Όρκος στη μνήμη της μητέρας του, καθώς και στη μνήμη των υπολοίπων προσφύγων που βρέθηκαν στον ανεμοστρόβιλο του ξεριζωμού, αποτελεί το βιβλίο Σινώπη – Με τη μάνα γύρα απ’ το μαγκάλι, όπως το περιέγραψε ο ίδιος ο συγγραφέας, στρατηγός εν αποστρατεία Πέτρος Αρταβάνης, κατά την παρουσίασή του στην Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης, την Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου.
Ένα βιβλίο, στο οποίο συγκεντρώνει τις διηγήσεις της μητέρας του –πρόσφυγα πρώτης γενιάς από τη Σινώπη– τις οποίες κατάφερε να εκμαιεύσει από παιδί ακόμα, μετά από βομβαρδισμό ερωτήσεων, γύρω από το μαγκάλι στο πατρικό του σπίτι, την ώρα που εκείνη έπλεκε.
«Οι πρόσφυγες απέφευγαν να μιλήσουν για όσα πέρασαν, για να μην τα θυμούνται, αλλά και για να μην επιφορτίσουν τους απογόνους τους.
»Όσα άκουσα από τη μάνα μου αποτελούν μαρτυρίες που επιβεβαιώνουν τους όρους της γενοκτονίας, του ξεριζωμού και της προσφυγιάς. Ας μην πετάμε κορώνες, ειδικά από υπεύθυνες θέσεις, όπως εθνοκάθαρση αντί για Γενοκτονία και συνωστισμός αντί για ξεριζωμό», σημείωσε συγκινημένος ο Πέτρος Αρταβάνης.
Ο ίδιος ανέφερε ακόμα ότι σκοπός του πονήματός του, όπως το χαρακτήρισε, είναι να παραδώσει όλα όσα αφορούν τη Σινώπη, τη μάνα όλων των άλλων πόλεων του Πόντου, και σημείωσε ότι τα τρία στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους πρόσφυγες είναι θέληση, πίστη και δύναμη.
Γιάννης Αποστολίδης και Σάββας Καλεντερίδης
Ιστορία, μυθοπλασία και παραμυθία
Την εκδήλωση άνοιξε ο πρόεδρος της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης Γιάννης Αποστολίδης, ο οποίος χαρακτήρισε το βιβλίο ως ένα συνδυασμό ιστορίας, μυθοπλασίας και παραμυθίας. «Με το που ανοίγει κάποιος το βιβλίο, αντιλαμβάνεται την αξία του. Είναι μία πολύτιμη έκδοση αντάξια της αξίας του βιβλίου. Ως βασικά ιστορικά γεγονότα έχει τη Γενοκτονία και τον ξεριζωμό. Τη Γενοκτονία των Ποντίων και των άλλων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, η οποία ήταν χειρότερη από τη Γενοκτονία των Αρμενίων και το Ολοκαύτωμα των Εβραίων.
»Αυτό διότι η διεθνής κοινότητα έδωσε πατρίδα στους Εβραίους, ενώ οι Αρμένιοι δεν έχασαν ποτέ την πανάρχαια πατρίδα τους. Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, όμως, αφανίστηκαν από τη γη τους. Δυστυχώς, έχει πλήξει εθνική παράνοια το λαό μας να έχουμε περί πολλού τον Κεμάλ. Αυτό οδήγησε στα Σεπτεμβριανά, στον Αττίλα και στην πρόσφατη δήλωση του Ερντογάν για τη Συνθήκη της Λοζάνης», σημείωσε ο Γιάννης Αποστολίδης.
«Έκπληξη για μένα το βιβλίο»
Στη συνέχεια πήρε το λόγο ο εκδότης του βιβλίου, Σάββας Καλεντερίδης, ο οποίος ανέφερε ότι γνωρίζει το συγγραφέα από τη Σχολή Ευελπίδων, όταν ο ίδιος ήταν νέος αξιωματικός τότε, αλλά και από τις ειδικές δυνάμεις του στρατού.
«Αυτός ήταν ο ένας λόγος που με οδήγησε να εκδώσω το βιβλίο. Ο δεύτερος ήταν, επειδή πιστεύω ότι η πατρίδα ξοδεύει πολλά για τη μόρφωση και την επιμόρφωση των αξιωματικών, αλλά αποστρατεύονται νωρίς και μπαίνουν στο περιθώριο από το πολιτικό και πνευματικό γίγνεσθαι. Πάντα πίστευα ότι θα έπρεπε να τους δίνεται η δυνατότητα να εκφράζονται στην κοινωνία. Γι’ αυτό έχω εκδώσει πολλά βιβλία αξιωματικών».
Ο Σάββας Καλεντερίδης σημείωσε ακόμα ότι το βιβλίο για τη Σινώπη ήταν έκπληξη για εκείνον και το ενδιαφέρον του εντάθηκε, όταν αντιλήφθηκε ότι πρόκειται για θησαυρό.
«Θησαυρός, διότι ο ίδιος και τα αδέλφια του κατέγραψαν τις αναμνήσεις της μάνας τους, που γεννήθηκε στη Σινώπη και έζησε όλα τα γεγονότα του ξεριζωμού.
