Την πολύκαρπη διακονία του μακαριστού αρχιμανδρίτη Πανάρετου Τοπαλίδη και την ανεκτίμητη προσφορά του στο Γένος τιμά η Ιερά Μητρόπολη Δράμας, με την έκδοση του εγκολπίου Ημερολογίου 2017, που συμπίπτει με τη συμπλήρωση 140 ετών από τη γέννηση του σπουδαίου Ποντίου ποιμενάρχη, ο οποίος αφιέρωσε τη ζωή του στο Θεό και τον άνθρωπο εργαζόμενος σκληρά, και με αφοσίωση, τόσο πνευματικά όσο και έργω, στον Πόντο έως το 1922 και στην Ελλάδα μετά την Καταστροφή.
Στα προλεγόμενά του στο Ημερολόγιο, ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος αποτίει φόρο τιμής στον αοίδιμο κληρικό «δι’ όσα υπέρ της αμωμήτου ημών πίστεως και του ευσεβούς ημών Γένους έπραξεν εν Πόντω και εν Δράμα».
Ο Πανάρετος Τοπαλίδης, του οποίου η προτομή κοσμεί τον αύλειο χώρο του Μητροπολιτικού Μεγάρου Δράμας, γεννήθηκε στο χωριό Φαργανάντων της επαρχίας Ροδοπόλεως του Νομού Τραπεζούντας την 1η Σεπτεμβρίου 1877 και βαπτίστηκε Παναγιώτης. Αποφοίτησε από το Γυμνάσιον Τραπεζούντος και διετέλεσε διευθυντής του σχολαρχείου Χαψίκιοϊ για τρία χρόνια πριν από την κατάταξή του στην Αδελφότητα της Ιεράς Βασιλικής Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου Βαζελώνα, όπου εξελέγη παμψηφεί ηγούμενος το 1903. Επί των ημερών του η Μονή ανακαινίσθηκε εκ βάθρων.
Μετά από ασθένεια παραιτήθηκε από ηγούμενος και πέρασε ένα διάστημα στη Ρωσία, πριν επιστρέψει στα πάτρια και συγγράψει την Ιστορία της Μονής που εκδόθηκε στην Τραπεζούντα το 1909. Την περίοδο 1911-1914 ο Πανάρετος Τοπαλίδης διετέλεσε Γενικός Αρχιερατικός Επίσκοπος της Ιεράς Μητροπόλεως Τραπεζούντος. Από το ’14 έως το ’16 βρισκόταν στη Ρωσία όπου αποκλείστηκε λόγω του πολέμου· επέστρεψε τον Απρίλιο του 1916, ενώ η Τραπεζούντα βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Ρώσων. Πηγαίνοντας στη Μονή μετά τον εκτοπισμό του τουρκικού στρατού, φρόντισε να περιθάλψει τους μοναχούς. Το εθνικό του έργο συνεχίστηκε με ταξίδια στη Ρωσία όπου συγκέντρωνε πληροφορίες για τα σχέδια των Ρώσων και τις προωθούσε εμπιστευτικά στην πρεσβεία της Ελλάδας, στην Κωνσταντινούπολη αλλά και απευθείας στην Αθήνα.
Το 1917 συμμετείχε στο Α΄ Πανελλήνιο Συνέδριο του Ελληνισμού της Ρωσίας, στο Ταϊγάνι, που κατέληξε στη διατύπωση υπομνήματος προς τη ρωσική κυβέρνηση για τα δικαιώματα του ελληνισμού.
Όταν επέστρεψε στη Μονή Βαζελώνος, απεστάλη από τον Μητροπολίτη Ροδοπόλεως στην Τιφλίδα και από εκεί εξασφάλισε βασικά αγαθά για την επιβίωση του υπό τουρκική κυριαρχία πληθυσμού, που λιμοκτονούσε.
Τα ερείπια της Μονής Βαζελώνος
Στην Τιφλίδα όμως πήρε μέρος και στο Περιφερειακό Συνέδριο Αντιπροσώπων των Ελληνικών Κοινοτήτων Καυκάσου και Αντικαυκάσου, που στόχο είχε το σχηματισμό ελληνικού στρατιωτικού σώματος το οποίο, μαζί με στρατούς άλλων εθνικοτήτων του Καυκάσου, θα παρεμπόδιζε την ανάκτηση από τους Τούρκους εδαφών που εγκατέλειπαν οι Ρώσοι.
Ο Πανάρετος Τοπαλίδης έλαβε μέρος στη Ρωσία στο κίνημα για την απελευθέρωση του Πόντου, ενώ ετέθη επικεφαλής της Υπηρεσίας Περιθάλψεως Προσφύγων και βοήθησε πλέον των 100.000 Ελλήνων προσφύγων από τον Καύκασο και τον Πόντο.
