Οι ρυθμοί της σέρρας, αυτούς που χόρευαν με ιαχές οι πολεμιστές του Πόντου πριν από τις μάχες, θα ακούγονται από τη λύρα του Φάνη Κουρουκλίδη όταν ο Γιάννης Αρζουμανίδης, ο Πόντιος γίγαντας (με την ακόμα μεγαλύτερη ψυχή) αθλητής του MMA (Mixed Martial Arts) θα μπαίνει στο «κλουβί» που θα έχει στηθεί στον αγωνιστικό χώρο του «PAOKSports Arena» σήμερα, Σάββατο 13 Μαΐου, γύρω στις 21:30 το βράδυ. Το πάντα αυστηρό πριν από τους αγώνες βλέμμα του, αυτήν τη φορά θα έχει μια ακόμα πιο άγρια λάμψη.
Ο Γιάννης Αρζουμανίδης, ο αθλητής που ριγεί και μόνο με τη σκέψη του Πόντου και των όσων βίωσαν από τους Τούρκους οι πρόγονοί του, μόλις έξι μέρες πριν από την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων θα έχει στο «κλουβί» απέναντί του έναν Τούρκο.
Θα είναι μια μάχη, μια κατάθεση ψυχής από τον Γιάννη, για να τιμήσει αυτούς που τόσο άδικα έχυσαν το αίμα τους από το μαχαίρι του Τούρκου: «Θα παίξω συμβολικά για τη 19η Μαΐου, τη Γενοκτονία των Ποντίων. Θέλω με αυτήν τη μάχη να τιμήσω τους προγόνους μας και θα δώσω τον καλύτερο μου εαυτό για τη νίκη. Ήταν και δική μου η επιλογή να αγωνιστώ με Τούρκο αυτές τις μέρες. Όταν μου είπαν ότι έκλεισε ο αγώνας, το πήρα πατριωτικά», λέει στο pontos-news.gr ο Γιάννης Αρζουμανίδης.
Ο Γιάννης Αρζουμανίδης με τον συνεργάτη του pontos-news.gr Ρωμανό Κοντογιαννίδη
Γνωρίζει καλά ότι ο αντίπαλός του δεν θα είναι εύκολος. Ο Μεχμέτ Οζέρ είναι ένας έμπειρος kick boxer, ο οποίος θα επιχειρήσει να κρατήσει στον αγώνα απόσταση από τον πρώην παλαιστή και τζουντόκα Γιάννη, ώστε να περάσει τα χτυπήματά του και να επιβάλει το ρυθμό του. «Αυτό δε θα το επιτρέψω εγώ. Με ασφαλή τρόπο θα επιχειρήσω να κλείσω την απόσταση στον αγώνα μεταξύ μας και να επιβάλω εγώ το δικό μου παιχνίδι». Μαζί με την απόδοση τιμής στον γενοκτονημένο ποντιακό ελληνισμό, ο Γιάννης Αρζουμανίδης θα αναμετρηθεί για να φέρει μία ακόμα διάκριση στην Ελλάδα και να προσθέσει μία ακόμα νίκη στη μέχρι στιγμής αήττητη καριέρα του στο ΜΜΑ.
Από παιδί στα δυναμικά αθλήματα
Στη Θεσσαλονίκη, στις 22 Οκτωβρίου του 1986 γεννήθηκε ο Γιάννης Αρζουμανίδης, ο οποίος μεγάλωσε στις περιοχές της Αρετσούς και της Νέας Κρήνης του Δήμου Καλαμαριάς. Όταν έγινε 7 ετών η μητέρα του τον έγραψε στο Τάε Κβο Ντο, μέσω του οποίου ήρθε πρώτη φορά σε επαφή με τον αθλητισμό.
Στα γυμνασιακά του χρόνια έκανε στροφή σε αθλήματα για πιο δυνατούς, αφού ασχολήθηκε με το τζούντο και την ελληνορωμαϊκή πάλη.
