, μια ολόκληρη… Ιστορία της Τέχνης, και να αντιμετωπίσει έναν κόσμο που μόνο φιλικός δεν είναι. Αλλά όλα αυτά γίνονται δημιουργική πρόκληση αν κάποιος έχει στόχους και είναι αποφασισμένος να τους πραγματοποιήσει. Για μένα προσωπικά το μεγαλύτερο εμπόδιο είναι ο εαυτός μου, με τους ενθουσιασμούς και τις απογοητεύσεις μου, τις δημιουργικές εξάρσεις και τις υφέσεις μου. Δεν είναι εύκολο να διατηρεί κανείς πάντα την ισορροπία του στη ζωή!
Λεπτομέρεια από τον πίνακα «Holy Mother» (μολύβι σε χαρτί, 70×100). Κάντε κλικ πάνω στην εικόνα για να τον δείτε ολόκληρο
Από πού πηγάζει η έμπνευσή σας;
Δεν πιστεύω στην έμπνευση, τουλάχιστον στη… μεταφυσική εκδοχή της. Πιστεύω στη διαρκή παρατήρηση και στην αδιάλειπτη εσωτερική ζύμωση που δημιουργεί την ανάγκη εξωτερίκευσης των καταγραφών της προσωπικής αντίληψης, των βιωμάτων και των γνώσεων που αποκτά κανείς. Στα δικά μου έργα υπάρχουν αναφορές από τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο, τους μεγάλους καλλιτέχνες, τις προσωπικές μου αλληλεπιδράσεις με τον κόσμο και τα καθημερινά γεγονότα, από τα πάντα. Δεν μπορώ να σας πω με ακρίβεια από πού ξεκινάει ένα έργο. Είναι μέσα μου και ωριμάζει.
Η παράδοση, και ειδικότερα η ποντιακή, μιας και έχετε ρίζες προσφυγικές και από τους δύο γονείς σας, έχουν επηρεάσει το έργο σας;
Με έχει επηρεάσει η ιστορία, και οι αφηγήσεις της γιαγιάς μου. Οι πρόγονοί μου πουθενά δεν βρήκανε πατρίδα, αφού ως ξένους τους βλέπανε παντού. Αυτό ήταν για μένα ένα ερέθισμα για να παρατηρώ τις διαθέσεις και τις συμπεριφορές των ανθρώπων ακόμα και στα πιο καθημερινά θέματα.
Στο παρελθόν έχετε κάνει έκθεση-αφιέρωμα στη Γενοκτονία;
Ναι, είχα κάνει κάποια έργα, τα οποία παρουσιάστηκαν σε διάφορες εκθέσεις και αφορούσαν τις ρίζες μου και το θέμα της Γενοκτονίας.
Τι συμβολίζει για σας ο Πόντος;
Μια Ιστορία (με κεφαλαίο) την οποία κουβαλώ μέσα μου και θα προσπαθήσω να μην ξεχαστεί.
Μιλάτε την ποντιακή διάλεκτο;
Καλατσεύω, πασκίζω να μην ανασπάλω ’τα.
Γενικότερα ασχολείστε με την ποντιακή παράδοση (χορός, τραγούδι, ήθη-έθιμα, κτλ.); Εσείς ή ευρύτερα ο οικογενειακός σας κύκλος;
Στο σπίτι συχνά-πυκνά έχουμε παραδοσιακά ποντιακά φαγητά, αγαπώ την ποντιακή μουσική και, όσο μπορούμε, τηρούμε τις παραδόσεις.
