Λίγοι Πόντιοι τέταρτης γενιάς, σήμερα, μιλούν με ευχέρεια την ποντιακή διάλεκτο. Σε ορισμένους έχουν απομείνει μόνο τα ακούσματά της. Στo Κράσνονταρ συναντήσαμε τον 18χρονο Γιώργο Ευθυμιάδη που μιλά άπταιστα τα ποντιακά και παίζει ποντιακή λύρα, ενώ παράλληλα σπουδάζει στη Νομική Σχολή του Κρατικού Πανεπιστημίου του Κουμπάν. Ένα παράδειγμα προς μίμηση για τους Πόντιους νεολαίους όλου του κόσμου, που αποδεικνύει ότι η ποντιακή παράδοση μπορεί να διατηρηθεί και να συνεχιστεί από τις νέες γενιές.
Στο βίντεο ο Γιώργος Ευθυμιάδης χαιρετίζει τους Ποντίους από όλες τις περιοχές και τους καλεί να μην ξεχάσουν την ποντιακή διάλεκτο· και όλα αυτά μας τα λέει στα ποντιακά!
Δεν υπάρχουν δάσκαλοι εκμάθησης ποντιακής διαλέκτου στη Ρωσία, σύμφωνα με τον Γ. Ευθυμιάδη, ο οποίος είναι αυτοδίδακτος. Συνεχίζει να μελετά την ποντιακή διάλεκτο αλλά δείχνει έντονο ενδιαφέρον και για την ιστορία του Πόντου.
Η οικογένειά του ανήκει στις ελληνικές πληθυσμιακές ομάδες που φυλακίστηκαν και εκτελέστηκαν στο πλαίσιο της λεγόμενης «Ελληνικής Επιχείρησης». Ο παππούς του εκτελέστηκε το 1938 και το υπόλοιπο σόι του πατέρα του μια δεκαετία αργότερα εξορίστηκε στην πόλη Τζαμπούλ του Καζακστάν. Την εξορία έζησε και η πλευρά της μητέρας του.
Ο Γιώργος Ευθυμιάδης με τη λύρα του (φωτ. αρχείου εκπομπής «Ελπίδα +» στο πρώτο κανάλι της Κριμαίας)
«Πολλά πέρασε η οικογένειά μου, όμως ποτέ δεν χάσαμε την παράδοσή μας. Ειδικά τώρα πρέπει να είμαστε όλοι μαζί οι Πόντιοι, να γνωρίζουμε ο ένας τον άλλον, να πηγαίνουμε στα μουχαπέτια. Αλλά πρώτα απ’ όλα πρέπει να κρατάμε τις ρίζες μας. Μην ξεχνάτε ποιοι είστε!» λέει ο Γ. Ευθυμιάδης.
Ο νεαρός Πόντιος γεννήθηκε στις 5 Μαρτίου του 1998 στο χωριό Σέβερσκαγια της περιφέρειας του Κράσνονταρ. Σήμερα ζει στο χωριό Γιαμπλονόφσκι της Δημοκρατίας της Αντιγκέας που περιβάλλεται από την περιφέρεια του Κράσνονταρ.
Ευθυμιάδης: Είμαι πιστός στην Ορθοδοξία, προσκυνώ την Παναγία, τον Θεό, και κρατώ και το σταυρό.
Όλες οι ρίζες του προέρχονται από τον Πόντο. Η οικογένεια του πατέρα του ζούσε στην Τραπεζούντα και ύστερα μετακινήθηκε στο Χαραμί Βαρτάν, στο Καρς. Έζησαν εκεί σαράντα χρόνια και τελικά έφτασαν στην περιφέρεια του Κράσνονταρ όπου βρίσκονται μέχρι και σήμερα. Η πλευρά της μητέρας του είχε ρίζες από την Ματσούκα της Τραπεζούντας και τη Σαμψούντα. Και αυτοί έφυγαν από τον Πόντο και εγκαταστάθηκαν στα χωριά Ίμερα και Σάντα της Γεωργίας.
Ρεπορτάζ και βίντεο: Βασίλης Τσενκελίδης