«Είδα ότι τα κατάφερνα σε αυτά. Μετά από λίγους μήνες προπονήσεων, σε ηλικία 14 ετών, ήρθα πρώτος στην Ελλάδα και στα δύο αθλήματα. Από τότε η πορεία μου ήταν ανοδική. Σε αγώνες στην Ελλάδα βρισκόμουν πάντοτε μέσα στην τριάδα των μεταλλίων, ενώ σε πανευρωπαϊκά και παγκόσμια πρωταθλήματα βρισκόμουν πάντα στην οκτάδα».
Σε ηλικία 22 ετών (το 2008) ο Αρζουμανίδης άρχισε να κάνει –μαζί με τζούντο– ελευθέρα πάλη, σε ένα άθλημα στο οποίο λίγους μήνες μετά κατέκτησε το πρώτο παγκόσμιο μετάλλιο στη Δανία. Η επιτυχία του επαναλήφθηκε ένα χρόνο αργότερα, σε παγκόσμια διοργάνωση στη Μόσχα. Τέτοια διάκριση είχε να έρθει στην Ελλάδα 18 χρόνια.
«Ωστόσο, δυστυχώς, δεν υπάρχει από την πολιτεία η κατάλληλη στήριξη για τα ολυμπιακά αθλήματα. Για παράδειγμα, για να συμμετάσχω στους αγώνες της Μόσχας πλήρωσα εγώ τα εισιτήρια. Αν δεν είχα χρήματα να πάω δεν θα έπαιρνα το μετάλλιο, δεν θα σήκωνα ψηλά την ελληνική σημαία, και η χώρα μας θα έχανε μια σημαντική διάκριση. Επίσης, εταιρείες δεν μου έδιναν ούτε ένα μπλουζάκι».
Ο έρωτας με το ΜΜΑ
Το 2012 ο Γιάννης αντιμετώπισε έναν σοβαρό τραυματισμό στον ώμο, ο οποίος του στέρησε τη συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου. Τότε ήταν που αποφάσισε να κάνει μεταστροφή στο ΜΜΑ. «Το θεωρούσα ως ολοκλήρωση των πολεμικών τεχνών. Όλα τα δυναμικά σπορ έχουν περιορισμούς, τους οποίους συνδυάζει το ΜΜΑ, αλλά παίζεις σε αυτό πιο ελεύθερα. Μετράς τις δυνάμεις σου, είναι ποιος θα βάλει τον άλλον κάτω, ενώ και τα χτυπήματά του είναι περισσότερο συναρπαστικά.
»Εγώ, βέβαια, πάντοτε μένω πιστός στο χαρακτήρα του σπορ, την ευγενή άμιλλα. Δεν το κάνω για μάρκετινγκ και δεν το παίζω… εγκληματίας»,
Με τη βοήθεια του αθλητή του ΜΜΑ Ανδρέα Τάρα, και κυρίως την αμέριστη στήριξη του προπονητή του, πρώην παγκόσμιου πρωταθλητή στο παγκράτιο κι έναν από τους πρώτους που έδωσαν αγώνες ΜΜΑ στο εξωτερικό, Βασίλη Παπαδόπουλου, ο Γιάννης Αρζουμανίδης πήγε στη Ρόδο για να δώσει τον πρώτο του αγώνα στο «κλουβί». «Εννοείται ότι φοβήθηκα, διότι δεν ήξερα σε τι κατάσταση θα βγω από εκεί. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο για μένα. Ένιωθα σαν το ψάρι έξω από το νερό, αλλά όσο περνούσε ο χρόνος τόσο η αυτοπεποίθησή μου αυξανόταν. Με χτυπήματα κατέβασα τον αντίπαλο κάτω και τελείωσα το παιχνίδι με χτυπήματα στο έδαφος, αφού ο αντίπαλος παραδόθηκε. Εκεί κατάλαβα απόλυτα ότι είμαι για το άθλημα αυτό. Στο ΜΜΑ βγαίνουν ένστικτα επιβίωσης. Είναι άθλημα, αλλά ταυτόχρονα πρέπει και να προφυλάξεις την προσωπική σου ασφάλεια. Αν είσαι καλά προετοιμασμένος, όλα βγαίνουν αυτοματοποιημένα».