Πορτρέτο της γιαγιάς, με φόντο τα έγγραφα της προσφυγιάς
Οι γονείς ή οι παππούδες σας σας έχουν μεταφέρει μαρτυρίες από την τραγική εκείνη περίοδο των διωγμών και των σφαγών;
Ναι, αρκετές. Πιο πολύ, όπως ήδη ανέφερα, μου μιλούσε η γιαγιά μου γι’ αυτά. Έχουμε στο σπίτι ένα έγγραφο, το οποίο για μένα είναι ανεκτίμητης αξίας και ευτυχώς το διέσωσε ο πατέρας μου. Είναι από το 1918, όταν φεύγανε οι παππούδες μου από το Καρς του Πόντου. Το έγγραφο αναφέρει στα ρωσικά «Βοήθεια στους πρόσφυγες Έλληνες». Πήραν μαζί τους λίγο χώμα, μια φωτογραφία των γονιών και μισοτσακισμένη μια εικόνα της Παναγίας. Κάπως έτσι έφυγαν, θαρρώ, μέσα σε μια νύχτα, και ίσως βάλανε και φωτιά σε ό,τι αφήσανε πίσω.
Έχετε ταξιδέψει στις πατρογονικές εστίες;
Δυστυχώς, όχι ακόμη. Κάποια στιγμή σίγουρα θα γίνει.
Πρόσωπο Γυναίκας Ι (χώμα και στάχτη σε χαρτί 70×100)
Σχετικά με το ζήτημα της αναγνώρισης και της διεθνοποίησης της Γενοκτονίας, ποια είναι η θέση σας; Κρίνετε ότι γίνονται κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση;
Επιτακτική ανάγκη να αναγνωριστεί επιτέλους η Γενοκτονία στο εξωτερικό και να κατοχυρωθούν τα δικαιώματά μας στο εσωτερικό. Και εννοώ τα ηθικά μας δικαιώματα. Τη δικαίωση της θυσίας. Παρότι έχει αναγνωριστεί, αν και καθυστερημένα, στην Ελλάδα η Γενοκτονία, εξακολουθούν να υπάρχουν αμφισβητήσεις της ιστορικότητας και της σημασίας της όχι μόνο από πολίτες, αλλά δυστυχώς και από βουλευτές και από υπουργούς. Οπωσδήποτε είναι σεβαστή η γνώμη του καθενός και είμαι υπέρ ενός νηφάλιου διαλόγου χωρίς ύβρεις και λασπολογίες. Δεν νοείται όμως ο υπουργός Παιδείας να αμφισβητεί την ιστορία του τόπου σε δημόσιο διάλογο μέσα στην Βουλή των Ελλήνων. Ως δημοσιογράφος μπορεί να λέει ό,τι θέλει, ως υπουργός όμως όχι. Έτσι, όχι η Τουρκία αλλά ούτε η Ακτή Ελεφαντοστού, που δεν είχε καμία σχέση με το γεγονός, δεν θα αναγνωρίσει ποτέ το δίκιο μας.
Και δεν κατηγορώ ούτε τον Φίλη ούτε τον Καραγιαννίδη ούτε κανέναν άλλον. Κατηγορώ τους ίδιους τους Πόντιους που ασχολούνται μόνο με χορούς και συναπαντήματα και πανηγύρια.
Καλά είναι κι αυτά, αυτή είναι η κληρονομιά μας, άλλα δεν φτάνουν πλέον αυτά. Δεν φτάνει η πορεία διαμαρτυρίας μόνο. Δεν έχουμε ένα «Μουσείο Ποντιακής Γενοκτονίας» (ή, αν προτιμάτε, «Μουσείο Ποντιακού Ελληνισμού», για να αποφύγουμε τις αμφισβητήσεις σε θέματα νομικίστικης ορολογίας). Ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται την καταστροφή όταν έρχεται αντιμέτωπος με την εικόνα της.
Ο Γιώργος Ταξίδης (δεξιά) με τον συνεργάτη του pontos-news.gr Χρήστο Τέλιο (φωτ.: Βασίλης Καρυοφυλλίδης)
Έχουμε εφησυχάσει με την αναγνώριση της Γενοκτονίας από τη Βουλή το 1994 και έκτοτε ούτε λόγος. Δεν είναι καπρίτσιο ούτε έχει τέλος η υπόθεση, ακόμα και αν αναγνωριστεί επίσημα και από την Τουρκία. Ο αγώνας αποσκοπεί στην αναγνώριση της αλήθειας και την καταγραφή της ιστορίας. Για να εξαλειφθούν επιτέλους και όλες αυτές οι υποτιμητικές ονομασίες «Ρωσοπόντιοι», «Αρμενοπόντιοι», «Γερμανοπόντιοι» και ούτω καθεξής. Έλληνες του Πόντου είναι. Έλληνες συνειδητοί και με ακριβά πληρωμένα τεκμήρια συνειδητότητας!
Ζωγραφίζετε μόνο ή δημιουργείτε έργα και με άλλα υλικά;
Εν αρχή υπάρχει μια ανάγκη. Ανάγκη για τη δημιουργία μιας εικόνας· μιας εικόνας η οποία από μόνη της θα αφηγείται. Το μέσο που διαλέγω για να εμφανίσω την ήδη αποτυπωμένη στη συνείδησή μου εικόνα το επιλέγω μετά, και εφόσον κατέχω τη γνώση για να το τιθασεύσω. Έτσι η τελική εικόνα μπορεί να είναι ένα σκίτσο με μολύβι, ένα γλυπτό, μια εγκατάσταση ή ένα οπτικοακουστικό σύνολο.
Γλυπτική εγκατάσταση (μπετόν, ξύλινο κουτί, διαστάσεις μεταβλητές)
Έχετε συμμετάσχει/πραγματοποιήσει ομαδικές/ατομικές εκθέσεις;
Έχω συμμετάσχει σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις και ευτύχησα να είναι πάρα πολύ σοβαρές, με καταξιωμένους καλλιτέχνες γύρω μου, και ευχαριστώ γι’ αυτή την ευκαιρία την Ίριδα Κρητικού που με εμπιστεύτηκε τόσο πολλές φορές και είχαμε και έχουμε μια πάρα πολύ γόνιμη και ειλικρινή συνεργασία. Ήρθε από μόνο του. Επίσης έχω πραγματοποιήσει και δύο ατομικές. Το θέμα της έκθεσης δεν με απασχολεί ιδιαίτερα και –αν μου επιτραπεί να διατυπώσω μια προσωπική γνώμη υπό τύπον συμβουλής– θα έλεγα ότι δεν πρέπει να απασχολεί κανέναν νέο που θέλει να ασχοληθεί σοβαρά και δια βίου με την Τέχνη. «Μάθε όσο μπορείς καλύτερα τι κάνεις και γιατί το κάνεις», μου έλεγε ο δάσκαλός μου. «Όλα τα άλλα θα έρθουν από μόνα τους».
Η τέχνη σήμερα στην Ελλάδα, και η ζωγραφική ειδικότερα, ανθεί ή έχει επηρεαστεί από την κρίση, όπως έχει πληγεί άλλωστε κι ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας;
Η Τέχνη πάντα στα δύσκολα φαίνεται. Και μέσα σε ένα τέτοιο «αφιλόξενο» περιβάλλον γεννήθηκαν πάντα αριστουργήματα. Θυμηθείτε την «Γκερνίκα» του Πικάσο ή τα έργα του Γκόγια και τόσων άλλων δημιουργών που έδωσαν εξαίσια δείγματα υψηλής τέχνης με διάρκεια στο χρόνο. Είναι όμως αλήθεια ότι πάντα σε περιόδους κρίσης το πρώτο πράγμα που πλήττεται είναι ο πολιτισμός. Κλειστά τελείως ή μόνο εποχικά ανοιχτά μουσεία, αδυναμία πρόσληψης προσωπικού, ιδιωτικές γκαλερί και μουσεία που εκμεταλλεύονται τις περιστάσεις και όχι μόνο παίρνουν σε εξευτελιστική τιμή τα έργα αλλά καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό και το αισθητικό επίπεδο, αφού οι καλλιτέχνες, για να επιβιώσουν, αναγκάζονται να δημιουργούν διακοσμητικά έργα, και γενικώς παγίωση μιας κατάστασης με την πλειονότητα του κοινού σε πάρα πολύ χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και παντελή αδυναμία να κατανοήσει πότε έχουμε τέχνη και πότε κάποιο ευτελές υποκατάστατό της· πότε είμαστε στην περιοχή του Ωραίου και πότε στην επικράτεια της ασχήμιας. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τη συμπεριφορά απέναντι στα καλλιτεχνικά έργα, αφορά και την καθημερινή αισθητική, το πώς μιλάμε, τι λέμε, πώς κινούμαστε και πώς φερόμαστε.
Δεν είναι θέμα σπουδών. Έχω συναντήσει επιστήμονες, άριστους στο τομέα τους αλλά ανίκανους να μιλήσουν για τίποτε άλλο πέρα από το αντικείμενό τους. Κι όμως, δεν χρειάζεται να τελειώσει κάποιος ένα φημισμένο ωδείο για να εκτιμήσει μια μελωδία του Σοπέν…
Ανήκετε σε μια νέα γενιά καλλιτεχνών. Θεωρείτε ότι το έργο τους προβάλλεται σε ικανοποιητικό βαθμό;
Ο καθένας προβάλλει τον εαυτό του και το έργο του όπως εκείνος κρίνει πιο σωστά. Πιστεύω πως υπάρχουν ευκαιρίες, αρκεί κάποιος να τις αναζητήσει και να τις εκμεταλλευτεί σωστά. Ξανά, τονίζω πως το πρόβλημα δεν έγκειται τόσο στην προβολή των νέων καλλιτεχνών αλλά στην παιδεία του θεατή και τη θέλησή του να έρθει λίγο πιο κοντά στα εικαστικά δρώμενα, ώστε να εξοικειωθεί με τη «γλώσσα» της τέχνης και να γίνει συνομιλητής του δημιουργού. Έτσι θα αναπτυχθεί σιγά-σιγά μια νοοτροπία πολύ διαφορετική από αυτήν που υπάρχει σήμερα, θα έχουμε λιγότερα βεβηλωμένα μνημεία και βελτιωμένη οπτική παιδεία που θα διαμορφώσει ανθρώπους ωριμότερους και με αναβαθμισμένη κριτική ικανότητα. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα πάψουμε κάποτε να είμαστε αμόρφωτοι πτυχιούχοι πανεπιστημίων, περήφανοι πάντα για κατορθώματα άλλων.
Ποιοι άνθρωποι, ή δάσκαλοι, ή καλλιτεχνικά ρεύματα, σας έχουν επηρεάσει περισσότερο;
Όλοι εκείνοι οι άνθρωποι που έδωσαν τη ζωή τους για ένα σκοπό.
Υπάρχει πίνακας ή έργο σας το οποίο ξεχωρίζετε, θεωρείτε ως το αγαπημένο σας;
Όχι.
Ποιες σκέψεις έχετε για το μέλλον και ποια είναι τα επόμενα βήματά σας;
Έγινα δεκτός με υποτροφία στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Νέας Υόρκης (New York Academy of Art) για την ακαδημαϊκή περίοδο 2017-2019. Επίσης, πριν από λίγες ημέρες, έλαβα άλλες δύο υποτροφίες: από το ίδρυμα Harry D. Triantafillu στην Νέα Υόρκη και από τον οργανισμό ΝΕΟΝ της Αθήνας. Οπότε είμαι στο στάδιο υλοποίησης αυτού του στόχου, προσπαθώντας και πάλι να εξασφαλίσω υποτροφίες και πόρους για να καταφέρω να σπουδάσω.
(Λάδι σε καμβά, 60×80)
Θα σας ενδιέφερε η προοπτική να εργαστείτε στο εξωτερικό;
Αναγκαστική θα έλεγα η προοπτική, και συνάμα στενάχωρη. Τα καλύτερα μυαλά έχουν φύγει στο εξωτερικό, και η απαίτηση να μείνουν στον τόπο τους και να διαμορφώσουν κατάλληλο έδαφος για εργασία είναι δυστυχώς ρομαντικά ουτοπική, έως εξοργιστική.
- Μπορείτε να παρακολουθείτε σημαντικά βήματα της καλλιτεχνικής πορείας του Γ. Ταξίδη μέσα από τη σελίδα του στο Instagram.