Άκρως ενδιαφέρουσες περιγραφές, μαρτυρίες και στοιχεία παραθέτει ο Κωνσταντίνος Νίγδελης στο βιβλίο του για το Δημοτικό Διαμέρισμα Νεάπολης-Συκεών (Δήμος Νεάπολης-Συκεών: Ο μεγάλος καλλικρατικός Δήμος), που εκδόθηκε από το Δήμο και παρουσιάστηκε πριν από λίγες ημέρες. Πρόκειται για μια εξαιρετική προσπάθεια που θα τη ζήλευαν δήμοι σε όλη τη χώρα. Δύσκολα θα βρει κανείς μια τόσο εμπεριστατωμένη προσέγγιση σε έναν Δήμο με πολλά και σημαντικά διαμερίσματα.
Ο κόπος που θα κατέβαλε ο συγγραφέας για να συγκεντρώσει τα στοιχεία που μας παρουσιάζει θα πρέπει να ήταν μεγάλος, ιδιαίτερα μάλιστα όταν δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες βιβλιογραφικές αναφορές ή άλλες πηγές.
Γι’ αυτό, το βιβλίο του Κ. Νίγδελη έχει την πρωτοτυπία να αποτελεί το ίδιο πηγή για τους μελλοντικούς ερευνητές.
Το εξώφυλλο του βιβλίου του Κ. Νίγδελη
Στις περιοχές που τον απασχολούν στο βιβλίο ήρθαν μετά την Καταστροφή και εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες από τον Πόντο, τη λοιπή Μικρά Ασία και τη Θράκη. Όλες οι περιοχές βρίσκονται εκτός των τειχών και κατοικήθηκαν μετά τη Συνθήκη της Λοζάνης. Αλλά έχουν βρεθεί και δείγματα παλαιότερης εγκατάστασης.
Το θέμα προσεγγίζεται ιστορικά, κοινωνικά, πολιτισμικά, θρησκευτικά. Δίνεται το ευρύτερο αλλά και το επιμέρους πλαίσιο. Ξεκινά από την πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων και καταλήγει στους κινηματογράφους, τις εκκλησίες, τα δημοτικά και κοινοτικά συμβούλια, τους συλλόγους.
Δίνεται το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται το μερικό που μας ενδιαφέρει εδώ. Και από το γενικό, εκείνα τα στοιχεία που ενδιαφέρουν για την ανάπτυξη του μερικού.
Οι πληροφορίες είναι πολύτιμες, τα στοιχεία απαραίτητα για την αίσθηση συνέχειας μιας μικρής κοινωνίας που τείνει να χαθεί μέσα στη γενικότερη τάση παγκοσμιοποίησης, όπου ούτε η παράδοση ούτε η τοπική ιδιαιτερότητα έχουν κάποιο ενδιαφέρον. Η καταγραφή της τοπικής ιστορίας, της καθημερινότητας των κατοίκων είναι μια επιχείρηση διάσωσης της μνήμης, μια αναγκαία αίσθηση συνέχειας που χρειάζεται μια κοινωνία για να πάει μπροστά. Όπως γράφει και ο δήμαρχος Σίμος Δανιηλίδης, ο τόπος αγαπήθηκε καθώς αποτέλεσε ένα νέο σπίτι για τους πρόσφυγες του Πόντου, της Μικράς Ασίας, της Καππαδοκίας και της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Αεροφωτογραφία περίκλειστης πόλης…
Ένας τόπος που στο πέρασμα του χρόνου θέριεψε από το μόχθο και το πείσμα των ανθρώπων του.
Μέσα από τις σελίδες ξεπηδούν δρόμοι, ταβέρνες, μπακάλικα, εκκλησίες, κινηματογράφοι που απεικονίζουν μια πολύβουη καθημερινότητα δύσκολη μεν, αλλά συνάμα πιο ανθρώπινη, πιο συντροφική. Ο πόλεμος, ο Εμφύλιος, οι δυσκολίες, η ανέχεια ζωντανεύουν επίσης, αλλά η ζωή, η δημιουργία, η πρόοδος δείχνουν να υπερνικούν στο τέλος.
Η ιστορία είναι γύρω μας…
Η ιστορία είναι γύρω μας, γράφει ο συγγραφέας. Στα παλιά κτήρια της γειτονιάς, στα ονόματα των δρόμων, στα δημόσια μνημεία, στη γνώση της προέλευσης και της καταγωγής μας, στις καταγεγραμμένες μνήμες των ανθρώπων. Είναι, ακόμα, σε όλα εκείνα τα άυλα σημάδια που αφήνει ο χρόνος – ζωντανοί οργανισμοί που εξελίσσονται με το πέρασμα του καιρού, τις εναλλαγές των γενεών…
Είναι πάλι και ο τρόπος που σκεφτόμαστε και εξηγούμε αυτό που αφήσαμε πίσω μας.
Με την τοπική ιστορία αναπτύσσονται ή λειτουργούν διαφορετικές παράμετροι: Είναι η γειτονιά μου, το χωριό μου, το σχολειό μου, οι φίλοι, οι συμμαθητές μου, εκείνος ο μικρόκοσμος με τις δικές του ιστορίες, τα μικρά ρυάκια που συμβάλλουν και όλα μαζί τροφοδοτούν το μεγάλο ποτάμι.
Η εργασία είναι μια πρώτη προσπάθεια ανάδειξης των ιστορικών δρώμενων του νέου δήμου, της νέας αυτοδιοικητικής οντότητας που προήλθε από μια επώδυνη συγχώνευση πριν από λίγα χρόνια. Και σαφώς όλων εκείνων των ξεχασμένων, αλλά μη λησμονημένων. Το πώς ήρθαμε, ριζώσαμε σε τούτες τις κακοτράχαλες περιοχές, τις άοκνες και επίπονες προσπάθειες των πρώτων ανθρώπων… μυστικά μιας γνώσης από τα παλιά, μα τόσο χρήσιμης στο σήμερα.
Η εγκατάσταση
Μια κατεστραμμένη οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτικά Ελλάδα αναλαμβάνει να περιθάλψει 1.500.000 πρόσφυγες που ήρθαν φορτωμένοι στις αποσκευές τους με «μνήμες και πίστη».
1922 – Μικρασιάτες πρόσφυγες άρτι αποβιβασθέντες στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης (φωτ.: Library of Congress 3c39267v)
Η πρώτη εγκατάσταση είναι απερίγραπτη. Χάος. Γίνεται στη βάση ενός υποτυπώδους σχεδιασμού της ΕΑΠ (Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων). Οι άνθρωποι στοιβάζονται σε κάθε είδους καταλύματα: σχολεία, εκκλησίες, θέατρα, πρόχειρα παραπήγματα, μα προπαντός σκηνές μεγάλες (τα τσαντίρια), των 10-12 ατόμων, που τις περισσότερες φορές στεγάζουν διπλάσιο αριθμό, σε σειρές ατέλειωτες, χωρίς καμιά πρόβλεψη για οτιδήποτε. Πολλές ελλείψεις υγιεινής, γρίπη, φυματίωση, ελονοσία, θάνατοι στη γέννα.
Το 20% των προσφύγων πέθαναν μέσα σε ένα χρόνο από την άφιξή τους.
Στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου δεν παρατηρήθηκαν σκηνίτες, διότι υπήρχε σχετική υποδομή με τα σπίτια των Τούρκων ανταλλάξιμων, οι οποίοι τα εγκατέλειψαν σε καλή κατάσταση, κυρίως στις περιοχές Εσκί Ντελίκ, Γενί Ντελίκ, Ακρόπολης, και στον μετέπειτα συνοικισμό Παράσχου.
Διώροφη οικία της δεκαετίας του 1930 στην περιοχή Εσκί Ντελίκ (φωτ.: dimosneapolis-sykeon.gr)
Με νόμο του 1922 επιχειρείται να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της στέγης: Μονώροφα ή διώροφα, πλινθόκτιστα, κακόγουστα, ανατολίτικης φιλοσοφίας, με τον απαραίτητο οντά, το καλό δωμάτιο για την υποδοχή των ξένων, βαμμένα με χρώματα που σήκωναν τη λέρα. Άλλοι στεγάστηκαν σε πρόχειρες κατασκευές φτιαγμένες από ξύλα ή τενεκέδες, λαμαρίνες, χωρίς παράθυρα και φωτισμό. Τυλιγμένες με πισσόχαρτο για την υγρασία αλλά και το κρύο, χωρίς καμιά άλλη άνεση, στέγασαν για αρκετό χρονικό διάστημα τους πρώτους πρόσφυγες.
Σε αρκετές περιπτώσεις, σύμφωνα με μαρτυρίες, είχαν και καλαμωτές κατασκευές χτισμένες στη συνέχεια και με κιρπίτσια, δηλαδή λάσπη με άχυρα.
Και όμως, είναι σπίτια αγάπης, καθαρά, στολισμένα με μεράκι και φαντασία, που δίδουν την αίσθηση της ζεστασιάς, ενός καταφυγίου μετά την καταιγίδα. Με το λουλούδι στη θέση του πολύτιμου βάζου, τη γλάστρα στη θέση του καναπέ, το χειροποίητο υφαντό πετσετάκι στη θέση του ακριβού πίνακα. Με κοινόχρηστες τουαλέτες και νερό από τη βρύση του Δήμου.
Διαβάστε στο επόμενο μέρος για τη Δημοτική Ενότητα Αγίου Παύλου.