Στις 18 Ιουνίου 1974 απεβίωσε ο κορυφαίος στρατηγός του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου Γκεόργκι Κονσταντίνοβιτς Ζούκοφ.
Το ενδεχόμενο να είχε ελληνινική ρίζα μελέτησε ο Πόντιος φιλόσοφος Θεοχάρης Κεσσίδης, και τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν στο άρθρο που ακολουθεί (δημοσιεύτηκε στη σοβιετική επιθεώρηση Νέοι Καιροί, τον Μάιο 1990).
Κρίνοντας από μερικά αξιόπιστα γεγονότα, καθώς και από φήμες που έχουν κυκλοφορήσει, η Τύχη, για να μιλήσουμε παραστατικά, αποφάσισε να χαμογελάσει και πάλι στους Έλληνες και να ξαναζωντανέψει την περασμένη τους δόξα. Αν και τα κατορθώματα των αρχαίων Ελλήνων στους διαφόρους τομείς της δημιουργικής δραστηριότητας δεν μπορούν να επισκιαστούν, η παγκόσμια αναγνώριση της προσφοράς της Μαρίας Κάλλας, του Γιώργου Σεφέρη και του Οδυσσέα Ελύτη είναι μια ικανοποιητική απόδειξη του γεγονότος ότι οι σύγχρονοι Έλληνες δεν έχασαν το δημιουργικό τους δυναμικό, ότι, όπως λένε, δεν ζουν άσκοπα.
Συμπτωματικό είναι και το γεγονός ότι τελευταία στις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ, τις δυο υπερδυνάμεις, εμφανίστηκαν στον πολιτικό στίβο διακεκριμένοι πολιτικοί παράγοντες όπως ο Μάικλ Δουκάκης και ο Γαβριήλ Ποπόφ, ο οποίος και ονομάστηκε «Σοβιετικός Δουκάκης».
Επίσης, πιστεύεται ότι ο Γιούρι Αντρόποφ, ο οποίος αντικατέστησε στη θέση του γενικού γραμματέα του ΚΚΣΕ τον Λεονίντ Μπρέζνιεφ, ήταν απόγονος Ελλήνων του Βορείου Καυκάσου. Όπως και να ’χει όμως, μετά την εκλογή του σ’ αυτή τη θέση, ο συνάδελφός μου και μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Ινστιτούτου Φιλοσοφίας της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ Μπούροφ με συνεχάρη ως Έλληνα για την εκλογή του συμπατριώτη μου στο υψηλότερο πολιτικό αξίωμα της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτό το αντιμετώπισα με κάποια δόση αμφιβολίας. Ωστόσο, τόσο εγώ όσο και πολλοί Σοβιετικοί παρατηρήσαμε ότι στις βιογραφίες του Γ. Αντρόποφ δεν αναφερόταν η εθνική του καταγωγή. Επίσης, δεν ξέφυγε από την προσοχή των Σοβιετικών Ελλήνων, και όχι μόνον αυτών, το γεγονός του διορισμού του Ιγκόρ Αντρόποφ, γιου του Γιούρι Αντρόποφ, ως πρέσβη της ΕΣΣΔ στην Ελληνική Δημοκρατία.
Ο συγγραφέας του άρθρου, Θεοχάρης Κεσσίδης (φωτ.: Βασίλης Τσενκελίδης)
Μερικοί ίσως πουν: «Ποιος ο λόγος να σκαλίζεται η εθνική καταγωγή όχι μόνο των διακεκριμένων, αλλά και των απλών ανθρώπων;». Γενικά υπάρχει κάποιος λόγος, και όχι μόνο επειδή το εθνικό ζήτημα σήμερα βρίσκεται και πάλι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και της επικαιρότητας, μετατοπίζοντας σε δεύτερο πλάνο, για μια σειρά τουλάχιστον χώρες, το πρόβλημα των τάξεων και την ταξική πάλη.
