Μέχρι σήμερα εκείνοι που τον είχαν αντικρίσει ήταν μετρημένοι στα δάχτυλα. Μερικοί συντηρητές, και φυσικά οι αρχαιολόγοι που τον έφεραν στο φως. Πλέον όμως, και μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου, ο αργυρός κρατήρας της μάχης, ένα εντυπωσιακό αγγείο με πολεμικές παραστάσεις που ανακάλυψαν στις Μυκήνες πριν από περίπου 140 χρόνια ο Ερρίκος και η Σοφία Σλήμαν, θα βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Το αργυρός κρατήρας μάχης το πρωί της Δευτέρας μεταφέρθηκε από το εργαστήριο συντήρησης μετάλλων στην Αίθουσα Βωμού.
Τοποθετήθηκε μέσα σε ειδική προθήκη, με κατάλληλα φώτα να το «λούζουν» και χρήσιμο εποπτικό υλικό να το συνοδεύει. Δίπλα του μπήκε ένα χρυσό κύπελλο, ένα από τα πολλά που εντοπίστηκαν μαζί του.
Αρχαιολόγος παρατηρεί το σπάνιο εύρημα από τις Μυκήνες (φωτ.: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Αλέξανδρος Βλάχος)
Ο κρατήρας της μάχης εκτίθεται στο πλαίσιο της δράσης «Αθέατο Μουσείο», που περιλαμβάνει έργα τα οποία μέχρι και σήμερα δεν έχει ξαναδεί το κοινό. Θεωρείται ένα από τα σπανιότερα ευρήματα των Μυκηνών, και σήμερα, μετά την ανασύσταση του αγγείου από τα θραύσματα του, οι αρχαιολόγοι πιστεύουν πως ήταν κτέρισμα σε τάφο 18χρονου Μυκηναίου πρίγκηπα.
Η ιστορία που συνοδεύει το μοναδικό αυτό αγγείο, που προέρχεται από τις «πολύχρυσες Μυκήνες», είναι αν μη τι άλλο ιδιαίτερη.
Το Νοέμβριο του 1876, και κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες, ο Ερρίκος και η Σοφία Σλήμαν ανέσκαπταν τους πέντε πρώτους βασιλικούς τάφους του περίφημου ταφικού κύκλου Α των Μυκηνών. Εκεί εντόπισαν για πρώτη φορά αντικείμενα και ταφικές μεθόδους απολύτως άγνωστα έως τότε στην αρχαιολογική έρευνα.
Ο Αριστείδης Μπαλτάς στο Αρχαιολογικό Μουσείο (φωτ.: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Αλέξανδρος Βλάχος)
Ο τάφος IV που ήρθε στο φως διέθετε στο μέσο του την ταφή ενός πρίγκηπα μόλις 18 ετών, στον οποίον είχαν χαριστεί τα περισσότερα και τα πιο πολύτιμα κτερίσματα όλης της Μυκηναϊκής περιόδου (1600-1075 π.Χ). Μακρά ξίφη, χρυσελεφάντινα μικροτεχνήματα, καθώς και ορισμένα από τα πιο εντυπωσιακά χρυσά και αργυρά κύπελλα.
Τότε ο Ερρίκος Σλήμαν είχε παρατηρήσει, μεταξύ άλλων, και ορισμένα αργυρά ελάσματα σε κακή κατάσταση. Τα ελάσματα ήρθαν στην Αθήνα όμως ουδείς τους έδωσε σημασία. Έτσι κατέληξαν στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου.
Τη δεκαετία του 1960 ο διευθυντής του μουσείου Χρήστος Καρούζος εμπιστεύθηκε την αρχαιολόγο Αγνή Ξενάκη-Σακελλαρίου να μελετήσει τα ελάσματα· με τη βοήθεια των συντηρητών εκείνη κατόρθωσε να συνθέσει τον κατακερματισμένο αυτό κρατήρα του πολέμου και να του δώσει ζωή.
Η συντηρήτρια Μαρία Κοντάκη μεταφέρει τον αργυρό κρατήρα της μάχης στην προθήκη του
(φωτ.: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Αλέξανδρος Βλάχος)
Το 1974 η αρχαιολόγος έκανε γνωστή την αποκατάσταση του αγγείου σε διεθνές αρχαιολογικό περιοδικό, ωστόσο το αγγείο λόγω της κακής κατάστασής του δεν εκτέθηκε ποτέ.
Ο κρατήρας θα συμβάλλει στην ολοκληρωμένη αφήγηση της άγνωστης ιστορίας ενός νέου μέλους της πολεμικής ελίτ, ενός πρίγκιπα της πρώτης δυναστείας του Μυκηναϊκού κόσμου.
Τι δείχνουν όμως οι παραστάσεις του κρατήρα, όπως προέκυψαν από την ανασύσταση των θραυσμάτων του; Η μεγάλη ανάγλυφη ζώνη στο κύριο σώμα παρουσιάζει δύο ομάδες αντιμέτωπων πολεμιστών, που τους διακρίνει το διαφορετικό είδος των ασπίδων τους. Τέσσερις πολεμιστές με οκτώσχημες ασπίδες από τη μια μεριά, εναντίον τεσσάρων με πυργοειδείς ασπίδες από την άλλη, και ένας μαχητής που έχει πέσει ηρωικά στο έδαφος, ανάμεσα στους αντιμαχόμενους.