Με αυτή τη φράση ο Τζέιμς Κάρβιλ συνόψισε τα σημεία στα οποία έπρεπε να εστιάσει το επιτελείο του Μπιλ Κλίντον κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 1992. Η ίδια φράση αποτελεί μια άριστη υπόθεση προς έλεγχο και επαλήθευση σε μια πλειάδα περιπτώσεων παγκοσμίως.
Ηγέτες και κυβερνώντα κόμματα αποτυγχάνουν σε εκλογές ενώ έχουν επιτύχει μεγαλειώδεις νίκες στο επίπεδο των μεταρρυθμίσεων του κράτους πρόνοιας, ή και της υλοποίησης της εξωτερικής πολιτικής.
Αντιστρόφως, πολιτικές ηγεσίες –ή και δικτατορικές κυβερνήσεις– επιδεικνύουν μια σειρά επιτυχιών στο οικονομικό επίπεδο και διατηρούνται στην εξουσία τη στιγμή που στους υπόλοιπους τομείς είναι ουραγοί. Μάλιστα, η υποθήκευση των υπόλοιπων τομέων συνήθως είναι ζημιογόνος και για την οικονομία σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, αλλά οι εν λόγω ηγεσίες συνεχίζουν να κυβερνούν εκμεταλλευόμενες τα βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα θετικά αποτελέσματα στην οικονομία.
Οι πολίτες-υπήκοοι ενδιαφέρονται πρωτίστως, και λογικά, για την ευημερία των ίδιων και των οικογενειών τους. Άλλωστε η πίστη στο κράτος –έτσι όπως το έχουμε γνωρίσει υπό μοντερνιστικούς όρους– συνδέεται με την ταύτιση του ιδιωτικού και του οικογενειακού συμφέροντος με το ευρύτερα συλλογικό, με τελικό στόχο την απόκτηση μεγαλύτερου μεριδίου από τον πλανητικό πλούτο.
Συνεπώς η οικονομία όντως ενδιαφέρει καθοριστικά τον πολίτη-υπήκοο, όσο τον ενδιαφέρει η επιβίωση του κράτους, και κατ’ επέκταση η δική του επιβίωση από την άποψη της οικονομικής υπόστασης, της γλώσσας, της συνείδησης, των αισθητικών παραστάσεων, και εν τέλει της ταυτότητας.
Απ’ ό,τι υπογράμμισα παραπάνω δεν είναι τυχαίο ότι αναφέρομαι στα χαρακτηριστικότερα μοντερνιστικά παραδείγματα, ένα εκ των οποίων είναι η Τουρκία. Η Τουρκία βρίσκεται ενώπιον της πρόκλησης επαλήθευσης της υπόθεσης του τίτλου του παρόντος κειμένου.
Το 2009 η στρατηγική σχέση με το Ισραήλ διαταράχτηκε, με αποτέλεσμα την αρχή πολλών κλυδωνισμών σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής. Τα περίφημα «μηδενικά προβλήματα» μετατράπηκαν τάχιστα σε «πολιτική πολλαπλών προβλημάτων». Οι διαπραγματεύσεις για ένταξη στην ΕΕ έχουν τελματώσει, οι διμερείς σχέσεις με την Ρωσία ακροβατούν πάνω σε μια «ενεργειακή κλωστή», οι Αμερικανοί διαρρέουν συνεχώς σχέδια διαμελισμού της Τουρκίας και ίδρυσης κουρδικού κράτους.
Την ίδια στιγμή η Τουρκία είναι ουραγός σε ό,τι αφορά την ισότητα των δύο φύλων, τη συμμετοχή των γυναικών στο εκλέγεσθαι, την εργασία και την εκπαίδευση. Είναι ουραγός στην ελευθερία του Τύπου, καθώς ακόμη και στην ελευθερία της οικονομίας. Η δημοκρατικότητα του πολιτεύματος αμφισβητείται από διεθνείς οργανισμούς, η διαφθορά καλπάζει και οι ελευθερίες διαρκώς περιστέλλονται.
Ωστόσο ο Ερντογάν παραμένει αγέρωχος χωρίς κάτι να τον ταράζει. Ούτε καν το πραξικόπημα του περασμένου Ιουλίου. Πραιτοριανοί διανυκτερεύουν στις πλατείες και προπηλακίζουν Άγιους Βασίληδες! Αντίκεινται σε οτιδήποτε «ξενόφερτο και χριστιανικό», όπως και αυτή ακόμη την Πρωτοχρονιά. Πώς διατηρείται στην εξουσία το καθεστώς Ερντογάν; Όπως κάθε παρόμοιο καθεστώς: Με τη δημιουργία μιας μεγάλης, αλλά κλειστής, ομάδας ευνοημένων στρατιωτικών, αστυνομικών, δημοσίων υπαλλήλων, εταιρειών και πάσης φύσεως συμφερόντων.
Συνεκτικό στοιχείο είναι το χρήμα και η συνοχή θα καταρρεύσει μόλις το χρήμα σταματήσει να δίνεται αφειδώς.
Το τουρκικό ΑΕΠ μεταξύ 2013 και 2016 έχει απωλέσει ένα ποσό περίπου ίσο με το συνολικό ελληνικό ΑΕΠ. Πολλές καταθέσεις έχουν μετατραπεί σε άλλο νόμισμα πλην της τουρκικής λίρας, με τον πρόεδρο της Τουρκίας να καλεί συχνά για «επανεθνικοποίηση» των εν λόγω κεφαλαίων. Η καταβύθιση της τουρκικής οικονομίας είναι ένα σχετικά νέο επεισόδιο σε σχέση με τα υπόλοιπα χρονίζοντα προβλήματα της Άγκυρας, και συνιστά μια τεράστια πρόκληση.
Η ιστορία έχει δείξει ότι οι οικονομικές δυσχέρειες κινητοποιούν τα αντανακλαστικά του εκλογικού σώματος, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ζητήματα που είναι ευκολότερα διαχειρίσιμα μέσω της επικοινωνίας. Τα προβλήματα στην οικονομία γίνονται άμεσα αντιληπτά από τον κόσμο και δεν επιδέχονται «φτιασιδώματος».
Όταν τα τεθωρακισμένα κινητοποιήθηκαν όλοι βολεύτηκαν με τη γραμμή ότι «φταίει ο Γκιουλέν». Τώρα που η ανεργία ανεβαίνει στα ύψη και το πραγματικό εισόδημα περιορίζεται ποιος θα φταίει;
Στο επόμενο διάστημα θα επαληθευτεί αν «είναι η οικονομία, ανόητε».