Η επιχείρηση των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων με την κωδική ονομασία «Ασπίδα του Ευφράτη» βρίσκεται στην όγδοη μέρα της. Η Τουρκία συνεχίζει να εξοπλίζει τους αντάρτες του Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA), ενώ την ίδια ώρα εικόνες στρατιωτικών πομπών αποδεικνύουν ότι τουρκικά άρματα και τεθωρακισμένα μεταφέρονται από την Άγκυρα, την Κωνσταντινούπολη και άλλες περιοχές στο εξελισσόμενο μέτωπο στα νότιά της.
Οι επιχειρήσεις προπαγάνδας, επίσης, καλά κρατούν, αφού το οπτικοακουστικό υλικό που προβάλλεται στις τουρκικές εφημερίδες και τους τηλεοπτικούς σταθμούς δείχνει πρώην κατοίκους της Τζαραμπλούς –ή υποτιθέμενους μάλλον πρώην κατοίκους της Τζαραμπλούς, τοποθετημένους από το τουρκικό κράτος επί σκοπώ αλλοίωσης του πληθυσμού– να μαγειρεύουν και να συνεχίζουν τις δραστηριότητές τους(!), χωρίς καμιά ανησυχία, λόγω της προστασίας που απολαμβάνουν από την τουρκική στρατιωτική μηχανή.
Ο ακριβής όρος βέβαια δεν είναι απελευθέρωση, αλλά ανάκτηση των χωριών από τις SDF, καθώς αποτελεί κοινό τόπο ότι ο FSA μέχρι πρότινος συνεργαζόταν ανοιχτά με τον ISIS που κατείχε αυτές τις κατοικημένες περιοχές. Συγχρόνως, η Τουρκία εξαπολύει βομβαρδισμούς συχνά πυκνά και στο καντόνι του Αφρίν, από το οποίο δεν είχε δεχθεί ποτέ επιθέσεις στο τουρκικό έδαφος, αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι η δικαιολογία που χρησιμοποιήθηκε για την εισβολή στη Βόρεια Συρία, της δήθεν αυτοάμυνας, ήταν επίπλαστη.
Στην αντίπαλη όχθη, οι SDF κατά τα φαινόμενα ενεργούν ως εξής:
- Πρώτον, προσπαθούν να διαφυλάξουν τις απελευθερωμένες περιοχές των τριών καντονιών, ήτοι του Τζίζρε, του Κομπάνι και του Αφρίν.
- Δεύτερον, κάνουν συγκέντρωση δυνάμεων στα περίχωρα της Μένπετζ, αναμένοντας τη διαφαινόμενη επίθεση του τουρκικού στρατού και των ανταρτικών του ομάδων.
- Τρίτον, έχουν επιλέξει ήπιους τόνους για να αφαιρέσουν από την Τουρκία την επιθετική ρητορική και να δείξουν στη διεθνή κοινή γνώμη ότι μπορούν να συναλλαχθούν με μέτρο και στο διπλωματικό πεδίο.
Τις τελευταίες ημέρες, όμως, η Άγκυρα, η οποία βλέπει την επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» ως το ύστατο εγχείρημά της προκειμένου να αποκρούσει το ενδεχόμενο ένωσης των τριών κουρδικών καντονιών, χάνει έναν-έναν τους συμμάχους της. Η αρχή έγινε με τις ΗΠΑ, οι οποίες διά στόματος κάμποσων αξιωματούχων της (εκπροσώπων Τύπου, Υπουργού Άμυνας κτλ.) έθεσε τέλος στις φιλοδοξίες της Τουρκίας για ολικό πόλεμο εναντίον των SDF και YPG. Η Αμερική, αντιλαμβανόμενη ότι οι τουρκοκαθοδηγούμενες επιχειρήσεις που έχουν επικεντρωθεί κατά των Κούρδων ευνοούν την αναβάθμιση του ISIS, διέταξε την παύση πυρός, χαρακτηρίζοντάς τες «μη αποδεκτές». Από την άλλη γεωγραφική πλευρά, η Ρωσία εκφράζει με διάφορους τρόπους τη δυσφορία της για την εξέλιξη της τουρκικής εισβολής. Ομοίως και το Ιράν.
Σε αυτό το στρατιωτικό και διπλωματικό πλέγμα υπήρξε ένα γεγονός που μπορεί να χαρακτηρισθεί καθοριστικό.
Η κυβέρνηση του Ιράκ συμφώνησε με την Αυτόνομη Περιφερειακή Διοίκηση του Ιρακινού Κουρδιστάν στην εξαγωγή και μεταφορά πετρελαίου. Λύθηκε, δηλαδή, ένα ζήτημα που είχε δημιουργήσει μια σχέση αναταράξεων μεταξύ των δύο κρατικών οντοτήτων. Πλέον 150.000 βαρέλια την ημέρα θα εξάγονται από κοινού από Ιράκ και Ιρακινό Κουρδιστάν, ματαιώνοντας έτσι τις προσδοκίες του Ιράν για διαπραγματευτική ασυμφωνία των ανωτέρω και μεταφορά εντέλει του πετρελαίου από το έδαφός του. Αυτό άγει, άνευ άλλου τινός, στην επιβεβαίωση της γεωπολιτικής σημασίας του κράτους του Μπαρζανί, το οποίο για τη Δύση είναι κουρδικό κράτος πρότυπο, επειδή έχει επιδείξει ικανότητα στις διπλωματικές σχέσεις.
Ακριβώς αυτό το παράδειγμα της διπλωματικής δεινότητας ίσως πρέπει να ακολουθήσει και το PYD, σε αυτό το χρονικό σημείο, ώστε να αφήσει έκθετη την Άγκυρα για τους χειρισμούς της, οι οποίοι αργά αλλά σταθερά αρχίζουν όλοι να αντιλαμβάνονται ότι στην ουσία στρέφονται κατά των συμφερόντων των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Συρίας και του Ιράν, αλλά και όλου του πολιτισμένου κόσμου, αφού τουλάχιστον εξ αντικειμένου επωφελείται αυτών ο ISIS.
Παναγιώτης Μπαλακτάρης
Δικηγόρος