Μπορεί η Ελλάδα να… ανακάλυψε τον Ιωάννη Αβραμίδη μόλις το 1997 –τότε έγινε στη Θεσσαλονίκη η πρώτη αφιερωματική έκθεση στο πλούσιο έργο του–, ωστόσο αυτός ο πρωταγωνιστής της γλυπτικής τέχνης θεωρείται ηγετική μορφή στην Αυστρία.
Διάσημος σε όλο τον κόσμο, έφυγε από τη ζωή στις 16 Ιανουαρίου 2016 σε ηλικία 93 ετών.
Την Πέμπτη 18 Μαΐου στο Μουσείο Λέοπολντ (Leopold Museum) στη Βιέννη εγκαινιάστηκε μεγάλη αναδρομική έκθεση έργων του, η οποία θα διαρκέσει μέχρι τις 4 Σεπτεμβρίου. Πολλοί Αυστριακοί καλλιτέχνες, πολιτικοί, δημοσιογράφοι αλλά και φιλότεχνοι έδωσαν το παρών, σε μια εκδήλωση που στηρίχθηκε από την πρεσβεία της Ελλάδας στην Αυστρία.
«Είναι η καθυστερημένη αναγνώριση του μεγάλου μοναχικού πεζοπόρου στην αυστριακή ιστορία της Τέχνης κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα», ανέφερε ο διευθυντής του μουσείου, ο οποίος αποκάλυψε ότι είχε συζητήσει με τον καλλιτέχνη την προοπτική μιας αναδρομικής έκθεσης.
(Φωτ.: Leopold Museum)
Στην έκθεση περιλαμβάνονται 100 έργα από όλες τις δημιουργικές περιόδους του γλύπτη, τα οποία κατανέμονται σε τέσσερις θεματικές ενότητες. Στον προαύλιο χώρο του μουσείου τοποθετήθηκε στήλη ύψους 13 μέτρων η οποία αποτελεί τμήμα του ανολοκλήρωτου έργου με τον τίτλο «Ναός». «Δικαιολογημένα η ελληνικότητα αποτελεί μία από τις σταθερές των μέχρι σήμερα αντιπαραθέσεων με το έργο του Ιωάννη Αβραμίδη», σημειώνει ο επιμελητής της έκθεσης Ιβάν Ρίστιτς.
Μια μυθιστορηματική ζωή, ένα εμβληματικό έργο
Η ζωή του Ιωάννη Αβραμίδη ήταν μυθιστορηματική. Είχε γεννηθεί το 1922 στο Βατούμ, όπου οι γονείς του είχαν καταφύγει από τα Σούρμενα του Πόντου κυνηγημένοι από τους Τούρκους.
Σπούδασε στην Κρατική Σχολή Τέχνης του Βατούμ, όμως εξαιτίας των διώξεων της οικογένειάς του από το σταλινικό καθεστώς –ο πατέρας του στάλθηκε το 1937 στη Σιβηρία και δεν επέστρεψε ποτέ–, το 1939 εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στην Αθήνα. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής βρήκαν καταφύγιο στην Πτολεμαΐδα.
Στη δημιουργία του Ιωάννη Αβραμίδη, αποκλειστικό σχεδόν θέμα υπήρξε η ανθρώπινη μορφή
Το 1943 συνελήφθη από τους Γερμανούς. Τον έστειλαν με τρένο στη Βιέννη για να δουλέψει σε στρατόπεδο εργασίας, και στη συνέχεια συνελήφθη και από τα σοβιετικά στρατεύματα ως ύποπτος για κατασκοπεία εξαιτίας των γνώσεων του στη ρωσική γλώσσα. Φυλακίστηκε στη Βουδαπέστη. Από εκεί δραπέτευσε και κατέφυγε στην Αυστρία όπου παρέμεινε και μετά τον πόλεμο.
Ο αναγκαστικός ξεριζωμός του είχε ως συνέπεια να αναπτύξει ισχυρό δεσμό με την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά. Πάντοτε αυτοπροσδιοριζόταν ως «Έλληνας».