Διαβάστε εδώ το πρώτο μέρος της έρευνας.
Το γεγονός και ο αντίκτυπος
Η σύλληψη του πλοίου «Ένωσις» έχει ξεχωριστή θέση στις τουρκικές πηγές. Περιγραφή του γεγονότος σε αδρές γραμμές έχουμε από τον Τούρκο συγγραφέα και καθηγητή δρ Figen Atabey.13 Σύμφωνα με αυτόν οι δύο κανονιοφόροι ήταν σε αναμονή για τον ερχομό του πλοίου το απόγευμα της 26ης Απριλίου του 1922. Μόλις λοιπόν εθεάθη μαύρος καπνός, κινήθηκαν προς αυτό. Εν συνεχεία διέταξαν το ελληνικό πλοίο να ακινητοποιηθεί 35 μίλια από την ακτή ενώπιον των Δαρδανελλίων. Ο κυβερνήτης του ελληνικού πλοίου δεν υπάκουσε, και οι Τούρκοι προς εκφοβισμό έριξαν μία προειδοποιητική βολή. Κατόπιν τούτου δεν υπήρχε άλλη λύση από την παράδοση. Ο κυβερνήτης της υπ’ αριθμόν 1 τουρκικής κανονιοφόρου εξεφώνησε λόγο στο κατάστρωμα του «Ένωσις», με τον οποίο εγγυήθηκε την ασφάλεια του πληρώματος, των επιβατών και των προσωπικών τους αντικειμένων. Το καταληφθέν πλοίο οδηγήθηκε στην Τραπεζούντα και αναδείχθηκε σε ένα από τα πιο ενεργά πλοία του Ανατολικού Στόλου με το όνομα «Trabzon».
Απόφαση του Κεμάλ το 1926, η οποία δίνει στους αξιωματικούς και τα πληρώματα των ατμόπλοιων που συνέλαβαν το «Ένωσις» χρηματική ανταμοιβή. Τονίζεται μάλιστα ότι αυτήν, σε όσους είχαν αποβιώσει, θα την ελάμβαναν οι απόγονοι. Atabey F., «Turkish Sailors in the period of national struggle», στο International Journal of Social Studies, No31, Winter II, 2015
Μια άλλη όμως τουρκική πηγή μάς παρουσιάζει με περισσότερες λεπτομέρειες το γεγονός και κάπως διαφορετικά. Πρόκειται για το άρθρο του Sadi Borak με τίτλο «Πώς συλλάβαμε την “Ένωση”».14 Σε αυτό το άρθρο αναφέρεται ότι ένας Τούρκος ονόματι Firuz Bey, υπάλληλος του τουρκικού προξενείου στο Νοβοροσίσκ, ανέφερε το εξής:
«Αυτές τις ημέρες θα αποπλεύσει από το Νοβορωσσίσκ ένα πλοίο με ελληνική σημαία με μεγάλες ποσότητες από χρυσό, ασήμι και διαμάντια. Το πλοίο θα πλεύσει στην Ελλάδα διά μέσου Μαύρης Θάλασσας».
Σύμφωνα με το άρθρο, οι δύο κανονιοφόροι διέκοψαν εσπευσμένα τις επισκευές στη Ρωσία για να καταδιώξουν το ελληνικό πλοίο.15 Οι δύο κεμαλικές κανονιοφόροι εισήλθαν λοιπόν νύχτα στο Νοβοροσίσκ χωρίς να γίνουν αντιληπτές ούτε από τους Σοβιετικούς ούτε και από το πλήρωμα του «Ένωσις». Οι Τούρκοι εκμεταλλευόμενοι το σκοτάδι προμηθεύτηκαν πυρομαχικά και καύσιμα. Κατόπιν απέπλευσαν από το Νοβοροσίσκ για να μην γίνουν αντιληπτοί.
