Ογδόντα οκτώ από τα 128 αιτήματα για πρόσβαση σε χριστιανικούς, ορθόδοξους και καθολικούς χώρους λατρείας στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου ενέκριναν οι τουρκοκυπριακές «αρχές», σύμφωνα με την έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις Θρησκευτικές Ελευθερίες το 2015, που δόθηκε στη δημοσιότητα στις 10 Αυγούστου. Παρόλα αυτά, ο αριθμός των χριστιανών προσκυνητών στους χώρους λατρείας όπου δόθηκε άδεια πρόσβασης αυξήθηκε κατά τη διάρκεια του 2015.
Ορισμένες ομάδες θρησκευτικών μειονοτήτων κατήγγειλαν επιτήρηση των δραστηριοτήτων τους από την Αστυνομία και κριτική προς Τουρκοκύπριους, που ασπάστηκαν άλλες θρησκείες, ειδικότερα το Χριστιανισμό.
Σύμφωνα με την έκθεση η κυπριακή κυβέρνηση έδωσε, κατά το 2015, στους Τουρκοκύπριους πρόσβαση σε θρησκευτικούς χώρους που βρίσκονται στις ελεγχόμενες από αυτήν περιοχές, στις οποίες είναι ανοικτά οκτώ τεμένη, με μόνη σημείωση ότι σε δύο με τρία από αυτά οι εγκαταστάσεις δεν πληρούσαν τις απαραίτητες προϋποθέσεις.
Σε ό,τι αφορά το έργο της Τεχνικής Επιτροπής για την Πολιτιστική Κληρονομιά αναφέρεται πως αυτή καθόρισε χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς σε όλο το νησί, για τους οποίους χρειαζόταν να ληφθούν επειγόντως μέτρα συντήρησής τους. Αυτοί οι χώροι περιλάμβαναν 7 εκκλησίες και μοναστήρια στα Κατεχόμενα και 4 τεμένη στην υπόλοιπη Κύπρο. Επίσης, γίνεται αναφορά στη συνέχιση των εργασιών για αποκατάσταση του μοναστηριού του Αποστόλου Ανδρέα, στην Καρπασία.
Το μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα στην Καρπασία
Εξάλλου, αναφέρεται πως η Επίτροπος Διοικήσεως –είναι ο κατ’ εξοχήν θεσμός εξωδικαστικού ελέγχου της διοίκησης και προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο- αποφάνθηκε πως τέσσερα παράπονα για περιορισμούς στις θρησκευτικές ελευθερίες στα σχολεία είχαν βάση και ζήτησε να έχει διαβουλεύσεις με το υπουργείο Παιδείας. Συγκεκριμένα, όπως σημειώνεται, μετά την εξέταση των παραπόνων, η επίτροπος Διοικήσεως κατέληξε στο συμπέρασμα πως το υπουργείο Παιδείας δεν διασφάλιζε την ουδετερότητα του κράτους και παρεμπόδιζε την ελευθερία θρησκείας, σκέψης, έκφρασης και συνείδησης, κάτι που δημιουργούσε την εύλογη εντύπωση πως ευνοείτο μια συγκεκριμένη θρησκεία.
Ύστερα από διαβουλεύσεις με την Επίτροπο, το υπουργείο εξέδωσε μια νέα εγκύκλιο τροποποιώντας την πολιτική του για τις εξαιρέσεις, την οποία ωστόσο η Επίτροπος απέρριψε, γιατί απαιτούσε από τους αιτούντες να δηλώνουν τη θρησκεία τους, αναφέρεται στην έκθεση.