Έξαλλος ο έμπορος Γρηγόρης Καπαγιαννίδης κοιτούσε στην αποθήκη του παντοπωλείου του στην Τραπεζούντα, στα μέσα του 19ου αιώνα (γύρω στο 1860) τις τεράστιες ποσότητες ζάχαρης που του είχε προμηθεύσει ο χονδρέμπορος. Ένας υπάλληλός του κατά την παραγγελία πρόσθεσε από λάθος ένα ακόμα μηδενικό, με αποτέλεσμα η προμηθευθείσα ποσότητα ζάχαρης να είναι πολύ μεγαλύτερη από τις ανάγκες των πελατών του, και ο κίνδυνος καταστροφής να είναι κοντά για τον Γρηγόρη Καπαγιαννίδη.
Ωστόσο, ο Θεός είχε άλλα σχέδια για τη μοίρα του! Αυτό το λάθος αποτέλεσε την αιτία για να χτιστεί μια οικονομική αυτοκρατορία – για τα δεδομένα της Τραπεζούντας εκείνης της εποχής.
Λίγο καιρό μετά, εξαιτίας ενός πολέμου, υπήρχε τεράστια έλλειψη προϊόντων στην αγορά και οι τιμές της ζάχαρης αυξήθηκαν κατακόρυφα. Οι μεγάλες ποσότητες που ο Γρηγόρης Καπαγιαννίδης διέθετε από τη λανθασμένη παραγγελία του υπαλλήλου του –ο οποίος είχε στο μεταξύ απολυθεί για την… γκάφα του–, αποδείχθηκαν χρυσωρυχείο γι’ αυτόν και η πώλησή τους τον βοήθησε να αποκτήσει μεγάλη οικονομική επιφάνεια.
«Το περιστατικό έγινε λίγο μετά το γάμο του με τη Δόμνα Αμοιρόγλη, για την οποία ο ίδιος πίστευε ότι αποτέλεσε το γούρι του στη ζωή», λέει στο pontosnews.gr η δισέγγονη του Γρηγόρη Καπαγιαννίδη, Άννα Θεοφυλάκτου.
Τη Δόμνα Αμοιρόγλη (1843-1935), όπως λέει η Άννα Θεοφυλάκτου, ο Γρηγόρης Καπαγιαννίδης την παντρεύτηκε χωρίς να το σχεδιάζει. Ενώ πήγαινε σε κάποιο σημείο του Πόντου για να ζητήσει μια άλλη κοπέλα σε γάμο, έμαθε καθ’ οδόν ότι κλέφτηκε με άλλον άντρα. Για τα ήθη της εποχής ο Γρηγόρης Καπαγιαννίδης (δεξιά, φωτ. αρχείου Άννας Θεοφυλάκτου) ήταν αδύνατο να γυρίσει στον τόπο του χωρίς νύφη, και τη λύση έδωσε η προξενήτρα, η οποία θυμήθηκε ότι εκεί κοντά έμενε μια όμορφη 17χρονη κοπέλα, η κόρη του Αμοιρόγλη.
Την ζήτησαν σε γάμο, αλλά ο πατέρας της ήταν στην αρχή αρνητικός. Δεν ήθελε να την παντρέψει, διότι πίστευε αυτό που του είχε πει λίγα χρόνια πριν ένας Τούρκος μπέης, ότι, δηλαδή, η κοπέλα είχε μεγάλη τύχη, και όπου πήγαινε θα την έπαιρνε μαζί της. Τελικά η αντίσταση του πεθερού κάμφθηκε, και ο Γρηγόρης Καπαγιαννίδης με τη Δόμνα Αμοιρόγλη ενώθηκαν με τα δεσμά του γάμου.
Τράπεζα και έπαυλη
Με τη Δόμνα Αμοιρόγλη –υπήρξε το 1904 η πρώτη πρόεδρος της Μέριμνας Ποντίων Κυριών– ο Γρηγόρης Καπαγιαννίδης απέκτησε τέσσερα παιδιά: τη Μελπομένη, τον Κώστα (1868-1915), τον Αλκιβιάδη (1870-1941) και τη Λευκοθέα. Όπως λέει η Άννα Θεοφυλάκτου, ο Κώστας Καπαγιαννίδης ήταν πολύ εργατικός και μεθοδικός στη ζωή του, σε αντίθεση με τον αδελφό του Αλκιβιάδη, ο οποίος ήταν περισσότερο γλεντζές.
Με τη βοήθεια των δύο γιων του ο Γρηγόρης Καπαγιαννίδης προχώρησε στην ίδρυση μιας τράπεζας, της τράπεζας Καπαγιαννίδη, η οποία ήταν η μεγαλύτερη στην περιοχή και ανέβασε σημαντικά εκτός από το οικονομικό, και το κοινωνικό προφίλ της οικογένειας. Εκείνη την εποχή στον Πόντο λειτουργούσαν η τράπεζα του μεγάλου ευεργέτη του Πόντου Κωστάκη Θεοφυλάκτου, ο οποίος με τα χρήματά του κατασκεύασε θέατρο και νηπιαγωγείο, η Τράπεζα Αθηνών και μία οθωμανική. Μετά την τράπεζα Καπαγιαννίδη δημιουργήθηκε και η τράπεζα Φωστηρόπουλου.
Η Τράπεζα Καπαγιαννίδη πολλές φορές βοήθησε οικονομικά τον μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθο στις προσπάθειές του για τη στήριξη προσφύγων και ορφανών στην Τραπεζούντα, αλλά και στις ενέργειες που γίνονταν για την ανεξαρτησία του Πόντου.
Ψυχή του τραπεζικού ιδρύματος, αλλά και των υπόλοιπων εμπορικών δραστηριοτήτων Καπαγιαννίδη, ήταν ο Κώστας, ο οποίος διαδέχθηκε τον πατέρα του στις επιχειρήσεις. Το 1904 ο Κώστας παντρεύτηκε την Άννα Τριανταφυλλίδη. Μετά το γάμο τους κατασκεύασε το 1906 την περίφημη έπαυλη Καπαγιαννίδη στην εξοχική περιοχή της Τραπεζούντας Σοούκ Σου. Ήταν το μεγαλοπρεπέστερο σπίτι της Τραπεζούντας και είχε ανεγερθεί από τον περίφημο μηχανικό Κακουλίδη, ο οποίος είχε κτίσει και το νέο κτήριο του Φροντιστηρίου. Στη νεοκλασική έπαυλη Καπαγιαννίδη φιλοξενήθηκε σε επίσκεψή του στην Τραπεζούντα ο Μουσταφά Κεμάλ, και για το λόγο αυτόν σήμερα έχει μετατραπεί σε μουσείο, που ονομάζεται Ατατούρκ Κιοσκ και διασώζονται έπιπλα και διάκοσμος της εποχής.
Ο Κώστας Καπαγιαννίδης πέθανε το 1915, πριν από τον ξεριζωμό. «Είχε προβλέψει τις τραγικές εξελίξεις και γι’ αυτό ενημέρωνε τους πολίτες να είναι προσεκτικοί και να αποφεύγουν τις μεγάλες καταθέσεις των χρημάτων τους. Έτσι, έπαθε και οικονομική καταστροφή. Μετά τον ξεριζωμό η οικογένειά του έφτασε στην Αθήνα, όπου βρίσκονται σήμερα οι απόγονοί του», λέει η Άννα Θεοφυλάκτου.
Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε και η οικογένεια της Λευκοθέας, ενώ ο Αλκιβιάδης Καπαγιαννίδης έφτασε στην Ελλάδα μετά από περιπέτειες το 1936. Επειδή ήταν Ρώσος υπήκοος, μόλις έφυγαν από τον Πόντο οι τελευταίοι, κυνηγήθηκε από τους Τούρκους και τελικά εξορίστηκε στην Κένυα. Δύο χρόνια αργότερα επέστρεψε στην οικογένειά του στην Κωνσταντινούπολη. Στην Ελλάδα ήρθε το 1936 άρρωστος από Πάρκινσον, και πέθανε το 1941 στην Αθήνα.
Από τον Πόντο στην Ευρώπη
Κατά την Άννα Θεοφυλάκτου, μεγαλοαστοί της Τραπεζούντας είχαν διάφορες εμπορικές σχέσεις με την Ευρώπη, την οποία επισκέπτονταν συχνά μαζί με τις οικογένειές τους. Η ίδια θυμάται κι ένα περιστατικό στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, το οποίο έλαβε χώρα στη Λοζάνη και της το διηγήθηκε η μητέρα της, Ιφιγένεια, εγγονή της Δόμνας Καπαγιαννίδη.
«Η μητέρα μου, με την ηλικιωμένη τότε γιαγιά της, βρέθηκαν κάποια στιγμή στη Λοζάνη. Η προγιαγιά μου πήρε και τη μητέρα μου μαζί της για να την βοηθήσει, αφού γνώριζε πολύ καλά τη γαλλική γλώσσα. Σε κάποια στιγμή συνάντησαν μια φίλη της προγιαγιάς μου, την κυρία Κωνσταντινίδη, η οποία εκθείασε ένα εστιατόριο πάνω από τη λίμνη, το οποίο όμως, όπως είπε, ήταν λίγο αλμυρό. Η προγιαγιά μου δεν κατάλαβε και ρώτησε τη μητέρα μου, τι εννοούσε λέγοντας “αλμυρό”.
»Όταν η μητέρα μου της εξήγησε ότι ήταν ακριβό, απάντησε “δεν είναι δυνατό να πάει σε αυτό μία κυρία Κωνσταντινίδη και να μην πάει μία κυρία Καπαγιαννίδη”.
»Κάλεσε και άλλες φίλες της και επισκέφτηκαν το “αλμυρό” εστιατόριο. Η Δόμνα Καπαγιαννίδη ήταν πολύ χουβαρντού και δεν υπολόγιζε το χρήμα. Σε αντίθεση με τον σύζυγό της, Γρηγόρη, που ήταν από οικονόμος έως σφικτός».
Ρωμανός Κοντογιαννίδης