Στη συνέχεια έπρεπε να αναμένουν το θήραμά τους επί δύο μέρες. Υπήρχε όμως ανάγκη μεθόρμισης γι’ αυτό το διάστημα. Για το λόγο αυτόν κατέπλευσαν σε ρωσικό λιμάνι παραπλανώντας τις σοβιετικές αρχές ότι τάχα έπιασε φωτιά η μία καμινάδα της μίας κανονιοφόρου με σκοπό να λάβουν διήμερη άδεια παραμονής.
Στις 26 Απριλίου το «Ένωσις» απέπλευσε από το Νοβοροσίσκ. Η μία κανονιοφόρος, η υπ’ αριθμόν 2, παρουσίασε βλάβη, οπότε συνέχισε την καταδίωξη μόνο η υπ’ αριθμόν 1. Τριάντα πέντε μίλια από την ακτή το «Ένωσις» διετάχθη να σταματήσει, διαταγή την οποία αγνόησε. Τότε η κανονιοφόρος 1 έριξε προειδοποιητική βολή κάνοντας τον κυβερνήτη του ελληνικού ατμόπλοιου να παραδοθεί. Εν τω μεταξύ οι βλάβες στην κανονιοφόρο 2 επιδιορθώθηκαν και έπλευσε προς την έτερη κανονιοφόρο. Το πλοίο οδηγήθηκε στην Τραπεζούντα την 1η Μαΐου, όπου και μετονομάστηκε σε «Trabzon».
Το θέατρο των γεγονότων, ο μαρτυρικός Πόντος
[Υπόμνημα: 1. Νοβοροσίσκ, 2. Γκελεντζίκ, 3. Ριζούντα, 4. Τραπεζούντα • πηγή: Google maps]
Μια νέα πληροφορία προστίθεται σχετικά με το φορτίο του πλοίου. Πρόκειται για έναν «κρυμμένο θησαυρό». Το ελληνικό πλοίο εκκενώθηκε, αλλά παρά την αξία του φορτίου του, ο «μυθικός θησαυρός» δεν ανευρέθη. Μετά από τέσσερις μήνες ο αιχμάλωτος κυβερνήτης του «Ένωσις» δέχθηκε να αποκαλύψει το θησαυρό με αντάλλαγμα την ελευθερία του. Σύμφωνα με τις υποδείξεις του, μετακίνησαν τις τάβλες του κρεβατιού της καμπίνας του ευρίσκοντας μεγάλη ποσότητα από χρυσό και ασήμι. Κατόπιν ο πρώτος μηχανικός αποκάλυψε που ευρισκόταν ο υπόλοιπος θησαυρός. Ήταν στο μέρος αποθήκευσης του κάρβουνου, στα ύφαλα του πλοίου. Ευρέθηκαν 11 σάκοι με χρυσό, συνολικής αξίας 1.000.000 λιρών.16
Από ελληνικής πλευράς εξετάστηκαν ενδελεχώς τα αρχεία της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού καθώς και του υπουργείου Εξωτερικών.
Από πλευράς ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού ανευρέθη σειρά εγγράφων που αποστέλλει ο διοικητής της Ναυτικής Βάσεως Κωνσταντινουπόλεως, αντιπλοίαρχος Σωτήριος Γιαννόπουλος προς τον πλοίαρχο Ιωάννη Ηπίτη, αρχηγό του Στόλου Α΄. Σε έγγραφο της 20 Απριλίου / 3 Μαΐου 192217 τον ενημερώνει ότι «ιδιωτικόν τηλεγράφημα εκ Νοβοροσίσκ, διαβιβασθέν εκ Ροστοβίου και Ιασίου, υπό χρονολογίαν 17/30 Απρίλιου» αναφέρει ότι «Α/ον “ΕΝΩΣΙΣ” ανεχώρησε Τετάρτη 13/26 [Απριλίου]. Φήμη κυκλοφορεί ότι συνελήφθη υπό Τουρκικού τορπιλικού». Στο ίδιο έγγραφο αναφέρεται ότι το «ειρημένον ατμόπλοιον» ανήκει στον Γεώργιο Δρακούλη και ότι κυβερνήτης είναι ο Ανδρέας Φερεντίνος. Αναφέρεται ότι το πλοίο μετέφερε «διάφορα εμπορεύματα» και ότι είχε αποπλεύσει από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό το Νοβοροσίσκ στις 12/25 Μαρτίου. Η αναφορά καταλήγει: «έπρεπε δε να είχεν ήδη επιστρέψει».