Ο μύθος για τον στρατάρχη Γκ. Κ. Ζούκοφ
Πρέπει να υποθέσουμε ότι η γενεαλογία του στρατάρχη Γκεόργκι Κονσταντίνοβιτς Ζούκοφ (Γεωργίου Κωνσταντίνου Ζούκοφ, 19 Νοεμβρίου / 1 Δεκεμβρίου 1896 – 18 Ιουνίου 1974), ενός από τους πλέον διακεκριμένους στρατηλάτες του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, του μεγαλύτερου πολέμου που γνώρισε ποτέ η Ευρώπη και ολόκληρος ο κόσμος, δεν ενδιαφέρει μόνον εμάς, αλλά και τις μελλοντικές γενιές. Το όνομα του στρατάρχη Ζούκοφ, που έχει γίνει γνωστό σ’ ολόκληρο τον κόσμο και που στη συνείδηση των ανθρώπων συμβολίζει την αντιφασιστική νίκη, μπήκε για πάντα στην ιστορία…
Ο στρατάρχης Ζούκοφ σε πίνακα της εποχής
Η είδηση για την υπόθεση της ελληνικής καταγωγής του στρατάρχη Ζούκοφ (από το πατρικό γένος) κυκλοφόρησε πρόσφατα, την άνοιξη του 1988. Εδώ θέλω να προσθέσω ότι αυτό δεν είναι συμπτωματικό. Θέλω να πω ότι χωρίς την περεστρόικα και τη διαφάνεια στην ΕΣΣΔ, δύσκολα θα μαθαίναμε λεπτομέρειες από τη βιογραφία του ένδοξου στρατάρχη. Παλαιότερα, ούτε καν που συζητιόταν η πιθανότητα δημοσίευσης ενός άρθρου σαν κι αυτό.
Στο τραπέζι μου βρίσκονται τα Απομνημονεύματα του Γκ. Κ. Ζούκοφ, ο α΄ τόμος της 5ης έκδοσης του Πρακτορείου Τύπου Νόβοστι (Μόσχα, 1983). Στη σελίδα 19 ο συγγραφέας γράφει για τον εαυτό του: «Το σπίτι όπου γεννήθηκα, στις 19 Νοεμβρίου [με το παλιό ημερολόγιο], βρισκόταν στο κέντρο του χωριού Στρέλκοβκα της περιοχής Καλούγκα. Ήταν πολύ παλιό. Ο πατέρας μου και η μητέρα μου δεν γνώριζαν πότε είχε κτισθεί. Από τις διηγήσεις των παλιών κατοίκων μάθαμε ότι κάποτε σ’ αυτό ζούσε η άτεκνη χήρα Άνουσκα Ζούκοφα. Για ν’ απαλύνει τη μοναξιά της πήρε από το ορφανοτροφείο ένα αγοράκι δύο χρονών, τον πατέρα μου. Τους πραγματικούς του γονείς δεν τους ήξερε κανείς. Όμως ούτε ο πατέρας μου προσπάθησε ποτέ να μάθει τη γενεαλογία του. Μαθεύτηκε μόνο ότι τον μικρό, σε ηλικία τριών μηνών, τον άφησε στο κατώφλι του ορφανοτροφείου κάποια γυναίκα με το σημείωμα: “Να ονομάσετε τον γιο μου Κονσταντίν”. Σήμερα πια δεν μπορούμε να ξέρουμε τι ήταν αυτό που ανάγκασε τη δυστυχισμένη γυναίκα ν’ αφήσει το μωρό της στο υπόστεγο του ιδρύματος. Μάλλον όμως όχι επειδή της έλειπε η μητρική αγάπη. Το πιθανότερο είναι η δύσκολη κατάσταση στην οποία βρισκόταν».
Απ’ αυτό το απόσπασμα μαθαίνουμε ότι ο μικρός απέκτησε το επώνυμο Ζούκοφ στο ορφανοτροφείο.
Πρόκειται δηλαδή για μια καθαρή σύμπτωση, πράγμα που δεν μπορούμε να πούμε για το όνομα «Κονσταντίν». Εκτός απ’ αυτό κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί, από τα παραπάνω, ότι ο μικρός δεν είχε ρωσική καταγωγή, όταν μάλιστα η μονοεθνική περιοχή Καλούγκα βρίσκεται στο κέντρο της Ρωσίας.
Σελίδες από τα Απομνημονεύματα του Ζούκοφ (φωτ.: axessive.com)
Πιστεύω πως ο Ζούκοφ ήθελε πάντα να διηγηθεί όλα όσα ήξερε για τον πατέρα του. Ωστόσο όμως έπαιρνε υπόψη του το γεγονός ότι η ειλικρίνεια και η αλήθεια θα μπορούσε να προκαλέσει αμηχανία σε πολλούς Ρώσους. Πράγματι, πώς θα ηχούσε ότι ο πιο διακεκριμένος εθνικός ήρωας «δεν είναι εντελώς Ρώσος…»; Την πιθανότητα μιας τέτοιας αντίδρασης την επιβεβαιώνει και η Άννα Μίρκινα, η οποία επιμελήθηκε το προαναφερθέν βιβλίο του Γκ. Κ. Ζούκοφ: «Διηγούμενος την ιστορία για το εγκαταλελειμμένο βρέφος και την προέλευση του επώνυμου “Ζούκοφ”, ο στρατάρχης πρόσθετε ότι δεν ήξερε ποιος ήταν ο πατέρας του και ποια ήταν η καταγωγή του· κυκλοφορούσαν φήμες ότι ήταν Έλληνας» (Α. Μίρκινα, «Αναμνήσεις για τον Γκ. Κ. Ζούκοφ», περ. Ογκονιόκ 16, 1988, σ. 12). Παραθέτοντας τα λόγια του στρατάρχη, δεν συμφωνεί μαζί του και γράφει: «Όχι, εμένα μου φαίνεται πολύ Ρώσος, τα χαρακτηριστικά του προσώπου του Γκεόργκι Κονσταντίνοβιτς είναι καθαρά τοπικά…» (ό.π.).
Πρώτα απ’ όλα, θέλω να ευχαριστήσω την Άννα Μίρκινα για την απόφασή της να αποκαλύψει μερικές λεπτομέρειες της γενεαλογίας του στρατάρχη Ζούκοφ, στις οποίες παλιότερα απαγορευόταν να γίνει αναφορά. Όσον πάλι αφορά τα τυπικά ρωσικά χαρακτηριστικά του προσώπου του Γκεόργκι Κονσταντίνοβιτς, συμφωνώ με τη Μίρκινα: κρίνοντας από τις φωτογραφίες, ο στρατάρχης Ζούκοφ στα εξωτερικά ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά του μοιάζει με τη μητέρα του [φωτ. αριστερά], με εξαίρεση το λακκάκι στο μέσον του σαγονιού. Αυτό όμως δεν αποκλείει τις φήμες για την ελληνική καταγωγή του πατέρα του, όταν μάλιστα πολλά αγοράκια τυχαίνει να μοιάζουν με τη μητέρα τους και τα κορίτσια με τον πατέρα τους (στα γενετικά «χαρακτηριστικά του προσώπου» του γένους των Ζούκοφ θα επιστρέψουμε).
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Φρόιντ και τους μαθητές του, υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ο άνθρωπος τυχαία («ασυνείδητα») εκφράζει την αντίθετη σκέψη μ’ αυτό που επιδιώκει ν’ αποδείξει ή ν’ ανατρέψει. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τη Μίρκινα.
Εξέφρασε μια σκέψη η οποία διαφέρει από τη θεωρία της για την πλήρη ρωσική καταγωγή του στρατάρχη Ζούκοφ. Συγκεκριμένα, την εξέπληξε η ειλικρίνεια του Γκεόργκι Κονσταντίνοβιτς. Την εξέπληξε, γιατί ο «ανοικτός χαρακτήρας» είναι πολύ σπάνιος μεταξύ των Ρώσων (των βορείων γενικά) και αντίθετα, πολύ συνηθισμένος μεταξύ των νοτίων και ιδιαίτερα των Ελλήνων. Τον Έλληνα, όπως λέγεται, μην τον χορταίνεις με ψωμί, άφησέ τον όμως να μιλήσει, να σου πει τον πόνο του. Όταν βρέθηκα στην Αθήνα, με εξέπληξε η ειλικρίνεια των Ελλήνων και το πάθος τους σαν μιλούν. Στη Ρωσία τηρείται από παλιά ο κανόνας – παραίνεση «μη μιλάς», «μην ξεμυτίζεις», δηλαδή σώπαινε. Όπως λένε, «η σιωπή είναι χρυσός».
Ας δώσουμε όμως το λόγο στην Άννα Μίρκινα: «Ο Ζούκοφ ήταν εκπληκτικά ειλικρινής. Εκείνον τον καιρό, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, δεν μιλούσαν για τον Στάλιν, για τα μέτρα βίας του 1937, για τη σύλληψη του Μπέρια, ειδικά μπροστά σ’ έναν άγνωστο άνθρωπο, και στη δύσκολη μάλιστα κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Ζούκοφ. Αυτή η ειλικρίνεια ήταν για μένα κάτι το απρόσμενο και με εξέπληξε βαθιά» (ό.π., σελ. 11). Τη Μίρκινα την εξέπληξε και η εγκράτεια του Ζούκοφ απέναντι στο ποτό. «Καθ’ όλη τη διάρκεια του γεύματος ήπιε μόνο ένα μικρό ποτηράκι» (ό.π., σελ. 12).
Επίσης, δεν είναι ρωσικό χαρακτηριστικό να αντιλέγει κανείς στην εξουσία. Εδώ εννοώ το γνωστό σ’ όλους γεγονός, δηλαδή την ικανότητα του Ζούκοφ να προβάλλει αντιρρήσεις στον ίδιο τον Στάλιν. Σχετικά σημειώνουμε ότι οι σταλινικοί, οι οποίοι δυστυχώς υπάρχουν ακόμη και σήμερα, επικαλούνται συχνά αυτό το γεγονός για ν’ αποδείξουν το «δημοκρατισμό» και τη διαλλακτικότητα του Στάλιν απέναντι στην ξένη άποψη. Ωστόσο δεν θέλουν να παραδεχτούν ότι ο Στάλιν έδωσε αυτήν την «ελευθερία» στον Ζούκοφ μόνο στη διάρκεια του πολέμου, ενώ μετά το τέλος του, θύμισε στον Γκεόργκι Κονσταντίνοβιτς τη «θρασύτητά» του, και ο στρατάρχης της Σοβιετικής Ένωσης Γκ. Κ. Ζούκοφ, το όνομα του οποίου συνδέθηκε με την εθνική περηφάνια της Ρωσίας, στάλθηκε στην περιφέρεια, αρχικά να διοικήσει τη στρατιωτική περιοχή της Οδησσού και αργότερα των Ουραλίων στην πόλη Σβερντλόφσκ. Τον Γκ. Κ. Ζούκοφ δεν τον βοήθησε ούτε η τετραπλή βράβευσή του με τον τίτλο του Ήρωα της Σοβιετικής Ένωσης.
Επιπλέον, όπως μαθαίνουμε από τα λόγια του Γκ. Κ. Ζούκοφ, στα οποία αναφέρεται γραπτώς η Μίρκινα, το 1947 «περίμενε ο ίδιος καθημερινά τη σύλληψή του» και «κοντινοί του συνεργάτες» φυλακίστηκαν.
Ο Ζούκοφ αναφέρει επίσης ότι οι τύχες των ανθρώπων αποφασίζονταν από τον Στάλιν και τους πλησίον του στο τραπέζι του γεύματος ή του βραδινού: «Μιλούσαν για κάποιες υποθέσεις και κατονόμαζαν ανθρώπους. Ξαφνικά ο Στάλιν έλεγε: “Λαβρέντι, πάρε μέτρα”. Ο Μπέρια σηκωνόταν τότε και πήγαινε στο διπλανό δωμάτιο. Καλούσε έναν τηλεφωνικό αριθμό κι έλεγε: “Τον Ιβανόφ, τον Σεμένοφ και τον Στεπάνοφ”». Το ίδιο βράδυ αυτοί οι άνθρωποι συλλαμβάνονταν. Ακόμη και το φθινόπωρο του 1941, όταν τα γερμανικά στρατεύματα πλησίαζαν στη Μόσχα, «διακόσιοι-τριακόσιοι ανώτατοι αξιωματικοί ήταν κλεισμένοι από το 1937 στα υπόγεια της Λιουμπιάνκα. Επειδή δεν είχαν με τι μέσο να τους μεταφέρουν, τους εκτέλεσαν όλους… Στο μεταξύ, εκείνον τον καιρό τα συντάγματα στο μέτωπο τα διοικούσαν υπολοχαγοί» (ό.π., σελ. 13). Δεν προξενεί έκπληξη ότι η νίκη του σοβιετικού λαού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στοίχισε σε 20 εκατομμύρια ζωές, αν και στην πραγματικότητα ήταν πολύ περισσότερες. Για σύγκριση, αναφέρω ότι οι ηττημένοι Γερμανοί έχασαν περίπου 7 εκατομμύρια ανθρώπους.