Κωνσταντινούπολη 2011
Μετά τον πρώτο του αγώνα ο Γιάννης άρχισε να βελτιώνει τα σημεία που υστερούσε, κάτι που δεν ήταν δύσκολο για τον ίδιο, αφού είναι απόφοιτος ΤΕΦΑΑ (σήμερα κάνει MBA, δουλεύοντας για τα προς το ζην στην επιχείρηση που διατηρούν οι γονείς του και προπονώντας για το μεράκι του παιδιά στο ΜΜΑ, την πάλη και το grappling στους συλλόγους «Σπάρτακος» Θεσσαλονίκης και «Πρωτέας» Προποντίδας Χαλκιδικής). Όπως λέει, στο ΜΜΑ δίνει κάποιος τουλάχιστον δύο αγώνες το χρόνο και είναι σχεδόν αδύνατο να δώσει περισσότερους από 4-5 σε επαγγελματικό επίπεδο, αφού εξαρτάται από την κατάσταση που θα βρίσκεται μετά από κάθε αγώνα.
«Μέχρι στιγμής έχω δώσει τέσσερις αγώνες σε επαγγελματικό επίπεδο, αλλά έχω πάρει παγκόσμιο τίτλο στην Πολωνία σε ερασιτεχνικό επίπεδο, ενώ έχω και άλλες διακρίσεις. Ο λόγος που δεν έχω δώσει περισσότερους αγώνες επαγγελματικά είναι ότι δεν θα είχα ουσιαστικό οικονομικό όφελος, αν και είχα προτάσεις. Πρέπει να βρεις αθλητές για την προπόνηση οι οποίοι να είναι έτοιμοι να φάνε ξύλο, ενώ αν χτυπήσεις, θα χάσεις μεροκάματα από τη δουλειά σου. Όλα αυτά απαιτούν χρήματα. Το ΜΜΑ είναι σήμερα ημιεπαγγελματικό, οι αθλητές δεν ζουν από αυτό. Δυστυχώς, μας αντιμετωπίζουν σαν προϊόν».
Μπροστά από την οικογενειακή επιχείρηση
Όπως λέει ο Γιάννης, μέχρι τώρα δεν έχει χάσει από κανέναν αντίπαλο και ούτε σκοπεύει να το κάνει. Τα μυστικά της επιτυχίας του, κατά τον ίδιο, είναι ότι προετοιμάζεται ακολουθώντας πιστά το πρόγραμμα του προπονητή του, είναι πρόθυμος να θυσιάσει χρόνο και χρήματα για την προετοιμασία, μελετάει πολύ το στιλ των αντιπάλων του και προσαρμόζεται σ’ αυτό, διαθέτει καλή φυσική κατάσταση και έχει στους αγώνες αποθέματα ψυχής. Το μότο του είναι «δύσκολη προπόνηση σημαίνει εύκολος αγώνας».
Ο αγώνας με τον φίλο του
Το 2014 ο Γιάννης Αρζουμανίδης έδωσε αγώνα στο «κλουβί» με αντίπαλο τον πολύ καλό του φίλο και πρώην πρωταθλητή ελευθέρας πάλης Νέστορα Μπατσέλα. Είχαν γνωριστεί οι δυο τους σε έναν αγώνα πάλης στην άμμο το 2007. «Ο αγώνας ήταν αμφίρροπος και σε κάποια στιγμή του ο Νέστορας χτύπησε στο χέρι. Στενοχωρήθηκα πολύ. Μιλήσαμε μετά και μου είπε ότι αυτά συμβαίνουν στους αγώνες. Από τότε γίναμε φίλοι. Έκανε πριν από εμένα ΜΜΑ, και το 2014 βρεθήκαμε αντίπαλοι. Λίγες μέρες πριν τον πήρα τηλέφωνο, μιλήσαμε, ενώ πριν ξεκινήσει ο αγώνας αγκαλιαστήκαμε. Μέσα στο κλουβί έπρεπε να αποβάλουμε όλα τα αδελφικά μας αισθήματα, να είμαστε σοβαροί και να ανταλλάξουμε χτυπήματα. Επικράτησα, διότι κατά την κρίση των διαιτητών ήμουν πιο δραστήριος στον αγώνα. Πέντε δευτερόλεπτα πριν τελειώσει ο αγώνας και παρά την αδρεναλίνη και το ξύλο, δώσαμε τα χέρια. Μετά πήγανε μαζί στο νοσοκομείο, μας έραψαν, και στη συνέχεια διασκεδάσαμε στα μπουζούκια. Σε 15 μέρες πήγα στο γάμο του. Με τον Νέστορα διατηρούμε άριστες φιλικές σχέσεις».
«Σπαραγμός ψυχής ο Πόντος»
Πόντιος από την πλευρά της μητέρας του είναι ο Γιάννης Αρζουμανίδης, η οποία έλκει την καταγωγή της από την Τραπεζούντα και τη Σαμψούντα. Προσφυγικής καταγωγής είναι και ο πατέρας του, με ρίζες από την Καππαδοκία και το Ικόνιο.
Ιστορίες για τον Πόντο και τις μαύρες μέρες του ξεριζωμού ο Γιάννης άκουγε από τα έξι του χρόνια ακόμα από τη μητέρα του και τον παππού του, οι οποίες του προκαλούσαν, όπως λέει, τεράστια συγκίνηση. Τώρα που μεγάλωσε, ανατριχίλα διατρέχει όλο του το κορμί, όταν στα αυτιά του ηχούν οι δοξαριές της κεμεντζέ. «Σε οποιαδήποτε διοργάνωση κι αν συμμετέχω, το κάνω ως Έλληνας και ως Πόντιος. Πιστεύω ότι ο ποντιακός λαός είναι αρκετά στερημένος και παραμελημένος.
»Για παράδειγμα, βγήκαμε στους δρόμους μετά τις δηλώσεις του Φίλη κι αυτός δεν έκανε πίσω. Δεν ζήτησε ούτε μια συγνώμη».
Ανεξίτηλες παραμένουν στο μυαλό του οι μνήμες από την εθνική ομάδα πάλης του 2004, όταν ο προπονητής τους, ο επίσης Πόντιος Τάσος Σοφιανίδης, μάζευε τους ποντιακής καταγωγής αθλητές του –ήταν οι περισσότεροι στην ομάδα–, τους έπαιζε τη λύρα του και τους μάθαινε να τραγουδούν και να χορεύουν ποντιακά. «Θεωρούσε καθήκον του να μας μεταδώσει την ποντιακή μουσική παράδοση. Μας έδινε και τα λόγια των τραγουδιών. Πιστεύω ότι είναι δείγμα πολιτισμού μέσα από ένα δυναμικό άθλημα να μεταλαμπαδεύεις ένα μέρος της παράδοσης. Από τα ΤΕΦΑΑ διδάχθηκα κότσαρι και τίκ’, αλλά, δυστυχώς, δεν… καλατσεύω. Μπορώ να καταλάβω μόνο αν κάποιος μιλάει αργά, διότι τα ποντιακά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τα αρχαία ελληνικά».
Γιάννης Αρζουμανίδης – Μεχμέτ Οζέρ, λίγες ώρες πριν μπουν στο… κλουβί
Όπως λέει, όνειρό του είναι να πάει στον Πόντο. Να δει την Παναγία Σουμελά και τους τόπους των προγόνων του. Σε αυτό το ταξίδι θέλει να πάρει μαζί του και τον 87χρονο σήμερα παππού του. Από μικρή ηλικία ο Γιάννης συμμετέχει ανελλιπώς και σε όλες τις εκδηλώσεις που αφορούν θέματα του ποντιακού ελληνισμού. «Ο Πόντος για μένα είναι ένα δάκρυ, ένας σπαραγμός ψυχής. Οι αλησμόνητες πατρίδες, τα ακούσματα από τους μεγάλους καλλιτέχνες που μας κάνουν να ανατριχιάζουμε. Πρέπει να θυμόμαστε πάντοτε την πατρίδα και να μη σταματήσουμε να διεκδικούμε τα δίκαια αιτήματα του ποντιακού ελληνισμού. Τόσο εμείς όσο και οι επόμενες γενιές», καταλήγει ο Γιάννης Αρζουμανίδης, ένας γνήσιος απόγονος, στο δέμας και στην ψυχή, των ακριτών του Πόντου.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης