Προβληματισμένος οδηγούσε το αυτοκίνητό του, γυρνώντας από την Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο τον Δεκαπενταύγουστο του 2002, ο γνωστός Πόντιος ποιητής Κώστας Διαμαντίδης. Έβλεπε ότι ένα από τα μεγαλύτερα όνειρα της ζωής του, η μελοποίηση της «Καμπάνας του Πόντου» του Φίλωνα Κτενίδη, συναντούσε προσκόμματα. Όσο κι αν προσπάθησε στο μοναστήρι, μαζί με τον μητροπολίτη Δράμας Παύλο, να πείσει τον λυράρη Μιχάλη Καλιοντζίδη να αναλάβει την προσπάθεια, δεν το είχε καταφέρει. Την ίδια αρνητική απάντηση είχε λάβει και πριν από λίγο καιρό από τον καθηγητή Μουσικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ηλία Παπαδόπουλο.
Σε κάποια στιγμή γύρισε στον συνοδηγό του. Τον 24χρονο τότε Θεόφιλο Πουταχίδη, ο οποίος λίγο καιρό πριν είχε κάνει τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα ως λυράρης, αφήνοντας πολύ καλές εντυπώσεις.
Ο Κώστας Διαμαντίδης είχε ήδη βοηθήσει αρκετές φορές τον νεαρό και του είχε εμπιστοσύνη. Τον κοίταξε με νόημα, και με δυο λόγια του είπε: «Θεόφιλε, ο κλήρος πέφτει σε σένα. Ανάλαβε τη μεγάλη και δύσκολη προσπάθεια μελοποίησης της “Καμπάνας του Πόντου” κι εγώ θα είμαι κοντά σου».
«Μόλις τον άκουσα, αισθάνθηκα δέος. Ήξερα ότι αυτό που μου ζητούσε ήταν πολύ μεγάλο. Ζήτησα λίγο καιρό να το σκεφτώ. Σε λίγες μέρες απάντησα θετικά και ξεκίνησα την προσπάθεια», λέει στο pontosnews.gr ο Θεόφιλος Πουταχίδης. Η προσπάθεια ολοκληρώθηκε και στέφθηκε με επιτυχία έξι χρόνια αργότερα, προσφέροντας στην ποντιακή μουσική παράδοση και εν γένει στον ποντιακό πολιτισμό ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματά του.
«Στην αρχή έμοιαζε σαν κάτι άπιαστο για μένα, και αισθανόμουν ότι πήρα πολύ μεγάλο ρίσκο. Έμοιαζε βουνό. Δεν ήξερα ποια σημεία του έργου να ντύσω μουσικά και ποια να απαγγέλλονται. Έμαθα το έργο απ’ έξω, όπως και η υπόλοιπη ομάδα των περίπου δέκα ατόμων που συμμετείχε στην προσπάθεια. Ο Κώστας Διαμαντίδης, ο οποίος είναι δίπλα μου σε ολόκληρη την καριέρα μου, με βοήθησε πολύ. Με έβαλε στο… πετσί του έργου. Αισθάνομαι πολύ μεγάλη τιμή που μου δόθηκε η δυνατότητα να μελοποιήσω αυτό το αριστούργημα», λέει στο pontos-news.gr ο Θεόφιλος Πουταχίδης.
Το CD μπήκε ως ένθετο στο βιβλίο που κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο των αδελφών Κυριακίδη κι έγινε ανάρπαστο. Τραγουδούν ο Αλέξης Παρχαρίδης και η Πέλα Νικολαΐδη, συνοδευόμενοι από πλειάδα μουσικών και ψαλτών. Λύρα παίζει ο Θεόφιλος Πουταχίδης και απαγγέλουν ο Κώστας Διαμαντίδης και ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος.
Δάσκαλός του ο Χρύσανθος
Προδιαγεγραμμένη σχεδόν από τη… γέννησή του φαίνεται ότι ήταν η επαγγελματική πορεία του 38χρονου σήμερα Θεόφιλου Πουταχίδη στην ποντιακή μουσική, αφού είχε την τύχη να είναι συγγενής του –δεύτερος ξάδελφος του πατέρα του– και δάσκαλός του στη λύρα από την εφηβική του ηλικία ακόμα ο πατριάρχης του ποντιακού τραγουδιού Χρύσανθος Θεοδωρίδης.
Ο μεγάλος Πόντιος τραγουδιστής άκουσε τον Θεόφιλο να παίζει λύρα στην πρώτη του δημόσια εμφάνιση, σε ηλικία 15 ετών, στο χορό του Συλλόγου Ποντίων Μονάχου –τότε ο Θεόφιλος έμενε με τους γονείς του στη Γερμανία– και του άρεσε πολύ.
«Μου μίλησε με γλυκύτητα και μου έδωσε κουράγιο να συνεχίσω. Ερχόταν 4-5 φορές το χρόνο στη Γερμανία και κάθε φορά έμενε περίπου ένα μήνα. Ήμουν πολλές ώρες κοντά του κι έμαθα πάρα πολλά από εκείνον. Παίζαμε μαζί, τραγουδούσε και με διόρθωνε. Αν και ήμουν πολύ συχνά κοντά του, έκανα πολύ καιρό να πιστέψω ότι ζω κάτι τέτοιο. Ο Χρύσανθος, όπως όλοι οι παλαιοί μουσικοί, είχε ένα στιλ αρχοντικό, το οποίο στο μετέδιδε. Ήταν ένας μύθος στα μάτια μου».
Το… μικρόβιο μπήκε στη Γερμανία
Στην Πτολεμαΐδα το 1978 γεννήθηκε ο Θεοόφιλος Πουταχίδης. Μετά τον ξεριζωμό οι παππούδες του ήρθαν στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα στην Οινόη του νομού Κοζάνης, από το χωριό Πεζιρκιανκετσίτ –γενέτειρα του Χρύσανθου– του Καρς, αλλά η απώτερη καταγωγή τους ήταν από την Αργυρούπολη.
Όταν ο Θεόφιλος ήταν 13 ετών η οικογένειά του μετανάστευσε στο Μόναχο, όπου ο καθηγητής πατέρας του (γυμναστής) πήρε απόσπαση στο ελληνικό σχολείο της πόλης. Μέχρι τότε ο Θεόφιλος, αν και είχε παρευρεθεί σε αρκετά μουχαπέτια και σε ποντιακά γλέντια, δεν είχε σκεφθεί να μάθει να παίζει ποντιακή μουσική.
«Το μικρόβιο μου το… κόλλησε η θεία μου η Ρούλα, όταν πρωτοπήγα στη Γερμανία. Μου έβαζε να ακούω ποντιακά τραγούδια και σύντομα εντάχθηκα στο Σύλλογο Ποντίων Μονάχου ως χορευτής. Άρχισε να μ’ αρέσει και ο ήχος της λύρας και σύντομα να βλέπω τους λυράρηδες ως κάτι το εξιδανικευμένο. Οι πρώτοι μου δάσκαλοι στη λύρα ήταν τα αδέλφια Νίκος και Δημήτρης Φωστηρόπουλος. Ερασιτέχνες λυράρηδες, αλλά πολύ ικανοί. Άρχισα να αποκτάω μεγάλο πάθος με το όργανο. Κάποιες φορές δεν πήγαινα ούτε στο σχολείο για να παίξω λύρα. Πήγαιναν οι γονείς μου στη δουλειά κι εγώ γυρνούσα κρυφά στο σπίτι για να παίξω. Όμως ο μπαμπάς μου ήταν καθηγητής και μάθαιναν εύκολα τις… κοπάνες μου», λέει χαμογελώντας ο Θεόφιλος Πουταχίδης.
Στα 18 του γύρισε στην Ελλάδα και εισήχθη στο Τμήμα Λογιστικής του ΤΕΙ Κοζάνης. Τότε εντάχθηκε στο Σύλλογο Ποντίων Πτολεμαΐδας, ο οποίος είχε πρόεδρο τον Γιάννη Τσαρδακλίδη. Όπως λέει ο Θεόφιλος, ήταν ένας ιδιαίτερα δραστήριος άνθρωπος, χάρη στον οποίο ο σύλλογος πρωτοτυπούσε και πρωτοστατούσε στα ποντιακά καλλιτεχνικά δρώμενα.
«Ήταν τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και τότε η ποντιακή μουσική βρίσκονταν στο ζενίθ της. Έπαιζα σχεδόν με όλα τα μεγάλα ονόματα της εποχής και πολλοί από αυτούς μου έλεγαν ότι έχω μέλλον στο χώρο».
Η πρώτη δισκογραφική δουλειά
Το 1999 ο 21 ετών τότε Θεόφιλος Πουταχίδης, μαζί με τον σχεδόν συνομήλικό του τραγουδιστή Παναγιώτη Θεοδωρίδη, έκανε στην Αθήνα το πρώτο του CD, το οποίο είχε τίτλο Τσ’ εγάπ’ς το μυστικόν. Κάποια τραγούδια του έγιναν μεγάλα σουξέ και ακούγονται πολύ συχνά και σήμερα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει το «Τον Θεόν παρακαλώ».
«Τότε άρχισα σιγά-σιγά να γίνομαι επαγγελματίας. Περισσότερο γνωστός έγινα το 2001, όταν εμφανίστηκα μαζί με τον Παναγιώτη Θεοδωρίδη στο ναό των Ποντίων, το “Μίθριο”, στην Πολίχνη Θεσσαλονίκης. Πρωτεργάτης του προγράμματος ήταν ο Στάθης Νικολαΐδης. Εκεί με άκουσαν πολλοί».
Στη συνέχεια ο Θεόφιλος Πουταχίδης ξεκίνησε για χρόνια εμφανίσεις στο ποντιακό κέντρο της Πτολεμαΐδας «Τ’ αναλαγάδ’», που σημαίνει στολίδι, και ήταν ιδιοκτησίας του καλλιτέχνη Γιώργου Στεφανίδη. Το 2004 έκανε και την πρώτη του προσωπική δισκογραφική δουλειά –ο ίδιος παίζει μουσική και τραγουδάει–, την οποία ονόμασε Καρδόπο μ’ ατεβήρευτον. Συμμετείχαν ο Αλέξης Παρχαρίδης, η Πέλα Νικολαΐδη –ήταν η πρώτη της συμμετοχή σε δίσκο–, ο Σωκράτης Κυψελίδης και ο Κώστας Διαμαντίδης.
Το 2005 με τον Δημήτρη Καρασαββίδη και τον Χαράλαμπο Καστρινόπουλο εμφανίστηκε στο κέντρο «Αθήνα 82», στην πρωτεύουσα, στην οποία κατέβηκε ξανά το 2007 με τον Ανέστη Μωυσή και τον Γιώργο Δημητριάδη. Από τον Δεκέμβριο του 2009 και για τρία χρόνια ο Θεόφιλος Πουταχίδης εμφανίζονταν στο «Μίθριο». Από εκεί, όπως λέει, έγινε πολύ γνωστός, και σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξαν ο ιδιοκτήτης του κέντρου Παύλος Μανουσαρίδης και ο μαέστρος Μιχάλης Κετικίδης. Το 2012 εμφανίστηκε με τον Κώστα Σιώπη στο κέντρο «Αυλαία by Eros» και τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν πολλές εμφανίσεις σε διάφορα μαγαζιά. Σήμερα εμφανίζεται στο κέντρο «Λευκή live» της Θεσσαλονίκης.
Στη μέχρι σήμερα μουσική καριέρα του ο Θεόφιλος Πουταχίδης ηχογράφησε πέντε CD και συμμετείχε σε ένα ακόμα. Από αυτά μεγάλη επιτυχία σημείωσε το live CD «Μια βραδιά στο Μίθριο», ενώ ίσως το πιο γνωστό τραγούδι του είναι το «Πεγαδί στράταν».
«Γράφω συνέχεια μουσική. Στόχος μου είναι να υπάρχω για πολλά χρόνια στο χώρο της δισκογραφίας. Είμαι από τους πρώτους που σταθεροποίησαν το πάντρεμα του παραδοσιακού ποντιακού ήχου και των παραδοσιακών μουσικών οργάνων με πιο μοντέρνους ήχους και όργανα. Αυτό το πάντρεμα πιστεύω ότι αλλάζει τα δεδομένα στην ποντιακή διασκέδαση. Δεχόμαστε πόλεμο γι’ αυτήν την επιλογή μας, αλλά έτσι στρέψαμε πολύ κόσμο –και ιδίως νέους ανθρώπους– στη διασκέδαση με ποντιακή μουσική. Πιστεύω ότι έτσι προβάλλουμε καλύτερα την ποντιακή παράδοση».
«Στην Παναγία Σουμελά έρχονται νότες στο μυαλό σου»
Τα συναισθήματα που βίωσε όταν επισκέφθηκε τον Πόντο για έναν ολόκληρο μήνα μαζί με τον Κώστα Διαμαντίδη, δεν θα τα ξεχάσει ποτέ όσο ζει, όπως λέει, ο Θεόφιλος Πουταχίδης. «Ήταν ένα ταξίδι όνειρο. Και μόνο η παρουσία σου στον Πόντο σου δημιουργεί εντονότατα συναισθήματα, τα οποία δεν μπορεί να νιώσει όποιος δεν έχει πάει. Ειδικά για τους μουσικούς είναι κάτι το μοναδικό. Βλέπεις όλα αυτά για τα οποία τραγουδάς και παίζεις μουσική. Για παράδειγμα, της Τρίχας το γεφύρι ή το Τσάμπασιν.
»Το αποκορύφωμα είναι, βέβαια, η Παναγία Σουμελά. Σε πιάνει σοκ και δέος όταν αφήνεις το αυτοκίνητο και βλέπεις πού βρίσκεται το μοναστήρι. Σου δημιουργούνται αμέσως νότες στο μυαλό σου. Το ίδιο συμβαίνει και με το Ουζουνγκιόλ».
Τελειώνοντας τη συνέντευξη ο Θεόφιλος Πουταχίδης θέλησε να αναφερθεί και σε μια άλλη αγάπη του, τον ΠΑΟΚ. Όπως λέει, η ζωή του είναι μοιρασμένη ανάμεσα στην οικογένειά του –έχει ένα γιο 4,5 ετών–, τη δουλειά του και την ομάδα της Θεσσαλονίκης.
«Ο ΠΑΟΚ είναι ένα κομμάτι της ζωής μου. Είμαι ΠΑΟΚ για την ιδέα που αυτή η ομάδα αντιπροσωπεύει. Την προσφυγιά και τις χαμένες πατρίδες».
Ρωμανός Κοντογιαννίδης
-
Οι φωτογραφίες του Θεόφιλου Πουταχίδη είναι από το προφίλ του στο facebook.