Σε επόμενο έγγραφο του διοικητού της Ναυτικής Βάσης Κωνσταντινουπόλεως προς τον αρχηγό του Στόλου Α΄ με ημερομηνία 25 Απριλίου / 8 Μαΐου και θέμα «Πληροφορίαι περί του α/ου “ΕΝΩΣΙΣ”» αναφέρεται σε πληροφορίες που έδωσε «αξιόπιστος Αρμένιος επιβάτης», ο οποίος κατέφθασε στην Κωνσταντινούπολη με γαλλικό ατμόπλοιο. Κατ’ αυτόν, λοιπόν, το ατμόπλοιο «Ένωσις» μετά τη σύλληψή του οδηγήθηκε πρώτα στην Ριζούντα, όπου αποβιβάστηκαν οι «πλείστοι των επιβατών»,18 και κατόπιν στην Τραπεζούντα, όπου και εκρατείτο ακόμη. Στην Τραπεζούντα το ατμόπλοιο χρωματίστηκε ολόκληρο μαύρο «καθώς και η καπνοδόχος και οι λέμβοι του», ενώ το πλήρωμα και οι έμποροι απομονώθηκαν στην κανονιοφόρο «Αϊδίν». Στη δεύτερη παράγραφο του εγγράφου παρατίθεται μαρτυρία Τούρκου εμπόρου από την Τραπεζούντα, ο οποίος είπε σε ομογενή ότι η «Ένωσις» ευρισκόταν από 20 Απριλίου / 3 Μαΐου «ωρμισμένη παραπλεύρως του ατμοπλοίου, όπερ προεκτείνει (ημιβυθισμένον) τον λιμενοβραχίονα της Τραπεζούντος», και ότι το πλήρωμα και οι έμποροι κρατήθηκαν αιχμάλωτοι. Το μεν πλήρωμα σε ένα καφενείο στην προκυμαία, οι έμποροι δε κρατήθηκαν σε έναν στάβλο και κατόπιν εστάλησαν στο εσωτερικό.
Στο ιστορικό αρχείο της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού ευρίσκεται σειρά εγγράφων που αποστέλλει ο Ναυτικός Διοικητής Κωνσταντινουπόλεως προς τον Αρχηγό του Στόλου Α΄ (πατήστε πάνω στη φωτογραφία για μεγέθυνση)
Σε νέο έγγραφο του διοικητή αναφέρονται εκτενέστερες πληροφορίες για την σύλληψη του ελληνικού ατμόπλοιου, προερχόμενες από Έλληνα επιβάτη από το Νοβοροσίσκ, ο οποίος είχε καταφθάσει στην Κωνσταντινούπολη με ιταλικό ατμόπλοιο, καθώς και Ελληνίδας επιβάτιδος του «Ένωσις», η οποία αφέθηκε ελεύθερη από τους Τούρκους. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες αυτές η σύλληψη του ατμόπλοιου πραγματοποιήθηκε 15 μίλια μακριά από το Γκελεντζίκ. Σύμφωνα μάλιστα με την Ελληνίδα επιβάτιδα19 του «Ένωσις», η καταδίωξη των δύο τουρκικών βενζινακάτων άρχισε «ημίσειαν ώραν μακράν του Γκελεντζίκ, όπου η “Ένωσις” είχεν αφήσει τον πλοηγόν». Ο διοικητής λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι οι πλοηγοί παραλαμβάνονταν πέντε μίλια νότια του Γκελεντζίκ, υπολόγισε ότι κατά πάσα πιθανότητα η σύλληψη έγινε 8-10 μίλια από την ακτή. Τα τουρκικά βενζινοκίνητα ήταν οπλισμένα με μικρά ταχυβόλα, ενώ τα πληρώματα έφεραν πολιτική περιβολή.