Το εθνικό του έργο συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια στον Πόντο και τη νότια Ρωσία (είχε προηγηθεί η ρωσική επανάσταση), ενημερώνοντας την Αθήνα για την κατάσταση του ελληνισμού υπό τα Σοβιέτ. Αργότερα, σημαντικό σταθμό στη ζωή του που ανέδειξε την προσφορά του, αποτέλεσε η επιλογή του από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το 1920, με αρμοδιότητα να φροντίζει στην Κωνσταντινούπολη για την παραλαβή, περίθαλψη και προώθηση στην Ελλάδα των προσφύγων από τη Ρωσία και τον Πόντο.
Ο ίδιος έφθασε στην Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1922 μαζί με τον μετατεθέντα στη Μητρόπολη Δράμας μητροπολίτη Χαλδείας-Κερασούντος Λαυρέντιο, υπό του οποίου διορίστηκε πρωτοσύγκελος.
Παν. Τοπαλίδης: Ο υπόδουλος Ελληνισμός εγκατέλειψε την Πατρίδα του και δέσμιος εις συντρίμματα ήχθη έξω των ορίων της, μακρά, πολύ μακράν…
Από το 1928, οπότε αποδήμησε ο Λαυρέντιος, έως το 1931, όταν εγκαταστάθηκε ο νέος μητροπολίτης Βασίλειος, διοικούσε την επαρχία και τη Μητρόπολη. Το 1938 έγινε πρωτοσύγκελος στη Μητρόπολη Μαρωνείας, την οποία διοίκησε μετά το θάνατο του μητροπολίτη Άνθιμου, μέχρι την εκλογή του νέου μητροπολίτη Σπυρίδωνα (Μάρτιος 1939).
Λίγες ημέρες αργότερα ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος τον διόρισε αρχιερατικό επίτροπο στα μέρη της προσφυγιάς – Νέα, Παλιά Κοκκινιά και Κορυδαλλός. Έγινε επίσης επόπτης του συνοικισμού Λιπασμάτων και εφημέριος του Αγίου Νικολάου Νέας Κοκκινιάς.
Στη Δράμα ο Πανάρετος Τοπαλίδης πρωτοστάτησε στην ίδρυση του «Μεγάρου Μουσών Παιδείας Μέσης» (Γυμνάσιο Αρρένων Δράμας).
Μέσα στην Κατοχή, ειδικότερα στις 12 Μαρτίου 1941, έλαβε εντολή από την Ιερά Σύνοδο να μεταβεί στην Κομοτηνή, έδρα της Γενικής Διοικήσεως Θράκης και της Ιεράς Μητροπόλεως Μαρωνείας και Θάσου, προκειμένου να αντιμετωπίσει αναταραχή των κατοίκων και πρόθεση εγκατάλειψης της πόλης λόγω της απειλής εισβολής Γερμανών και Βουλγάρων. Η αποστολή στέφθηκε με επιτυχία.
Η πορεία της Ιερής Εικόνας της Παναγίας Σουμελά προς το Βέρμιο, 1951
Η τελευταία πράξη της ζωής του ήταν από τη θέση τού έχοντος ανακριτικές αρμοδιότητες για αδικήματα κληρικών. Συνταξιοδοτήθηκε το 1955 και εκοιμήθη στις 3 Ιουνίου 1958. Ο τάφος του βρίσκεται στο Κοιμητήριο της Νέας Κρώμνης Δράμας.
Το Ημερολόγιο της Μητρόπολης Δράμας, που αριθμεί 88 σελίδες, περιλαμβάνει επίσης αποσπάσματα από τα έργα του μακαριστού αρχιμανδρίτη Ο Πόντος ανά τους αιώνας και Ευσεβείς στοχασμοί, που περιγράφουν συνοπτικά την ιστορική πορεία του ελληνισμού στον Πόντο από τον 10ο αιώνα μέχρι τον εκπατρισμό των Ελλήνων το 1922. Ακολουθούν εορτολόγιο, αναγνώσματα Κυριακών και μεγάλων εορτών, η διοικητική διάρθρωση της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας, ενημερωτικό για τις νηστείες και ωρολόγιο πρόγραμμα Ιερών Ακολουθιών. Επίσης, χρηστικός κατάλογος με δημόσιες υπηρεσίες και φορείς της Δράμας.
Με αφορμή την έκδοση και κυκλοφορία του εγκυκλίου ημερολογίου, ο δρ Θεολογίας Δημήτριος
Ι. Τσιανικλίδης συνέγραψε βιβλιοκρισία, την οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ.