Ήταν ο φόβος και ο τρόμος στα βουνά της Σάντας. Δεν τον έτρεμαν μόνο οι μουσουλμάνοι ληστοσυμμορίτες, οι χωροφύλακες, οι αγάδες και οι Τούρκοι τσέτες. Τον φοβόντουσαν, αλλά και τον σέβονταν, και οι ίδιοι οι άντρες του. Ο καπετάν Ευκλείδης Κουρτίδης, επικεφαλής των Ισχανανταίων, ένας από τους πιο φημισμένους οπλαρχηγούς που έδρασε κυρίως στην περιοχή της γενέτειράς του στον ανατολικό Πόντο, εμφανίστηκε σε μια εποχή που ο αγώνας ανέδειξε μια νέα γενιά που αργότερα έγινε θρύλος.
Στα 34 του, το 1924, και ενώ οι Τούρκοι δεν του έχουν επιτρέψει να φύγει με την Ανταλλαγή, με παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης και πρωτοβουλία του βουλευτή Λαμπριανού Λαμπριανίδη, ο Ευκλείδης Κουρτίδης μαζί με άλλους πέντε αντάρτες φτάνει στην Ελλάδα.
Ο καπετάνιος της Σάντας εγκαθίσταται στη Νέα Σάντα Κιλκίς. Εκεί ασκεί το επάγγελμα του κτηνοτρόφου, όπως και στον Πόντο. Αν και μπαρουτοκαπνισμένος είχε έναν παράδοξο θάνατο: Στις 10 Φεβρουαρίου 1937 έπεσε από το κάρο και τον ποδοπάτησαν τα άλογά του.
Ο φίλος του ο λυράρης Τσορτάντ’ς (Γιάννης Τσορτανίδης), έγραψε και τραγούδησε για τον Ευκλείδη Κουρτίδη το «Ατός που κ’ εφοούτονε… (τ’ Ευκλείδη η τραβωδία)» [ηχητικό από ραδιοφωνική εκπομπή που διασώθηκε από την Επιτροπή Ποντιακών Μελετών].
Οι πρώτοι στίχοι λένε τα εξής:
Ας αρχινώ και λέω σας ολίγα μοιρολόγια
ους να τελένω μη κλαίτε-ν ντο ακούτε-ν τα λόγια.
’Σ σα χίλια εννιακόσια τριάντ’ εφτά τη χρονίαν
δέκα τ’ Άε Χαραλαμπή και ημερομηνίαν.
’Σ σα έντεκα τ’ Άε Βλασσή Ευκλείδης εσκοτώθεν
π’ έκ’σεν το μαύρον το χαπάρ’ τα ραχία ’φορτώθεν.
Πού είσαι, βαχ! νε Κίρτογλη, καπετάνιε Ευκλείδη,
να ελέπ’ς: όλιεν ο κόσμος -ι- σ’, οι συγγενείς και φίλοι.
- Διαβάστε περισσότερα για το ποντιακό αντάρτικο στο Χρονολόγιο του pontos-news.gr.