Στο τελευταίο ευρεθέν έγγραφο του διοικητή για την υπόθεση (25 Απριλίου / 8 Μαΐου) αποστέλλονται συνημμένα δύο πίνακες: ο πρώτος με τα ονόματα του πληρώματος του «Ένωσις» κατά την αναχώρησή του από την Κωνσταντινούπολη την 13η Μαρτίου του 1922, ενώ ο δεύτερος ανέφερε ονομαστικά όλα τα ελληνικά ατμόπλοια που απέπλευσαν από την Κωνσταντινούπολη και ευρίσκονταν σε ρωσικούς λιμένες.
Και στο αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών υπάρχει εκτενέστατη αλληλογραφία μεταξύ των ελληνικών Αρχών (πολιτικών και στρατιωτικών). Ξεχωριστή θέση έχουν οι εκθέσεις, οι αναφορές, καθώς και η αλληλογραφία των επιτετραμμένων του Πολεμικού Ναυτικού στην περιοχή.
Σε έγγραφο του Λιμεναρχείου Κωνσταντινουπόλεως προς το Ναυτιλιακό τμήμα της Διεύθυνσης του Εμπορικού Ναυτικού του Υπουργείου Εμπορικού Ναυτικού,20 ο λιμενάρχης Δ. Παπαμιχαλόπουλος αναφέρεται στο ατμόπλοιο «Ένωσις». Όσον αφορά το περιστατικό της σύλληψης, υπάρχει συμφωνία με τις τουρκικές πηγές. Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι από το πλήρωμα και τους επιβάτες αφέθησαν ελεύθεροι μόνο όσοι είχαν ουδέτερη υπηκοότητα ή προστασία κάποιας ουδέτερης χώρας. Από το πλήρωμα και τους επιβάτες μόνο 20 πληρούσαν τις προϋποθέσεις (5 άνδρες του πληρώματος και 15 επιβάτες). Οι υπόλοιποι 13 του πληρώματος και οι 55 επιβάτες κρατήθηκαν ως αιχμάλωτοι. Γίνεται αναφορά και στο εμπόρευμα. Το πλοίο μετέφερε «μεγάλης αξίας πλακών χρυσού και αργύρου» καθώς και διάφορα εμπορεύματα, τα οποία κρατήθηκαν από τους κεμαλικούς. Επίσης συνελήφθησαν και οι φορτωτές του σταλέντος φορτίου στο Νοβοροσίσκ από τους οποίους αφαιρέθηκε το τίμημα του πωληθέντος φορτίου τους, ήτοι 15.500 λίρες.
Οι ελληνικές πηγές δείχνουν να υποβαθμίζουν το μέγεθος της λείας. Για τη σημαντικότητα της σύλληψης δέον να γίνει μια παρένθεση από την τουρκική πλευρά. Πολύ αργότερα, το 1926, ο ίδιος ο Μουσταφά Κεμάλ απέδωσε με διάταγμα21 χρηματική ανταμοιβή στους αξιωματικούς και τα πληρώματα των κανονιοφόρων που συνέλαβαν το «Ένωσις». Γίνεται μάλιστα ειδική μνεία στο εν λόγω διάταγμα σε όσους είχαν αποβιώσει, ότι δηλαδή την ανταμοιβή θα την ελάμβαναν οι νόμιμοι κληρονόμοι.
Έτερη τουρκική πηγή22 κάνει εκτενέστατη αναφορά στη λεία. Σύμφωνα με αυτήν, το Ναυτικό Δικαστήριο της Σαμψούντας απεφάνθη πως η κατάληψη του «Ένωσις» έγινε σύμφωνα με το Νόμο και το Διεθνές Δίκαιο, κατοχυρώνοντας τη λεία που βρέθηκε στα αμπάρια. Αυτή περιελάμβανε διάφορα εμπορεύματα, γραφομηχανές, δέρματα ζώων αξίας 200.000 λιρών, χαλιά από το Ιράν (Περσία), έντερα ζώων, αλλά και ζωντανά.
Η κεμαλική κανονιοφόρος Aydinreis – Atabey F., «Turkish Sailors in the period of national struggle», στο International Journal of Social Studies, No31, Winter II, 2015
Η ίδια πηγή αναφέρει ότι τέσσερις ολόκληρους μήνες μετά την κατάληψη του ατμόπλοιου ήρθαν νέες πληροφορίες από ανάκριση αιχμαλώτου, και κατόπιν νέας έρευνας βρέθηκαν στο μηχανοστάσιο 11 σακιά με χρυσό και ασήμι, συνολικής αξίας 500.000 λιρών, όταν ολόκληρο το πλοίο αποτιμήθηκε στις 60.000 λίρες. Συνολικά, σύμφωνα πάντα με την πηγή, η λεία της κατάληψης του «Ένωσις» –χωρίς να υπολογίζονται τα διάφορα εμπορεύματα και τα χαλιά, παρά μόνο τα δέρματα (200.000)– ανήλθε στο ποσό των 760.000 λιρών. Κλείνοντας την παρένθεση δέον να αναφερθεί ότι με απόφαση του δικαστηρίου της Σαμψούντας, τα πληρώματα των δύο κανονιοφόρων έλαβαν ως αμοιβή το ήμισυ της αξίας του πλοίου, δηλ. 30.000 λίρες, οι οποίες και διαμοιράστηκαν.23
Σύμφωνα με έτερη αναφορά του λιμενάρχη Κωνσταντινουπόλεως,24 οι αιχμάλωτοι είχαν σταλεί στον Όφι και από εκεί θα στέλνονταν στο Ερζιγκιάν.25 Ακολουθεί σημαντικότατη έκθεση26 του λιμενάρχη. Σε αυτήν κατονομάζονται τα πέντε μέλη του πληρώματος τα οποία αφέθηκαν ελεύθερα. Αυτοί ήταν οι Κωνσταντίνος Καλουτάς (β΄ μηχανικός), Αντ. Βλησμάς (αρχιθερμαστής), Παντελής Καραγιάννης (ναύτης), Παναγ. Σιδερόπουλος (θαλαμηπόλος) και Πέτρος Μπόικος (θερμαστής). Ο τελευταίος προσελήφθη στο Νοβοροσίσκ. Επίσης αφέθησαν ελεύθεροι και δύο επιβάτες, οι Αναστ. Καγγέλης και Χαρ. Ματσιάτος. Αυτοί κατάφεραν να αποδείξουν ότι διέθεταν «ξένη υπηκοότητα ή ειδικήν προστασίαν».
Ο ναύτης Π. Καραγιάννης, του οποίου τη μαρτυρία ο λιμενάρχης θεωρεί αξιόπιστη, περιέγραψε με λεπτομέρεια το γεγονός:
Τα δύο κεμαλικά σκάφη προσέγγισαν το ελληνικό ατμόπλοιο στην παράλλαξη του φάρου της Ντούμπας (Doob point). Τα κεμαλικά σκάφη πλησίασαν και έγιναν αντιληπτά μόλις στα πενήντα μέτρα. Ένα από αυτά πλησίασε, και αφού εξακρίβωσε το όνομα του πλοίου, άναψε τα φώτα του, ενώ ο κυβερνήτης του φώναξε αγγλιστί στον κυβερνήτη του «Ένωσις» να σταματήσει. Επειδή δεν έλαβε καμία απάντηση, επανέλαβε την διαταγή ρίχνοντας και προειδοποιητική βολή. Στην συνέχεια εμφανίστηκε και από την άλλη πλευρά, τη δεξιά του ελληνικού ατμόπλοιου, το έτερο σκάφος. Μετά από ένα τέταρτο της ώρας το κεμαλικό βενζινόπλοιο, το ευρισκόμενο στα δεξιά του ελληνικού ατμόπλοιου, το συνέλαβε και ανέβηκε στο κατάστρωμα του «Ένωσις» ο Τούρκος κυβερνήτης θέτοντας πορεία προς Βατούμ. Υπολογίζεται ότι το πλοίο συνελήφθη 8-9 μίλια από τις ρωσικές ακτές.
Τα τουρκικά αυτά πλοία είχαν εισέλθει στο λιμάνι του Νοβοροσίσκ επανειλημμένα κατά το δεκαπενθήμερο που ευρισκόταν το «Ένωσις» εκεί, και «ετέλουν εν γνώσει του πολυτίμου φορτίου, όπερ παρέλαβεν». Τρεις ημέρες προ του απόπλου του ελληνικού ατμόπλοιου είχαν αποπλεύσει χωρίς να επιστρέψουν, ενώ τις προηγούμενες φορές επέστρεφαν αυθημερόν ή το αργότερο την επομένη. Τα κεμαλικά σκάφη ήταν εξοπλισμένα με ένα ταχυβόλο και δύο πυροβόλα. Δεν έφεραν εμφανώς τουρκική σημαία, αλλά την ύψωσαν όταν πλησίασαν τις τουρκικές ακτές. Τα πληρώματά τους έφεραν είδος στολής «μετά πιλίσκου του Τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού», ενώ οι κυβερνήτες είχαν πολιτική περιβολή και καλπάκια «εκ των χρησιμοποιουμένων παρά των Κεμαλικών αξιωματικών». Στην Τραπεζούντα, όπου οδηγήθηκε το «Ένωσις», ο ενεργήσας την σύλληψη και αναλαβών τη διακυβέρνηση Ιζέτ φόρεσε «την ναυτικήν στρατιωτικήν στολήν του, άνευ όμως σειρίδων ενδεικτικών του βαθμού του». (Συνεχίζεται)
Έρευνα: Αλέξανδρος Αποστολίδης, Παναγιώτης Γέροντας.
- Αναδημοσίευση από το τεύχος 595 της Ναυτικής Επιθεώρησης της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού.
_____
13. Atabey F., «Turkish Sailors in the period of national struggle», στο International Journal of Social Studies, No31, p 99-112, Winter II, 2015.
14. Borak S., Enosis’i Nasıl Zaptettik?, Hayat Tarih Mecmuasi, July 1969.
15. Η διαταγή είχε ως εξής: «Στον λιμένα του Νοβορωσσίσκ είναι αγκυροβολημένο ένα ελληνικό πλοίο με το όνομα Ένωσις, το οποίο μεταξύ άλλων θα μεταφέρει μεγάλες ποσότητες χρυσού. Διατάσσονται τα κ/φ νο.1 και νο.2 να το κατασχέσουν, έχοντας υπόψη πως όλες οι ενέργειες κατάσχεσης του Ένωσις θα πρέπει να είναι σύννομες με το Διεθνές Δίκαιο και να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε αυτό». Η διαταγή κατάληψης του «Ένωσις» ήρθε προς τους Κυβερνήτες των Κανονιοφόρων από τον Ναυτικό Διοικητή Τραπεζούντας Fahri Bey, μαζί με αυστηρούς κανόνες εμπλοκής, καθώς και αναλυτικές οδηγίες:
- Δεδομένου ότι οι κανονιοφόροι δεν έφεραν οπλισμό, διατάχθηκε το πλοίο «Sahin» να μεταφέρει τον οπλισμό των κανονιοφόρων με άκρα μυστικότητα από την Τραπεζούντα στο Νοβοροσίσκ, όπου και ευρίσκοντο οι κανονιοφόροι.
- Κατόπιν, θα μεταφερθούν στα κ/φ 1 και 2 με άκρα μυστικότητα.
- Δύο μέρες πριν από τον απόπλου του «Ένωσις», προκειμένου να μην κινήσουν υποψίες, τα κ/φ θα αποπλεύσουν του Νοβοροσίσκ και θα μεταβούν στον λιμένα του Γκελεντζίκ προκειμένου να περιμένουν το «Ένωσις» να καταπλεύσει εκεί.
- Κατά τον απόπλου, κάθε κ/φ θα πάρει μαζί του τροφοδοσία για 15 ημέρες και 2 τόνους βενζίνης για καύσιμα.
- Η κατάληψη θα έπρεπε να γίνει με πάσα νομιμότητα, ώστε να μην μπορεί να αμφισβητηθεί σε οποιοδήποτε δικαστήριο κατέφευγε η ελληνική ή ακόμα και η σοβιετική πλευρά.
- Προκειμένου να μην υπάρξουν ενδείξεις παραβίασης του Διεθνούς Δικαίου, ένα από τα δύο κ/φ θα βγάλει μαύρο καπνό, προφασιζόμενο ότι έχει βλάβη, ώστε να του επιτραπεί η είσοδος στο λιμάνι του Γκελεντζίκ.
- Η κατάληψη του «Ένωσις» θα γίνει σύμφωνα με το Διεθνές Ναυτικό Δίκαιο, ανεβάζοντας μόνο τέσσερα άτομα πάνω στο κατάστρωμα του «Ένωσις» κατά τη διενέργεια της κατάληψής του.
- Αφού ολοκληρωθεί η κατάληψη, θα πάρει ρότα προς το Βατούμ συνοδευόμενο από τα κ/φ, και 30 μίλια πριν το Βατούμ θα αλλάξει πορεία προς τον πλησιέστερο τουρκικό λιμένα.
- Στον τουρκικό λιμένα όπου θα καταπλεύσει, θα παραλάβει μια διμοιρία στρατιωτών οι οποίοι θα το συνοδεύσουν μέχρι την Τραπεζούντα, που είναι και ο τελικός τους προορισμός.
- Αν συναντήσουν εχθρικό πλοίο, η εντολή είναι ξεκάθαρη: «Βουλιάξτε το “Ένωσις”».
Οι εντολές εφαρμόστηκαν κατά γράμμα από τους κυβερνήτες των κ/φ. Ο κυβερνήτης της κ/φ νο.1, υποπλοίαρχος Necati, μετέβη στην Τραπεζούντα με το πλοίο «Αlemdar», φόρτωσε τα όπλα στο ατμόπλοιο «Sahin», και στις 18 Απριλίου έφτασε στο Νοβοροσίσκ και με άκρα μυστικότητα μεταφόρτωσε τον οπλισμό από το «Sahin» στα κ/φ, καθιστώντας τα πλέον ετοιμοπόλεμα· Yüksek Lisans Tezi, Kurtuluş Savaşi Dömeninde Denizcilik Faaliyetleri, Ankara 2007.
16. Η πηγή δεν μας ξεκαθαρίζει σε τι είδους λίρες μετράται η αξία. Πιθανότατα σε τουρκικές λίρες.
17. Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού, Αρχείο 1922.
18. Πολλοί από τους οποίους ήταν πρόσφυγες.
19. Αρ. Πρωτ. Εμπ. 93 / 11 (24) Μαΐου 1922, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού, Αρχείο 1922.
20. Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Κεντρική Υπηρεσία, Αρ. Φακέλου 19, Αρ. Υποφακέλου 2, Λιμεναρχείο Κωνσταντινουπόλεως, Αρ. Πρωτ. 927 / 21 Οκτωβρ. 1922, Περί των συλληφθέντων μέχρι τούδε Ελληνικών Πλοίων εν τη Μαύρη Θαλάσση.
21. Atabey F., «Turkish Sailors in the period of national struggle», στο International Journal of Social Studies, No31, p 99-112, Winter II, 2015.
22. Yüksek Lisans Tezi, Kurtuluş Savaşi Dömeninde Denizcilik Faaliyetleri, Ankara 2007, σ. 126 -129.
23. Όπ.π.
24. Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Κεντρική Υπηρεσία, Αρ. Φακέλου 19, Αρ. Υποφακέλου 2, Λιμεναρχείο Κωνσταντινουπόλεως, Αρ. Πρωτ. 388 / 24 Μαΐου 1922.
25. Η αρχαία ελληνική πόλη Αρσίγγη.
26. Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, Κεντρική Υπηρεσία, Αρ. Φακέλου 19, Αρ. Υποφακέλου 2, Ναυτική Βάση Κωνσταντινουπόλεως, Αρ. Πρωτ. 382 / 28 Μαΐου 1922.