Μια γνήσια Πολίτισσα στην καρδιά –και ας μην έχει καταγωγή από την Πόλη–, και κοσμοπολίτισσα στο μυαλό, η μουσικός Ευανθία Ρεμπούτσικα μας ανοίγει το σπίτι της και μας επιτρέπει να κάνουμε μαζί της ένα ταξίδι με πρώτο σταθμό την Ίμβρο, όπου στις 18 Αυγούστου θα δώσει μία και μοναδική συναυλία, υπό το φως της πανσελήνου, για τη συμπλήρωση 25 χρόνων από την ανάρρηση του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου στον πατριαρχικό θρόνο. Έπειτα μας πάει στην Πόλη που αγάπησε, στα παιδικά της χρόνια, στην Ελλάδα που χάθηκε, μας περιγράφει σκέψεις και συναισθήματα για τον κόσμο που αλλάζει, και μας μεταφέρει την ξεχωριστή αίσθησή της όταν ακούει ποντιακά…
Η Ευανθία Ρεμπούτσικα σε μια συνέντευξη με χρώμα, βάθος, γλύκα και ένταση, όπως η μουσική της και οι δοξαριές του βιολιού της, στο pontos-news.gr.
Συναυλία στην Ίμβρο στις 18 Αυγούστου για τα 25 χρόνια του Οικουμενικού Πατριάρχη. Τι έχετε ετοιμάσει;
Θα είναι μια σπουδαία βραδιά στην Ίμβρο, στο χωριό του Οικουμενικού Πατριάρχη, εκεί όπου μεγάλωσε. Θα παίξουμε τις μουσικές μου, κυρίως αυτές που έχω γράψει για ταινίες. Η Ανατολή Μαργιόλα με τη φωνή της, ο Πάνος Δημητρακόπουλος με το κανονάκι του, ο Ανδρέας Συμβουλόπουλος με το πιάνο, ο Γιάννης Παπαγιαννούλης με τα κρουστά και εγώ με το βιολί μου, κάτω από το φως της πανσελήνου θα ταξιδέψουμε και.. μουσικά. Πιστεύω ότι θα είναι μια βραδιά που θα μείνει αξέχαστη.
Η παρουσία σας σ’ αυτήν τη συναυλία σχετίζεται μάλλον με την ιδιαίτερη σχέση που έχετε με την Κωνσταντινούπολη…
Έχω ιδιαίτερη σχέση με την Κωνσταντινούπολη, την οποία επισκέπτομαι και ανεξαρτήτως δουλειάς, αλλά κυρίως γιατί στην Τουρκία έχω κάνει περισσότερες δουλειές απ’ ό,τι στην Ελλάδα. Είναι για μένα μεγάλη χαρά και τιμή που θα είμαι στην Ίμβρο και θα παίξω τις μουσικές μου παρουσία του ίδιου του Πατριάρχη.
Τον Οικουμενικό Πατριάρχη τον γνωρίζετε προσωπικά;
Τον γνωρίζω εδώ και πολλά χρόνια, και τον επισκέπτομαι συχνά. Είναι ένας άνθρωπος που αγάπησα πολύ στη ζωή μου. Τον σέβομαι και τον θαυμάζω, κυρίως γιατί είναι ελεύθερο πνεύμα και γιατί κάνει πολύ σημαντικό έργο. Τον θεωρώ έναν από τους πιο σημαντικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει∙ ίσως τον πιο σημαντικό.
(Φωτ.: pontos-news.gr / Έρση Βατού)
Με την Κωνσταντινούπολη πώς δεθήκατε τόσο πολύ;
Κάναμε βόλτα στον Βόσπορο με τον Τάσο Μπουλμέτη και εκεί μου έδωσε το σενάριο της Πολίτικης κουζίνας να το διαβάσω και μου ζήτησε να γράψω τη μουσική για την ταινία. Από την Πολίτικη κουζίνα και μετά όμως ανοίχτηκαν για μένα δρόμοι στην Πόλη. Γνώρισα τον σκηνοθέτη Τσαάν Ιρμάν και έγραψα τη μουσική για την ταινία του Babam ve Oğlum (Ο πατέρας μου και ο γιος μου) που έκανε πολύ μεγάλη επιτυχία και εμπορικά. Εμένα μου έφερε δύο βραβεία για το σάουντρακ: από το Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου και από την Παγκόσμια Ακαδημία στη Γάνδη. Ακολούθησαν άλλες έξι συνεργασίες για τουρκικές παραγωγές, με τελευταία αυτή που βγήκε στις αίθουσες φέτος την Άνοιξη, την ταινία İftarlık Gazoz.
Σας εμπνέει η Πόλη;
Σίγουρα ναι, αλλά και οι συνεργάτες μου εκεί, που ήταν πάντα εξαιρετικοί.
Βρεθήκατε ποτέ στη δύσκολη θέση να «λογοδοτήσετε» γιατί συνεργάζεστε με Τούρκους, δεδομένου ότι οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας κινούνται πάντα στην κόψη του ξυραφιού;
Όχι, ποτέ. Αν θέλετε, αυτό που με απασχόλησε είναι γιατί με καλούν στην Τουρκία για δουλειά και όχι στην Ελλάδα, γιατί εδώ δεν είχα προτάσεις γενικά. Μετά την Πολίτικη κουζίνα η μόνη συνεργασία που έκανα στην Ελλάδα ήταν πάλι με τον Τάσο Μπουλμέτη στον Νοτιά. Έχω ένα ερωτηματικό σ’ αυτό το σημείο…
Επίσης, παρά το γεγονός ότι σε πολιτικό επίπεδο υπάρχει ένταση, όπως το αναφέρατε, δεν αντιμετώπισα ποτέ δυσκολία με τους ανθρώπους που δούλεψα. Αντίθετα, έχω εισπράξει μεγάλο σεβασμό και από τα μέσα ενημέρωσης εκεί. Έχω πάρει χαρές και βραβεία, όπως σας είπα.
Σας έχει ενοχλήσει που δεν είχατε αντίστοιχες προτάσεις στην Ελλάδα;
Κάποια στιγμή ναι, τώρα δεν το σκέφτομαι καν. Όπου γίνεται καλή δουλειά και υπάρχει γόνιμο έδαφος και όμορφες συνεργασίες, εκεί θα είμαι κι εγώ. Εξάλλου, αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα δεν υπάρχει έδαφος να κάνεις πράγματα∙ δεν γεννιούνται καινούρια πράγματα.
Πώς το εισπράττετε αυτό;
Η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική, είναι και πολιτιστική. Τα τελευταία χρόνια μάθαμε στην προχειρότητα και στα πράγματα που δεν είχαν μέλλον. Μου λείπουν τα χρόνια που υπήρχαν δημιουργοί, παρέες και στέκια ποιητών όπως ο Σεφέρης, ο Ελύτης, δημιουργών όπως ο Χατζιδάκις, ο Τσαρούχης… Σήμερα κενό…
Είμαστε σε περίοδο μη δημιουργική και ζούμε σ’ ένα κλίμα που σε σπρώχνει να αναζητήσεις συνεργασίες εκτός συνόρων.
Η δουλειά έχει πάντα μόχθο και προβλήματα, λάθη και πάθη που λέω κι εγώ – το ζητούμενο είναι να αισθάνεσαι ότι κάνεις αυτό που ονειρεύεσαι.
Μα και στην Τουρκία οι κοινωνικοπολιτικές συνθήκες είναι δύσκολες. Θα έλεγα πως ούτε εκεί ευνοούν τη δημιουργία – το αντίθετο μάλλον…
Συμφωνώ. Με τη διαφορά ότι ειδικά στον καλλιτεχνικό χώρο οι άνθρωποι δουλεύουν πολύ και έχουν όρεξη να κάνουν πράγματα. Η Τουρκία έχει καταφέρει να κάνει μια καλή σχολή στον κινηματογράφο, με ταινίες που έχουν καλή πορεία και στο εξωτερικό. Και έχουν και μια καλή σχολή ηθοποιίας, και τα τελευταία χρόνια παράγουν ωραία πράγματα. Στην Ελλάδα δεν γίνεται αυτό. Γιατί; Κατά την άποψή μου γιατί δεν υπάρχουν παρέες. Από την Αρχαιότητα ακόμα λειτουργούμε με ζήλια και φθόνο, όχι μονιασμένα για να παράξουμε πράγματα. Ακόμα και τώρα με την κρίση επιλέξαμε να κλείσει ο καθένας την πόρτα του.
Εκτός από την Κωνσταντινούπολη, ποιες άλλες πόλεις θα καρφιτσώνατε στο χάρτη της ζωής σας;
Μ’ αρέσουν τα ταξίδια. Είμαι άνθρωπος της βαλίτσας, ανεξάρτητα από τη δουλειά. Αισθάνομαι ότι αυτή η ελευθερία τού να ταξιδεύεις μου δίνει κάτι. Θα ήθελα να ήμουν πουλί και να πετάω σε όλη τη γη και κάπου-κάπου να κάθομαι.
Για λίγο υποθέτω…
Ναι… δεν είμαι να κάθομαι πολύ, πουθενά. Μ’ αρέσει η Ανατολή πιο πολύ. Η Αλεξάνδρεια, ας πούμε. Την επισκέφτηκα πριν από πολλά χρόνια και με εντυπωσίασε πολύ. Στις Ινδίες έμεινα επίσης πολύ και τις μελέτησα. Θέλω να πάρω το βιολί μου και να παίξω εκεί
Είναι όνειρο ζωής;
Ναι, είναι. Οι Ινδίες έχουν έναν πολύ ιδιαίτερο πολιτισμό. Όταν είσαι εκεί νιώθεις ότι είσαι εκτός Γης. Όλα έχουν ένα άλλο άρωμα, άλλες μυρωδιές.
Η πατρίδα σας είναι στο χάρτη με τις πόλεις που σημάδεψαν τη ζωή σας;
Η πατρίδα μου είναι η Κάτω Αχαγιά. Την αγάπησα πολύ όταν ήμουν παιδί, αλλά τώρα άλλαξε, ασχήμυνε, όπως και τόσα άλλα πράγματα στην Ελλάδα, στα χρόνια που πέρασαν. Είναι πολύ λυπηρό. Ασχημύναμε κι εμείς. Όταν βλέπω φωτογραφίες ασπρόμαυρες η παλιά ντοκιμαντέρ –και το κάνω πολύ συχνά– βλέπω ανθρώπους που αν και δεν ήταν ευκατάστατοι, είχαν ένα σουλούπι, μια ευγένεια… Και δεν τους έλειπαν τα προβλήματα.
Πόλεμο περάσανε και κακουχίες, και όμως υπήρχε κάτι, υπήρχε αλήθεια. Δεν υπήρχε το δήθεν που βλέπουμε σήμερα.
Αυτή η αλήθεια λείπει σήμερα από τα πρόσωπα των ανθρώπων – συγγενικών, φιλικών και γενικά. Μου δίνουν την εντύπωση πολλοί άνθρωποι ότι πάντα κάτι έχουν στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους που δεν μπορώ να το δω.
Πώς έγινε και το φορέσαμε αυτό το κοστούμι τού δήθεν;
Tο φορέσαμε σε μια εποχή που δεν κοιτάξαμε τίποτα άλλο, παρά μόνο το χρήμα. Δεν ενδιαφερθήκαμε για πράγματα που θα μπορούσαν να ζήσουν στα χρόνια. Δεν διαβάσαμε. Χάθηκε η παιδεία. Υπήρχε μόνο η επιφάνεια χωρίς ουσία. Και δεν δώσαμε παραδείγματα στα παιδιά. Χάθηκαν οι φωνές που θα μπορούσαν να σου πουν κάτι ουσιώδες. Γι’ αυτό και σήμερα με συγκινεί βαθιά να πάω σ’ ένα χωριό να κάτσω σ’ ένα πεζούλι και να ακούσω τις ιστορίες των παππούδων. Αυτό είναι ένα άλλο βιβλίο της ζωής που θέλω να το μάθω, και το μαθαίνω. Στη ζωή μας ο πολιτισμός και η παιδεία είναι πολύ σοβαρά πράγματα, τα πιο βασικά. Από κει ξεκινούν όλα.
Γεγονότα-σταθμοί στη ζωή σας;
Πέρασα πολύ καλά παιδιά χρόνια. Ο πατέρας μου ήταν κινηματογραφιστής και μεγάλωσα μέσα στον κινηματογράφο. Η μάνα μου με γέννησε στον κινηματογράφο και με πήγε πάλι εκεί μωράκι. Τέσσερα παιδιά, γίναμε όλοι μουσικοί.
Αυτά τα παιδικά χρόνια τα κουβαλάω μέχρι σήμερα, ακόμα και σ’ αυτά που γράφω. Έζησα και μεγάλωσα σε γειτονιά, σ’ ένα πατρικό που είχε εσωτερική αυλή κι εκεί εμείς τα παιδιά παίζαμε κουκλοθέατρο και θέατρο και αυτοσχεδιάζαμε και καλούσαμε τον κόσμο της γειτονιάς να μας δει. Σήμερα δεν υπάρχει αυτό. Γειτονιά δεν είναι η διπλανή καφετέρια. Γειτονιά ήταν να παίξουμε και να γρατσουνίσουμε τα πόδια μας στο χωματόδρομο και να τρέξουμε και να φωνάξουμε. Να ακούς φωνές χαρούμενες. Αυτό ήταν μεγάλη ελευθερία. Δεν πηγαίναμε στις παιδικές χαρές με τον μπαμπά και τη μαμά στο κεφάλι μας. Με το που περπατήσαμε μας άφησαν ελεύθερους, γιατί απλά υπήρχε η γειτονιά.
Και μετά τα παιδικά χρόνια;
Μετά τη δική μου γέννηση, η γέννηση των παιδιών μου είναι το πιο σημαντικό. Αφότου γεννήθηκε η κόρη μου άρχισα να γράφω. Ο θάνατος του πατέρα μου επίσης με στιγμάτισε. Είχαμε πολύ μεγάλο δέσιμο και με επηρέασε πολύ το γεγονός ότι ήμουν μπροστά όταν πέθανε. Ακόμα νιώθω πολλές φορές τον αέρα του.
Πως παλεύετε την κρίση;
Μέσα από το να κάνω πράγματα μέσα από τη δουλειά μου, να κάνω καλές επιλογές και στους ανθρώπους που είναι γύρω μου και στις δουλειές μου. Βέβαια με όλα τα λάθη και τα πάθη μου. Αλλά πάντα λέω «πάμε παρακάτω». Ναι, προσπαθώ η ζωή μου να έχει μια ποιότητα, να κοιμάμαι καλά τα βράδια και να λέω και «όχι» εκεί που πρέπει να το πω.
Θα σας αναφέρω μερικές λέξεις για να μας περιγράψετε τι συναίσθημα σας δημιουργούν: Παραδοσιακή μουσική…
Η δημοτική μουσική, που την γνώρισα από μικρή όταν με κρατούσε ο πατέρας μου στα πόδια του και μου τραγουδούσε τη «Γερακίνα», με συγκινεί πολύ. Η δημοτική μουσική είναι οι ρίζες μου, είναι η Ελλάδα. Ευτυχώς στην Ελλάδα έχουμε πολύ καλούς οργανοπαίχτες και αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί αυτοί κρατάνε την παράδοση.
Ποντιακή μουσική…
Όταν ήμουν μικρή, για να πάω στη θάλασσα κατέβαινα έναν δρόμο από όπου πέρναγε τρένο. Καθόμουν πολλές φορές και το περίμενα για να νιώσω το τράνταγμα, αυτήν τη δόνηση. Αυτό αισθάνομαι με τα ποντιακά, ότι δονείται το σώμα μου. Θυμάμαι τώρα εκείνο το τράνταγμα του τρένου μου έδινε ενέργεια, δύναμη.
Έργο του Βάλια Σεμερτζίδη: «Πυρρίχιος χορός» (1977)
Έτσι αισθάνομαι με τα ποντιακά – σαν να περνάει εκείνο το τρένο που με τραντάζει και με δονεί και παφ! Και όταν τους βλέπω έτσι όπως κρατάνε ο ένας το χέρι του άλλου, θα ήθελα να πιαστώ κι εγώ.
Ελληνική γλώσσα…
Σπουδαία∙ την έχουμε χάσει και αυτήν με την τεχνολογία, ιδιαιτέρως τα παιδιά. Με ενοχλεί να ακούω τα παιδιά να μιλάνε μεταξύ ελληνικών και αγγλικών και να γράφουν στα τηλέφωνα γκρίκλις. Αυτό είναι λάθος, μεγάλο λάθος, είναι έγκλημα.
Μια τελευταία σκέψη για το δρόμο…
Ποτέ να μην καθόμαστε ήσυχοι απέναντι σε όλα αυτά που συμβαίνουν. Να είμαστε σε εγρήγορση, να είμαστε πολεμιστές. Για το καλό μας, το καλό της χώρας μας και των παιδιών μας.
Συνέντευξη, φωτογραφίες: Κατερίνα Καρύγιαννη.