»Ο χαρακτήρας του συγγραφέα αντικατοπτρίζει το χαρακτήρα των προγόνων μας. Είναι το ίδιο καθαρός και δυνατός. Το βιβλίο καλύπτει ένα μεγάλο κενό στην ιστορία, στη λογοτεχνία και στο θέμα των μαρτυριών», υπογράμμισε ο Σάββας Καλεντερίδης.
«Λογοτεχνική φλέβα»
Για συγγραφέα που απέδειξε ότι διαθέτει λογοτεχνική φλέβα έκανε λόγο, αναφερόμενος στον Πέτρο Αρταβάνη, ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Τάσος Κοντογιαννίδης. «Έκανε κάτι απλό και φυσικό, που όμως λίγοι το τολμούν. Μελέτησε αρχεία και συγκέντρωσε στοιχεία για την καταγωγή των προγόνων του και στη συνέχεια έγραψε το βιβλίο.
»Φωτίζει τη δράση των Νεότουρκων με ημερομηνίες και πολλές μαρτυρίες. Είναι ένα βιβλίο καταπληκτικό.
»Περιγράφει με ζηλευτό τρόπο την ιστορία της Σινώπης από την αρχαιότητα έως σήμερα, τους διωγμούς από τους Τσέτες, τα παιδιά που πέθαιναν από την πείνα και έμεναν τα κορμάκια τους άταφα βορά στα όρνεα, τους απαγχονισμούς, τον ξεριζωμό. Το βιβλίο θα μείνει ένα σημαντικό γραπτό μνημείο στις επόμενες γενιές».
Ο Τάσος Κοντογιαννίδης (φωτο) σε μια στιγμή συναισθηματικής φόρτισης περιέγραψε στους παριστάμενους πώς έχασε τη γιαγιά του, τη μητέρα του πατέρα του, από τη δράση των Τσετών στον Πόντο. Έγινε, όταν ένας Τσέτης έστρεψε το όπλο του στον 2,5 ετών τότε πατέρα του, για να μαρτυρήσει η γιαγιά του που βρίσκονταν ο παππούς του. Η μάνα αντέδρασε, χτύπησε το όπλο και ο Τσέτης την πυροβόλησε. Συγχωριανοί του βρήκαν μετά από ώρες τον μπαμπά του μισολιπόθυμο πάνω στα ματωμένα φουστάνια της μητέρας του.
«Αυτοί ήταν οι Τσέτες. Δεν υπάρχει ποντιακή οικογένεια που να μην έχει νεκρό στη Γενοκτονία. Θλίβομαι όταν βγαίνουν κάποιοι και λένε ότι δεν έγινε Γενοκτονία αλλά εθνοκάθαρση.
»Θλίβομαι για τους Πόντιους βουλευτές, οι οποίοι μένουν πιστοί στην κομματική τους πειθαρχία και δε λένε τίποτα γι’ αυτά», τόνισε ο ομιλών.
Ο Τάσος Κοντογιαννίδης στο τέλος της ομιλίας του σημείωσε ότι ο μεγάλος ηθοποιός Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν από τη Σινώπη και το καυχιόταν, ενώ Πόντιος από τη μητέρα του ήταν και ο Δημήτρης Χορν. Μάλιστα, ανέφερε διαλόγους στην ποντιακή διάλεκτο μεταξύ του Δημήτρη Χορν και του επίσης γνωστού Πόντιου ηθοποιού Περικλή Χριστοφορίδη.
Η «σκύλα μάνα»
Στο τέλος της παρουσίασης του βιβλίου ο Σάββας Καλεντερίδης διάβασε ένα συγκινητικό απόσπασμα από το βιβλίο Σινώπη – Με τη μάνα γύρα απ’ το μαγκάλι. Αυτό που αναφέρεται στη «σκύλα μάνα», μία πρόσφυγα πρώτης γενιάς από την Κερασούντα, η οποία έχασε τον άντρα της στον Πόντο από τους Τσέτες και τα τρία παιδιά της στις πορείες του ξεριζωμού, αφήνοντας άταφα τα κορμάκια τους επειδή δεν επέτρεπαν οι Τούρκοι να τα θάψει.
Όπως αναφέρει στο βιβλίο ο συγγραφέας, η γυναίκα κατέληξε στην Πρέβεζα –εκεί γεννήθηκε ο Πέτρος Αρταβάνης– ζούσε σε χαλάσματα και από τον πόνο της έχασε τα λογικά της και νικήθηκε από το ποτό. Η ίδια χαρακτήριζε τον εαυτό της, παραμιλώντας, ως σκύλα μάνα που άφησε άταφα τα παιδιά της. Με τον ίδιο χαρακτηρισμό, «σκύλα μάνα», τα παιδιά την κορόιδευαν κι εκείνη τους έδιωχνε και τους πετροβολούσε. Ίσως διότι ήθελε να την αφήσουν στην ησυχία της, ίσως επειδή δεν μπορούσε να αντέξει τη θύμηση των δικών της παιδιών…
Κείμενο, φωτο: Ρωμανός Κοντογιαννίδης