Στην πρωτοπορία της Eπανάστασης του 1821 προσχώρησαν πολλοί επώνυμοι και ανώνυμοι Έλληνες του Πόντου. Δύο προσωπικότητες όμως από τους πρόκριτους της ποντιακής κοινωνίας πλήρωσαν με τη ζωή τους την μύησή τους στη Φιλική Εταιρεία που πραγματοποιείται στις αρχές του 1820, λίγο πριν την έναρξη της Επανάστασης στο Ιάσιο από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη.
Ο ένας πρόκριτος, ο Ιάκωβος Γρηγοράντης, αρχιμεταλλουργός, μυείται στη Φιλική Εταιρεία το 1820. Στην μύησή του συμβάλλει ο επαναστάτης μητροπολίτης Αργυρούπολης Σίλβεστρος.
Ο Ιάκωβος Γρηγοράντης από τα έσοδα των μεταλλείων χρηματοδοτεί την ελληνική επανάσταση με 12.000 χρυσές λίρες. Την πράξη του αυτή θα την πληρώσει με τη ζωή του το καλοκαίρι του 1829, αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας. Οι Τούρκοι βρίσκουν ευκαιρία και καταγγέλλουν τον Ιάκωβο Γρηγοράντη (Γρηγοριάδη) ως φιλικό. Τον έχουν καταγγείλει για επαναστάτη οι Τούρκοι πρόκριτοι της Αργυρούπολης Σατουλάχ Αγάς και Χασάν Αγάς.
Κατόπιν εντολής, εξαγριωμένοι Τούρκοι καταστρέφουν τα αρχεία και τη βιβλιοθήκη της μονής Χουτουρά. Ένα απόσπασμα από τρεις Τούρκους δημίους κατευθύνεται στο σπίτι του με σκοπό να τον σκοτώσει, αλλά αυτός κατορθώνει μαζί με τον αδελφό του Ισαάκ να δραπετεύσουν με δύο άλογα.
Οι Τούρκοι τούς κυνηγούν μέχρι το χωριό των Γαβράδων, την Άτρα.
Ας αφήσουμε όμως τον Παύλο Πολατίδη, αυτόπτη μάρτυρα, να μας διηγηθεί την αποτρόπαια δολοφονία του Πόντιου Φιλικού: «Οι Γρηγοράντε σούμωσαν με τ’ άλογα ’ς σην Άτραν, ετέρεσαν απ’ οπίσ’ οι Τουρκάντ’ θ’ εφτάν’ ατς… Και άμαν εσέβανε ’ς ση Πολατίδη τ’ οσπίτ’ απές. Οι Τουρκάντ’ είδαν ατς και επερικύκλωσαν τ’ οσπίτ’ και θα βάλν’ ατο φωτίαν. Ο Γρηγοράντης κ’ εθέλεσεν να εφτάει κακόν ’ς σον Πολάτ’. Έρθεν ’ς σην πόρταν να εβγαίν οξουκά…! η χατζη-Κερεκή επήεν σουμά τ’ και λέει ατον: Αφέντα, μ’ εβγαίντς θα σκοτών’νε ’σεν….! Μ’ εβγαίντς, λέω ’σε, κ’ εκράτεσεν το μαντάλ… με το χέρ’ ν ατς..! Άφ’ς ατό, είπεν ατεν ο Γρηγοράντης κ’ εχαμογέλασεν!… Εγροίξεν το τέλος ατ’…
»Εξέβεν οξουκά με το κιφάλ’ ψηλά και πάει σουμάτουν… Ατότε είνας Τούρκος ερρούξεν απάν ατ’ και απ’ οπίσ’ με την κάμαν εσκότωσεν ατον. Ο αδελφός ατ’, ο άχαρον ο Ισάκς, εφόρτωσεν ατον κ’ εκατήβεν ’ς σην Αργυρούπολην. Άμαν το μαύρον το χαπάρ’ ερρούξεν ’ς σ’ όλεν την Αργυρούπολην. Οι Ρωμαίοι έκλαψαν κ’ έτσουξαν το παλληκάρ’ν ατουν. Η θεία η Πολατάβα πάντα έλεεν: “Τη Γιακώφ Αγά τα αίματα ους να έφυγαμ’ ’ς σο κατωθύρ’ τη πόρτας απάν έστεκαν…!”»
