Πέρασαν από τότε πολλά χρόνια, αλλά σε πολλούς είναι ακόμα νωπές οι μνήμες από το τραγικό δυστύχημα του οχηματαγωγού «Ηράκλειον» που εκτελούσε το δρομολόγιο Χανιά-Πειραιάς και βυθίστηκε κοντά στη νησίδα Φαλκονέρα, παίρνοντας μαζί του στον υγρό τάφο 217 ψυχές, κατ’ άλλους 224 και κάποιους άλλους 247. Κι αυτό γιατί υπήρχαν κι επιβάτες λαθραίοι ή με σημειώματα πολιτικών γραφείων, και ποτέ οι Αρχές δεν κατέληξαν στον πραγματικό αριθμό των νεκρών.
Ήταν 2:30, μετά τα μεσάνυχτα της 7ης προς 8η Δεκεμβρίου 1966, κοντά στην νησίδα Φαλκονέρα –λίγα μίλια νοτίως της Αντιμήλου– όταν άρχισαν να πλημμυρίζουν τα αμπάρια με νερό και ο κυβερνήτης του πλοίου Μανώλης Βερνίκος στέλνει επείγον σήμα κινδύνου: «Βυθιζόμαστε!». Το σήμα φθάνει στο Θάλαμο Επιχειρήσεων του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, το οποίο καλεί αμέσως τα παραπλέοντα σκάφη να σπεύσουν προς βοήθεια του «Ηράκλειον» που κινδυνεύει να βυθιστεί.
Τρόμος, πανικός και αγωνία έχουν κυριεύσει τους 270(;) επιβάτες, που είναι οι περισσότεροι κάτοικοι των Χανίων, αλλά και 94 αδειούχοι στρατιωτικοί (13 αξιωματικοί, σμηνίτες, στρατιώτες και 81 υπαξιωματικοί και ναύτες του Βασιλικού Ναυτικού), καθ’ ότι στα Χανιά υπήρχε η 15η Πτέρυγα Μάχης, η 5η Μεραρχία, το υπό συγκρότηση νατοϊκό Πεδίο Βολής Κρήτης και φυσικά ο ναύσταθμος Σούδας.
Όσοι γνωρίζουν κολύμπι αψηφούν τα μανιασμένα κύματα και βουτούν στη θάλασσα για να σωθούν, ενώ άλλοι εγκλωβίζονται στις καμπίνες του πλοίου. Μέσα σε 13 λεπτά η Φαλκονέρα γίνεται ο υγρός τάφος 217 ή 224 ή 247 ανθρώπων, ενώ οι διασωθέντες ήταν μόνο 46…
Πλοία του Βασιλικού Ναυτικού και παραπλέοντα εμπορικά σκάφη σπεύδουν με δυσκολία στο σκότος να περισυλλέξουν από τα μανιασμένα κύματα τους κινδυνεύοντες ναυαγούς. Ένας από τους διασωθέντες, ο τότε υπολοχαγός φίλος μου, αείμνηστος Μανώλης Κληρονομάκης, ταξίαρχος ε.α. με τον οποίο συνυπηρετούσαμε τότε στο Πεδίο Βολή Κρήτης στο Ακρωτήρι, μου είχε αφηγηθεί πώς διασώθηκε, όταν επέστρεψε στη Μονάδα:
«Κοιμόμουν στην καμπίνα και ξύπνησα από τον αναπτήρα και τα τσιγάρα που έπεσαν στο δάπεδο κάνοντας θόρυβο. Σηκώθηκα και διαπίστωσα το δάπεδο να γέρνει, όπως γερμένο ήταν το κρεμασμένο σακάκι μου, και κατάλαβα πως κάτι σοβαρό συμβαίνει.
»Με δυσκολία άνοιξα την πόρτα και τότε άκουσα γοερές κραυγές από γυναίκες και παιδιά να ουρλιάζουν κυριολεκτικά και να σέρνονται πέρα-δώθε… Το ένστικτό μου με έσπρωξε να πέσω στη θάλασσα για να σωθώ.
»Άρχισα να παλεύω με τα τεράστια κύματα, των 8 μποφόρ, που μια με ανέβαζαν ψηλά και μετά με κατέβαζαν. Ήρθε στιγμή που είπα να παραδοθώ, ν’ αφήσω τον εαυτό μου να πνιγώ για να σταματήσει το μαρτύριό μου… Κάτι όμως μέσα μου λειτούργησε διαφορετικά. Παναγία μου σώσε με, φώναξα! Θα φέρω στη χάρη σου δυο τενεκέδες λάδι από τον πατέρα μου… Μέσα στο βαθύ σκοτάδι και τις φωνές φώναξα βοήθεια, και ξαφνικά το χέρι μου άγγιξε μια σωστική λέμβο, και κάποιοι άγνωστοι με τράβηξαν και σώθηκα…».
Ο διασωθείς Σταύρος Λαγωνικάκης αφηγήθηκε: «Μέσα στη θάλασσα, πιαστήκαμε τρεις από ένα μεγάλο κασόνι, μετά ήρθε και τέταρτος ναυαγός, λέγαμε μεταξύ μας τα ονόματα και την καταγωγή μας, ώστε όποιος διασωθεί να πει μετά ποιοι ήταν μαζί του για να μάθουν οι συγγενείς τους τι έγιναν…».
Τις πρωινές ώρες συνεχίζονται οι έρευνες, στις οποίες μετέχει και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος με ντακότα. Παραπλέοντα σκάφη μαζεύουν ζωντανούς και νεκρούς ναυαγούς, ενώ στα λιμάνια Πειραιά και Χανίων, συγγενείς επιβατών με αγωνία περιμένουν να μάθουν νέα τους…
Αιτία του ναυαγίου ήταν η βίαιη μετακίνηση μεγάλου φορτηγού ψυγείου (20 τόνων!) λόγω της θαλασσοταραχής, το οποίο χτύπησε με δύναμη στην μπουκαπόρτα με αποτέλεσμα ν’ ανοίξει, να μπουν ορμητικά τα νερά, να πλημμυρίσουν τ’ αμπάρια και να πάρει το πλοίο επικίνδυνη κλίση.
Από τις ανακρίσεις που διεξήγαγε ο υποναύαρχος Κων. Δενεζάκος προέκυψαν σοβαρές ευθύνες της πλοιοκτήτριας εταιρείας, οι ιδιοκτήτες της οποίας οδηγήθηκαν σε δίκη τον Φλεβάρη του 1968.
Μετά από διαδικασία ενός μηνός, καταδικάστηκαν ο εκ των ιδιοκτητών Χαρ. Τυπάλδος σε φυλάκιση 5,5 ετών, ο διευθυντής της εταιρείας Παν. Κόκκινος σε φυλάκιση 6 ετών, από 5 έτη οι… διασωθέντες Θεοδωράκης (ύπαρχος), Στεφαδούρος (υποπλοίαρχος), Α. Θεοδωρίδης (ναυπηγός), Μαγιάκης (ναύκληρος), και 10 μήνες ο Δ. Θεοδωρίδης (ναυπηγός).
Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης