Τα βιώματα που δυστυχώς έγιναν μετά αναμνήσεις και έπειτα ιστορίες που έλεγαν οι παππούδες και οι γιαγιάδες για τον Πόντο στιγμάτισαν τη ζωή κάθε απόγονου ξεριζωμένου από την πατρίδα Ποντίου. Εκείνοι όμως ήξεραν και ταυτότητα και πατρίδα. Κι ας ήταν μακριά. Τι συνέβη όμως με τους ανθρώπους που έμειναν πίσω αλλά εξακολουθούσαν να ακούν τη διάλεκτο στις οικογένειές τους; Μια απάντηση δίνει ο Πόντιος ερευνητής και συγγραφέας Ομέρ Ασάν που από την παιδική του ηλικία άρχισε να αναζητά την αληθινή του ταυτότητα και μέσα από αυτήν την αναζήτηση ερωτεύτηκε τον γοητευτικό ήχο της ποντιακής λύρας.
Τα αισθήματά του για τον ποντιακό πολιτισμό τα αποτύπωσε στο νέο του βιβλίο «Η κεμεντζέ του Νίκου», η παρουσίαση του οποίου έγινε από τις εκδόσεις Iason Books στις 16 Σεπτεμβρίου στο Polis Art Café.
Ο Ομέρ Ασάν ξεκίνησε μιλώντας στα ελληνικά, αλλά λόγω δυσκολίας πέρασε στην ποντιακή διάλεκτο της περιοχής του Όφι της Τραπεζούντας, έπειτα από παράκληση του κοινού. Εκείνος τους προειδοποίησε ότι δεν θα ήταν εύκολο να καταλάβουν το ιδίωμα, όμως για λίγο, μέχρι να γυρίσει στα τουρκικά για λόγους που εξήγησε, τον παρακολούθησαν προσεκτικά. Ίσως γιατί τους συνέδεαν κοινές αναμνήσεις, κοινά βιώματα από την περιοχή του Πόντου, ή οι ιστορίες που άκουγαν μικροί από τους παππούδες τους.
Ο Ομέρ Ασάν μίλησε για τα παιδικά του χρόνια και τις κρίσιμες στιγμές που τον ώθησαν να ερευνήσει τον ποντιακό πολιτισμό
«Έξι χρόνια ήμουν στα παρχάρια μαζί με τη γιαγιά μου. Πάντα ρωμαίικα μιλούσε, αν και ήξερε και λίγα τούρκικα. Σήμερα, όμως, θα σας μιλήσω στα τουρκικά γιατί είμαι συναισθηματικά φορτισμένος και αλλιώς δεν θα μπορέσω να εκφραστώ όπως θέλω. Από τη στιγμή που γεννήθηκα θυμάμαι να γίνονται πραξικοπήματα στην Τουρκία. Ο πατέρας μου ήταν αντιστασιακός· κι εγώ έτσι συμμετείχα στην αντίσταση. Περάσαμε δύσκολα χρόνια.
»Πηγαίνω πολύ συχνά στο χωριό όπου γεννήθηκα. Ακούγοντας τον παππού μου άρχισα να σκέφτομαι ποιοι είμαστε εμείς, γιατί μιλάει ελληνικά. Πάντα είχα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιστορία, κι έτσι αποφάσισα να το ψάξω. Ντράπηκα όμως όταν έμαθα ότι δεν ήξερα τίποτα για την ιστορία της πατρίδας μου. Κι έτσι άρχισα να περισυλλέγω ό,τι έβρισκα για τον Πόντο και έφτασα ακόμα και στην Ελλάδα. Είκοσι πέντε χρόνια ασταμάτητα διαβάζω για τον Πόντο» είπε ο Ομέρ Ασάν.
Ο συγγραφέας και εκδότης Αλέκος Παπαδόπουλος, που ήταν ανάμεσα στους ομιλητές της εκδήλωσης, είπε στην παρέμβασή του ότι ο Ασάν «είναι φίλος των Ελλήνων, φίλος των Ποντίων, ιδιαίτερα όμως φίλος γκαρδιακός αυτών που ξεριζώθηκαν από τη γη τους και σκόρπισαν άθελά τους. Ο Ομέρ είναι συγγραφέας, λαογράφος, όμως πρώτα απ’ όλα είναι ερευνητής της ρωμαίικης γλώσσας, της ποντιακής. Ως σήμερα ένα μέρος του πληθυσμού του Πόντου την θεωρεί μητρική του γλώσσα και συνεχίζει να την ομιλεί με τις αποχρώσεις που είχε πριν και μετά από την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923».
Ο πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών Χρήστος Γαλανίδης συγκινημένος μιλούσε για την πατρίδα του, τον Πόντο
Και ο πρόεδρος της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών Χρήστος Γαλανίδης είχε να πει τα καλύτερα λόγια για τον συμπατριώτη του: «Ο Ομέρ Ασάν, σαν ένα αηδόνι από την Ανατολή, μας μεταφέρει αμέτρητα μηνύματα από την πατρίδα και μας οδηγεί σε μια φωτεινή συνομιλία μέσα από τα έξι διηγήματα που περιέχονται στο βιβλίο του. Μετά από πολλά χρόνια έφτασα στη διαπίστωση ότι πατρίδα μας είναι τα παιδικά μας χρόνια, κάτι που επισημαίνει και ο Ομέρ Ασάν στο πρώτο διήγημά του Η κεμεντζέ του Νίκου, που αποτελεί και τον τίτλο του βιβλίου. Ο συγγραφέας μας, ερωτευμένος με το μυστικό και ιερό ηχόχρωμα του ρυθμού της κεμεντζέ που έχει μείνει στο αίμα μας, στο αίμα όλων των Ποντίων, μας περιγράφει της ομορφιές της φύσης της πατρίδας.
»Είναι ένας έρωτας δίχως τέλος ο οποίος τον οδήγησε στη Θεσσαλονίκη για να αναζητήσει κοινές ρίζες, κοινές μουσικές».
Ο ιστορικός και συγγραφέας Βλάσης Αγτζίδης δήλωσε πως του φαινόταν πολύ δύσκολο στο χρόνο που είχε διαθέσιμο να μιλήσει με πληρότητα για τον εκλεκτό του φίλο Ομέρ Ασάν. «Δεκαοχτώ χρόνια έχουν περάσει από τότε που παρουσιάσαμε το πρώτο βιβλίο του Ομέρ Ασάν Ο πολιτισμός του Πόντου. Από τότε έχουν γίνει πολλά, και στην Τουρκία και στην Ελλάδα. Ο Ομέρ Ασάν είναι ένας από τους πρωτοπόρους των ελληνοφώνων της Τουρκίας που εργάστηκε σε μια εποχή πάρα πολύ δύσκολη για την Τουρκία όταν επικρατούσε ο εθνικισμός και το βαθύ κράτος. Η κυριαρχία ήταν τόσο έντονη που ακόμα κι ένα πολιτιστικό βιβλίο, όπως ήταν το πρώτο του, ήταν η αιτία για να κατηγορηθεί για προπαγάνδα.
Ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης πρόσφερε για άλλη μια φορά στο κοινό μια εμπεριστατωμένη και επιστημονική ανάλυση
των συνθηκών στην Τουρκία
»Οι άνθρωποι που έρχονται σε ρήξη με το δικό τους κράτος, με τη δική τους εξουσία, το πληρώνουν με διώξεις και φυλακίσεις. Όλη αυτή η προσπάθεια αναζήτησης μιας ταυτότητας από τον Ομέρ Ασάν δεν οφειλόταν σε μια λαογραφική ανάμνηση αλλά σε ένα τραύμα, από τα κενά που υπήρχαν στον καθημερινό ορατό του κόσμο» σημείωσε ο Βλ. Αγτζίδης.
«Η ποντιακή λύρα ή κεμεντζέ, το παραδοσιακό μουσικό όργανο των Ποντίων, ήταν το μέσο επιβίωσης στη προσφυγιά αλλά και ο συνδετικός κρίκος με όσα έμειναν πίσω. Είναι ένα σύμβολο πολιτιστικής ταυτότητας. Αναπαριστά μια κουλτούρα από το παρελθόν», είπε η συντονίστρια της εκδήλωσης Ελισάβετ Χαριτωνίδου-Κόβη. «Ο οίκος Iason έδωσε μια νέα πνοή στην ελληνική λογοτεχνία γιατί συνεργάστηκε και συνεργάζεται με ξεχωριστούς συγγραφείς της τουρκικής λογοτεχνίας. Η εκδότρια Σεμπνέμ Σεμπι μετέφρασε η ίδια το βιβλίο του Ομέρ Ασάν.
»Οι μουσικές και οι ποντιακοί χοροί που μας ενώνουν, εύχομαι να ενώνουν και όλους τους λαούς. Το ζητούμενο είναι ο χορός, η παράδοση, η φιλία, η αλληλογνωριμία των πολιτισμών και των εθίμων να γίνουν μια γέφυρα φιλίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας».
Παρούσα στην εκδήλωση ήταν και η εκδότρια του οίκου Iason Books Σεμπνέμ Σεμπί, η οποία δήλωσε συγκινημένη και ευχαρίστησε τον κόσμο για τη θερμή υποδοχή του και για την αγάπη που της έδειξαν εδώ στην Ελλάδα.
Η ποντιακή λύρα με το χαρακτηριστικό ηχόχρωμά της τους ταξίδεψε όλους στις περιοχές του Πόντου
Η ηθοποιός Άννα Τζανακάκη διάβασε αποσπάσματα από το βιβλίο κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, και μαζί με τον ήχο της λύρας του Χαράλαμπου Μουρούζη ταξίδεψαν τον κόσμο στις αναμνήσεις του Ομέρ Ασάν από την περιοχή του Πόντου, από τα παρχάρια και τη γλυκιά κεμεντζέ.
Στο τέλος της εκδήλωσης η τραγουδίστρια Καλλιόπη Βέττα, ο συνθέτης Γιάννης Ιωάννου στο πιάνο και οι τραγουδιστές Δημήτρης Ερατεινός και Πάνος Λαμπρίδης παρουσίασαν με μοναδικό τρόπο μουσικά κομμάτια για την ξενιτιά και την προσφυγιά.
Κείμενο, φωτογραφίες: Κώστας Τσενκελίδης.