Μπροστά στο Ράιχσταγκ – Ο Πόλεμος έχει τελειώσει
Ο Ζούκοφ δεν στάθηκε τυχερός ούτε μετά το θάνατο του Στάλιν. Όπως είναι γνωστό, πρόσφερε μια αναντικατάστατη υπηρεσία στον Νικήτα Χρουστσόφ, τόσο όταν συνέλαβε το 1953 τον Λαβρέντι Μπέρια, όσο και όταν τον βοήθησε να αντιμετωπίσει την αποκαλούμενη αντικομματική ομάδα των Μολότοφ, Καγκάνοβιτς και άλλων, το 1957. Ως «αναγνώριση των υπηρεσιών του», ο στρατάρχης Ζούκοφ τον ίδιο χρόνο καθαιρέθηκε από το αξίωμα του υπουργού Άμυνας και βγήκε σε σύνταξη. Ο Γκ. Κ. Ζούκοφ εξηγούσε τις αναποδιές της μοίρας με τη ζηλοφθονία του Στάλιν για τη δόξα του, και τους φόβους του Χρουστσόφ ότι μήπως αυτός (ο Ζούκοφ) όπως και ο συνάδελφός του στον πόλεμο κατά της χιτλερικής Γερμανίας στρατηγός Αϊζενχάουερ επιθυμήσει να γίνει επικεφαλής του κράτους (βλ. περ. Ογκονιόκ 18, 1988, σ. 19).
Δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά
Ο συγγραφέας αυτών των αράδων είχε την τύχη να συζητήσει με την Έρα Γκεόργκιεβνα Ζούκοφα, κόρη του στρατάρχη Γκ. Κ. Ζούκοφ. Κατά τη συζήτησή μας ειπώθηκε ότι ο στρατηλάτης ήταν αυστηρός, ευερέθιστος και οξύθυμος όταν κάποιος έδειχνε αδιαφορία για τα πράγματα. Μεταξύ σοβαρού και αστείου είπα ότι η αυστηρότητα προέρχεται από το μητρικό του γένος, μια και ο στρατάρχης στα Απομνημονεύματά του μιλούσε για την αυστηρή ηθική του θείου του, στο γουναράδικο του οποίου δούλευε όταν ήταν ανήλικος. Όμως υπέρ αυτού συνηγορεί και η πολύ σκληρή έκφραση του προσώπου της μητέρας του στις φωτογραφίες.
Έρα Γκεόργκιεβνα Ζούκοφα
«Η οξυθυμία», συνέχισα, «πρέπει να χαρακτήριζε το πατρικό του γένος». «Θεωρείτε αυτές τις τολμηρές υποθέσεις βάσιμες;» με ρώτησε με καλοπροαίρετη ειρωνεία η Έρα Γκεόργκιεβνα. «Όχι, φυσικά», απάντησα. «Θυμήθηκα όμως τις πρώτες λέξεις της Ιλιάδας, που είναι αφιερωμένες στην οργή του μυθικού ήρωα…». «Θέλετε να πείτε ότι η οξυθυμία κάνει τον κάθε άνθρωπο Έλληνα;», ρώτησε με σαρκασμό η συνομιλήτριά μου.
«Όχι, φυσικά», απάντησα. «Ο λόγος γίνεται για την πιθανότητα. Μερικές πτυχές του χαρακτήρα του πατέρα σας με αναγκάζουν να υποθέσω…».
«Ναι, είναι ο θρύλος για το ότι ο προπάππος μου ήταν Έλληνας», επανέλαβε η κόρη του στρατάρχη. «Εμάς τους Έλληνες μας αρέσει αυτός ο θρύλος», την απέκρουσα. «Εγώ θέλω απλώς να τον επιβεβαιώσω. Αν και κατά τη διάρκεια των τεσσάρων χιλιάδων χρόνων της ιστορίας των Ελλήνων συγκεντρώθηκαν πολλοί θρύλοι», συνέχισα, «αυτός δεν είναι από εκείνους που πρέπει να περιφρονούμε. Μ’ ενδιαφέρει πολύ να μάθω από ποιον ξεκίνησε ο θρύλος για την ελληνική καταγωγή του πατέρα του στρατάρχη». «Από τον ίδιο τον στρατάρχη Γκεόργκι Κονσταντίνοβιτς». «Και πού στήριζε την εκδοχή για την αποκλειστικά ελληνική και όχι ρωσική ή αρμενική ή γεωργιανή καταγωγή του βρέφους του ορφανοτροφείου; Ως γνωστόν, δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά…». «Εμείς στο σπίτι», παρατήρησε η συνομιλήτριά μου, «λίγο ασχοληθήκαμε μ’ αυτό το ζήτημα. Όπως φαίνεται, έπαιξαν κάποιο ρόλο τα μαύρα μαλλιά του παππού μου, τα οποία κληρονόμησα κι εγώ, και ιδιαίτερα το όνομα Κονσταντίν. Αυτό το όνομα συναντιέται σπάνια στους τόπους καταγωγής μας». Στενοχωρήθηκα πολύ που η Έρα Γκεόργκιεβνα δεν είχε πορτρέτο του παππού της ή κάποια φωτογραφία, μια και αυτός πέθανε σε σχετικά μικρή ηλικία, το 1921. Σύμφωνα με τις λακωνικές αναμνήσεις του στρατηγού, ο πατέρας του ήταν σοφός άνθρωπος και ξεχώριζε για τον υγιή τρόπο σκέψης.
Με τις δύο κόρες του σε νεαρή ηλικία
Η συζήτησή μας έφτανε στο τέλος της. Η Έρα Γκεόργκιεβνα, αφού χαμογέλασε, είπε: «Μερικές φορές ο πατέρας μου, αστειευόμενος, έλεγε στον οικογενειακό κύκλο: “Πού ξέρετε, το γένος μας μπορεί να φτάνει μέχρι τους αρχαίους Έλληνες”».*
«Ο θρύλος ή η φήμη δεν αποτελούν απαραίτητα επινόηση ή προϊόν φαντασίας», της είπα ως επίλογο.
Αφού ευχαρίστησα την Έρα Γκεόργκιεβνα για τη συζήτηση, της ζήτησα μερικές οικογενειακές φωτογραφίες. Πριν από τη συνάντησή μας πίστευα πως η εκδοχή για την καταγωγή του στρατάρχη Ζούκοφ ήταν περισσότερο ποιητική παρά ιστορική. Μετά τη συνάντηση, όμως, άρχισα να πείθομαι για το αντίθετο. Είπα στην Έρα Γκεόργκιεβνα ότι η καλύτερη απόδειξη για την ελληνική καταγωγή του πατέρα της είναι αυτή η ίδια. «Κοιτάζοντάς σας», της είπα κατά τον αποχαιρετισμό, «είναι δύσκολο να αμφισβητήσω την ελληνική σας καταγωγή. Εννοείται πως εσείς είστε Ρωσίδα. Ωστόσο πολλά χαρακτηριστικά των γιαγιάδων και των παππούδων κληρονομούνται από τα εγγόνια. Αυτοί είναι οι νόμοι της κληρονομικότητας που μελετά η Γενετική».
Το όνομα του στρατάρχη Ζούκοφ ας αποτελέσει σύμβολο της φιλίας μεταξύ των Ελλήνων και των Ρώσων, που ριζώνει στο βάθος των αιώνων!
____
*[Σ. αρχ.] Στο άρθρο του «Το πρώτο βραβείο του Ζούκοφ» (1997), ο Γαβριήλ Ποπόφ αναφέρει ότι η άλλη κόρη του στρατάρχη Ελίνα Ζούκοφα θυμόταν, το 1991, πως ο πατέρας της αγαπούσε να επαναλαμβάνει στις συζητήσεις τους τα απογεύματα: «Ελίνα, άραγε από ποιο αρχαιοελληνικό γένος καταγόμαστε;».