Παρόμοια τύχη είχε ο νεαρός μητροπολίτης Χαλδίας, ο Σίλβεστρος Λαζαρίδης, που γεννήθηκε στην Τσίτη ή Σίδη της Αργυρούπολης το 1794.
Ο Σίλβεστρος Λαζαρίδης εγγράφεται στην ιερατική σχολή της μονής Γουμερά και παίρνει την πρώτη του μόρφωση. Το 1812 σπουδάζει στο Φροντιστήριο της Αργυρούπολης και χειροτονείται ιεροδιάκονος στη μητρόπολη. Το 1819, εμπνευσμένος από τις ιδέες της ελληνικής Επανάστασης, χειροτονείται μητροπολίτης Χαλδίας ύστερα από την επίμονη απαίτηση των προκρίτων της Αργυρούπολης και ιδιαίτερα των Ιάκωβου Γρηγοράντη, Γεωργίου Τσίπογλη και Δημήτρη Σίρπιλα, σε ηλικία μόλις 23 ετών. Την ίδια χρονιά ο μητροπολίτης με το πρόσχημα της υποστήριξης της μονής Σινά συγκεντρώνει 8.000 γρόσια από την επαρχία και 4.000 από την Αργυρούπολη και τα στέλνει στη Φιλική Εταιρεία.
Το 1829, και αμέσως μετά την υποδοχή που επιφύλαξε στους Ρώσους, συνελήφθη από τους Τούρκους και φυλακίστηκε. Στη φυλακή, από τις κακουχίες ή από δηλητηρίαση, αρρώστησε βαριά και γι’ αυτόν το λόγο του επέτρεψαν να αποσυρθεί και να πεθάνει στη μονή της Γουμεράς τον Αύγουστο του 1830. Μετά από επιθυμία του, ενταφιάστηκε πίσω από το άγιο βήμα της Μονής.
Το 1832 οι Τούρκοι θα εξοντώσουν και τον δεύτερο συνεργάτη του Σίλβεστρου, αρχιμεταλλουργό Δημήτρη Σίρπιλα.
Οι απόγονοι του Σίλβεστρου, μετά το αποτρόπαιο αυτό γεγονός, φοβούμενοι θα διαφύγουν προς τα ελληνικά χωριά του Ακ Νταγ Ματέν και του Κεσκίν Ματέν, διατηρώντας ωστόσο το επώνυμο Λαζαρίδης. Κάποιοι γόνοι της οικογένειας θα μεταναστεύσουν δυτικότερα στο ποντιακό μεταλλείο του Κεσκίν Ματέν και θα υιοθετήσουν προς τιμήν του ηρωικού τους κληρικού το όνομα Σίλβεστρος ονομαζόμενοι Σιλβεστριάδης. Μετά την προσφυγιά θα εγκατασταθούν στη Δράμα, στην Αθήνα και την Πτολεμαΐδα. Ένας από τους απογόνους, ο Σίλβεστρος Ιωσηφίδης, εγκαταστάθηκε πρόσφυγας στο Ανατολικό.
Η συμβολή όλων των Ελλήνων με κάθε τρόπο και μέσο στην επιτυχία της Επανάστασης του 1821 φαίνεται πως υπήρξε πάνδημη και καθολική. Πρωτοπόροι σ’ αυτόν τον αγώνα υπήρξαν οι Έλληνες δάσκαλοι και οι κληρικοί.
Συμμετείχε όμως καθοριστικά ο ελληνισμός της διασποράς και της περιφέρειας, που μέσα από την απελευθέρωση της Ελλάδας διέβλεπε να δικαιώνονται τα εθνικά του οράματα και οι προσδοκίες του. Ο ελληνισμός του Πόντου σε όλη την επαναστατική περίοδο τάχθηκε ολόψυχα με τους Υψηλάντες και τους ιερολοχίτες στην πρώτη γραμμή της ελληνικής επανάστασης.
Παναγιώτης Μωυσιάδης
- Πηγή: e-ptolemeos.gr.