Ο ίδιος ο Γ. Ποπόφ, ερωτηθείς σε μια συνέντευξή του στον Νικόλαο Σιδηρόπουλο (Μόσχα) για την υπόθεση της ελληνικής καταγωγής του Γκεόργκι Ζούκοφ «Ελληνικές ρίζες του Ζούκοφ: Μύθος ή πραγματικότητα;», απάντησε: «Καταρχάς, το παρατσούκλι του πατέρα του ήταν «Κώστια-γκρεκ» (Κώστας ο Έλλην). Δεύτερον, ο πατέρας του ονόμασε τον γιο του Γκεόργκι, ενώ οι Ρώσοι ως επί το πλείστον έδιναν το όνομα Γιούρι. Τρίτον, υπάρχουν κι άλλα προσωπικά στοιχεία και ο Ζούκοφ, φυσικά, γνώριζε πολύ περισσότερα απ’ όσα έλεγε. Οι καιροί ήταν σκληροί, βλέπετε. Πριν από το θάνατό του ωστόσο μίλησε στην κόρη του Ελίνα για τις ελληνικές ρίζες του. Άλλωστε, το ίδιο το όνομα της κόρης του –Ελίνα– λέει πολλά»…
Αξίζει να παραθέσουμε και τα εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία που μας δίνει η αυτοβιογραφία μιας σημαντικής μοσχοβίτικης προσωπικότητας στον επιστημονικό, επιχειρηματικό και κοινωνικό τομέα, του Μπορίς Μπουνάκοβ (1939-2010) του Μιχαήλ και της Αναστασίας, το γένος Γκρέκοβα. Στο βιβλίο του, λοιπόν, Μια στιγμή διάρκειας 70 χρόνων, για τα 70 χρόνια του, αφιερώνει ξεχωριστό κεφάλαιο για το επώνυμο της μητέρας του και λέει συγκεκριμένα το εξής: «Η ιστορία του επωνύμου αυτού συνδέεται με τα γεγονότα του Πατριωτικού Πολέμου του 1812. Ως γνωστόν, ο Ναπολέων το 1812 έφυγε από την καμένη Μόσχα προς τον Νότο, με κατεύθυνση την Καλούγκα. Στις τοποθεσίες Μαλογιαροσλάβετς και Ταρούτιν, ο Κουτούζοφ διέλυσε τους Γάλλους και πήρε πολλούς αιχμάλωτους. Στη δύναμη του γαλλικού τάγματος του στρατάρχη της Γαλλίας και Βασιλιά της Νάπολης Ζοακίμ Μυρά (Joachim Murat) υπήρχαν και Έλληνες καβαλάρηδες, οι οποίοι, άπειροι καθώς ήταν στις ρωσικές καιρικές συνθήκες, υπέφεραν πιο πολύ. Οι αιχμάλωτοι Έλληνες μοιράστηκαν στα γύρω χωριά, με αποτέλεσμα τμήμα του ιππικού τους να βρεθεί στο χωριό της μητέρας μου, Νόβαγια Σλομποντά. Η ιστορία δεν αναφέρει τίποτα για τη μετέπειτα τύχη τους (προφανώς, άλλοι επέστρεψαν σπίτι τους και άλλοι εκρωσίστηκαν), όμως αδιαμφισβήτητο είναι το γεγονός ότι ακριβώς τότε στα χωριά της περιφέρειας Καλούγκα εμφανίστηκε το επώνυμο Γκρέκοβ (παιδί Έλληνα), αλλά και Ζούκοφ («ζουκ», ρωσ. σκαθάρι, δηλ. μελαχρινός σαν σκαθάρι), για Έλληνες. Έτσι, στο χωριό Νόβαγια Σλομποντά γεννήθηκε το επώνυμο Γκρέκοβ, ενώ στο γειτονικό Στρελόβκα εμφανίστηκε η οικογένεια των Ζούκοφ, η οποία χάρισε στη Ρωσία τον τετράκις Ήρωα της Σοβιετικής Ένωσης στρατάρχη Γεόργκι Κονσταντίνοβιτς Ζούκοφ».
Μετάφραση-επιμέλεια: Χριστίνα Χαφουσίδου.