Ο Ηλίας Υφαντίδης είναι 39 ετών, για τον περισσότερο κόσμο που τον γνωρίζει όμως αντιπροσωπεύει ένα αιώνιο παιδί, έναν σπουδαίο γόνο Ποντίων που τιμά την πατρίδα και μεταλαμπαδεύει ό,τι την χαρακτηρίζει είτε παίζοντας και διδάσκοντας ποντιακή λύρα, είτε συνθέτοντας μουσική στους δρόμους των προγόνων του, είτε κερνώντας με γενναιοδωρία την ποντιακή λαλιά σε λόγο και τραγούδι, στις θεατρικές του παραστάσεις, είτε απλώς ως παρουσία έντιμου και καθαρού Πόντιου όπου προσκληθεί.
Ο Υφαντίδης έμαθε λύρα από τον Γιώργο Αμαραντίδη, έπαιξε για πρώτη φορά σε μαγαζί με τον Τσανάκαλη (Γιάννη Βλασταρίδη) στα 15 του, έμαθε και δούλεψε πλάι στην κορυφαία της παράδοσης Δόμνα Σαμίου ευλογούμενος να παίξει στα πιο σπουδαία θέατρα της Ελλάδας, και με σεβασμό έκανε τη γνώση δύναμη στην υπηρεσία της παράδοσης. Κορυφαία στιγμή πρόσφατα η εκδήλωση στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, στην οποία υπέγραψε τα κείμενα και την καλλιτεχνική επιμέλεια.
Όταν τον επικροτείς για τα πεπραγμένα του κοκκινίζει και κατεβάζει το κεφάλι. Αν και ως καλλιτέχνης είναι διαρκώς εκτεθειμένος και με παρρησία στέλνει μηνύματα-φωτιά σε εκδηλώσεις μνήμης ή τιμής στους προγόνους, προτιμά το βυζαντινό ίσο της λειτουργίας και το χώρο του ναού ως βαθιά θρησκευόμενος, μια βόλτα με τη γλυκιά σύζυγό του Γεωργία, στιγμές με τους γονείς του που πιστώνονται ό,τι εκείνος και η αδελφή του είναι.
Φωτογραφία από τη Ρωσία: Με τη λύρα ο παππούς του Ηλία Υφαντίδη, Ηλίας Υφαντίδης
Μαμά και μπαμπάς ήρθαν το 1965 από το Καζακστάν, οι παππούδες του ήταν από τον Καύκασο και οι προπαππούδες του από τα Κοτύωρα, την Κερασούντα και την Τραπεζούντα. «Διέγραψαν μια πορεία στο χάρτη όπως όλος ο ελληνισμός», μας λέει πριν ξετυλίξουμε τις σκέψεις του σε μια συνέντευξη ξεκινώντας από μια άγνωστη πτυχή της ζωής του. Ότι ο Ηλίας Υφαντίδης, μολονότι μεγαλωμένος σε ποντιακό περιβάλλον, ξεκίνησε ως μουσικός μαθαίνοντας μπουζούκι!
Με το μπουζούκι του, σε πολύ τρυφερή ηλικία…
Πώς από το μπουζούκι πέρασε στη λύρα, πώς έγινε η πρώτη του συνάντηση με τον Γιώργο Αμαραντίδη και πώς πήρε μαθήματα ζωής από αυτόν, μας διηγείται στο βίντεο.
Κορωνίδα τού μέχρι τώρα έργου σου ήταν η παράσταση Ποντίων και Αρμενίων στους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Δεν υπήρξε άνθρωπος να μην δηλώσει γοητευμένος και εντυπωσιασμένος από αυτή τη δουλειά, που έγινε με αντίξοες συνθήκες τόσο πριν όσο και εκείνο το βροχερό βράδυ. Ποιος είναι ο δικός σου απολογισμός;
Αισθάνομαι πάρα πολύ καλά. Μετά από 2,5 μήνες δουλειάς που χρειάστηκε η παράσταση, αισθάνομαι ήρεμος, ήσυχος. Πιστεύω επίσης –και ας μην θεωρηθεί εγωιστικό– ότι έβαλα ένα λιθαράκι στο θέμα που λέγεται Γενοκτονία. Εγώ που δεν είμαι τίποτα. Είμαι όμως πολύ περήφανος για τα κείμενα, γι’ αυτά που είπαμε· για το «Ρωμιός εγεννήθην». Ήταν σπουδαίο ότι η εκδήλωση ξεκίνησε με το «Τη Υπερμάχω» και 3.000 άνθρωποι σηκώθηκαν στο πόδι.
Εκεί φαίνεται ότι η Ελλάδα ακόμα υπάρχει. Παρόλο που θέλουν να μας πάνε αλλού· ακόμα δεν έχουμε χάσει την ταυτότητά μας. Γίνεται αγώνας για να αλλάξει αυτό, αλλά εγώ πιστεύω ότι θα αντέξουμε γιατί το ελληνικό κύτταρο αντέχει – το έχει αποδείξει.
Θέλω να ευχαριστήσω όλο τον κόσμο που στήριξε το έργο. Μουσικούς, ηθοποιούς, χορωδία, χοροδιδασκάλους και χορευτές, όλους και καθέναν προσωπικά. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στη Σοφία Σπυράτου (έκανε τη σκηνοθεσία) που δούλεψε πάνω στην παράσταση, και με πολύ σεβασμό έπιασε το θέμα και άγγιξε ευαίσθητες χορδές.
Από την εκδήλωση στους Στύλους του Ολυμπίου Διός
Θεωρείς ότι μια τέτοια παράσταση μπορεί να λειτουργήσει ενθαρρυντικά και για παιδιά που θέλουν να μάθουν χορούς, τη μουσική, τη λύρα… Τέτοιες «δηλώσεις» ποντιακής ταυτότητας δίνουν προοπτική στα παιδιά;
Είμαι σίγουρος. Καθετί που γίνεται είναι ένα ερέθισμα για τους νέους ανθρώπους. Το θέμα της Γενοκτονίας είναι πολύ ευαίσθητο, και δίκαιο το αίτημά μας για διεθνή αναγνώριση. Όταν το υπουργείο λέει «θα κάνουμε εκδήλωση μνήμης» είναι σημαντικό, ανεξάρτητα από πολιτικές πεποιθήσεις. Εγώ μιλώ ως Ηλίας Υφαντίδης, λυράρης. Το υπουργείο μάλιστα έδωσε τη δυνατότητα με μια σοβαρή παραγωγή.
Από την εκδήλωση στους Στύλους του Ολυμπίου Διός
Η επόμενη μέρα ήταν πολύ σημαντική για μένα· ήρθαν πάρα πολλά μηνύματα από προέδρους συλλόγων και ανθρώπους που με ευχαριστούσαν. Δεν το λέω εγωιστικά. Μόνος του κάποιος δεν μπορεί να φέρει σε πέρας ένα τέτοιο έργο. Έγινε από όλους μαζί. Αλλά η αναγνώριση είναι σημαντική.
Μου δίνει δύναμη να συνεχίσω και να πάω στο επόμενο. Πάμε γι’ άλλα!
Τι είναι τα «άλλα»; Έχεις σκεφτεί;
Έχω στα χέρια μου ανέκδοτο μουσικό υλικό, που όμως βρίσκεται μέσα στα κιβώτια. Για να κυκλοφορήσει χρειάζονται χρήματα, έστω για να πληρωθεί το στούντιο. Το κόστος είναι μεγάλο. Πιστεύω να με αξιώσει ο Θεός να βρεθεί κάποιος στο δρόμο μου και να μου πει «πάμε να το κάνουμε». Από 14 ετών παιδί ήμουν δίπλα στον Αμαραντίδη κι έμαθα πάρα πολλά από αυτόν. Ακόμα κι εκείνος λοιπόν, ο μέγας Αμαραντίδης, έφτανε να αναρωτιέται πώς θα εκδώσει υλικό που είχε!
Με τον Γιώργο Αμαραντίδη και τον Λάζο Τερζά στο στούντιο για την ηχογράφηση του CD Αυδές Πόντου
Τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια της ζωής της ήμουν με την κυρα-Δόμνα. Αν θυμάμαι καλά, είχε 4.000 ανέκδοτα τραγούδια και κάθε φορά έπρεπε να βρει κάποιον για να μπορέσει να εκδώσει κάποια καταγραφή. Άρα το… έργο το έχω δει και μάλιστα από αυτούς τους σπουδαίους.
Αν πρόκειται να βγάλω κάτι, θέλω να είναι φροντισμένο, «επίσημο». Να συνοδεύεται από ένθετο με κείμενα στην ποντιακή, με τη μετάφρασή τους, με αναφορά στη ρίζα…
Με την αγαπημένη του κυρα-Δόμνα σε παράσταση στο Ηρώδειο
Βάζεις πολύ ψηλά τον πήχη, άρα μπορώ να συνάγω ότι δεν συμφωνείς με προσπάθειες που κάνουν κάποιοι, αναπαράγοντας π.χ. ένα παραδοσιακό τραγούδι με 4-5 όργανα;
Ο καθένας από το δικό του μετερίζι κάνει την προσπάθειά του. Πρέπει η έκφραση να είναι ελεύθερη. Αρκεί να σεβόμαστε αυτό που μας άφησαν και που θα μας πάει παραπέρα. Πολλοί μιλούν για την παράδοση σαν η παράδοση να είναι κάτι εντελώς σκουριασμένο, μουσειακό.
Αλλιώς θα λεγόταν μουσειακή καταγραφή. Είναι κάτι πολύ ζωντανό και έχει μια αλήθεια την οποία και εγώ την ψάχνω ακόμα.
Θα έβλεπες την κεμεντζέ σε τραγούδια που δεν είναι ποντιακά;
Είχα την τύχη να συμμετάσχω σε μια δουλειά που κυκλοφόρησε το ’76 σε μουσική Γρηγόρη Σουρμαΐδη και στίχους Γιώργου Καλαμαριώτη (Μπέρτσου). Επανεκδόθηκε το 2004 από το Ψωμιάδειο Ίδρυμα. Είναι ο Δρόμος προς το Τσιμενλί· δεν είναι ποντιακά τραγούδια, εκτός του «Πάρθεν». Παντρεύτηκε καλά η λύρα με κείνα τα όργανα.
Ωστόσο η εξέλιξη για την οποία συχνά μιλάμε, καμιά φορά γίνεται μετάλλαξη. Για οτιδήποτε παραδοσιακό λοιπόν –ποντιακό, θρακιώτικο, κρητικό κτλ.– πρέπει λίγο να έχουμε το νου μας. Δηλαδή ό,τι μας έφεραν μέχρι τώρα πρέπει να το συνεχίσουμε και να το εμπλουτίσουμε. Πώς; Υπάρχουν πολλά όργανα· ελληνικά, παραδοσιακά όργανα. Δεν είμαι εγώ που θα κρίνω τον καθέναν, όχι πάντως για να μη γίνω μη αρεστός. Η μουσική είναι κάτι πολύ ευαίσθητο. Είναι έκφραση ψυχής. Αλλά δεν θα πρέπει να προσβάλει αυτό που μας παρέδωσαν.
Η κυρα-Δόμνα έλεγε «γιε μου, το κόσκινο το έχει ο λαός». Αυτός κοσκινίζει. Κρατά ό,τι θέλει, πετά ό,τι θέλει. Ο Αμαραντίδης έλεγε «η παράδοση είναι σαν το λάδι. Ό,τι και να ρίξεις μέσα, εκείνο πάλι ψηλά θα κάτσει».
Τελευταία φωτογραφία με τον δάσκαλο Γιώργο Αμαραντίδη
Τραγούδια του Ακριτικού Κύκλου, ας πούμε, δεν παίζουμε. Ο κόσμος δεν τα ξέρει, ενώ η βάση μας θα πρέπει να είναι αυτή: Αυτό που μας παρέδωσαν σαν άγαλμα, και δεν μπορείς ούτε να προσθέσεις ούτε να αφαιρέσεις τίποτα. Πάρ’ το αυτό και κάν’ το δικό σου. Σου το παρέδωσαν, παράδωσέ το.
Μεγαλώνοντας… ποντιακά, με τις παραδοσιακές αξίες, αισθανόσουν διαφορετικά σε σχέση με την υπόλοιπη κοινωνία, στο σχολειό σου, με τους φίλους σου…
Ναι, πολλές φορές αισθανόμουν ότι δεν είχα καμία σχέση. Θυμάμαι πολύ έντονα την πρώτη μέρα στο νηπιαγωγείο. Πήγα εκεί και όλα μου φαίνονταν διαφορετικά. Κάτι δεν μου πήγαινε τελείως καλά. Βέβαια απευθείας ξεπεράστηκε, αλλά μετά, στο Δημοτικό, θυμάμαι ότι φώναζαν κάθε τρεις και λίγο τη μητέρα μου και της έλεγαν: «Μη μιλάτε αυτή τη γλώσσα στο σπίτι σας»! Ήμουν πολύ καλός μαθητής, αλλά το πρόβλημα κάποιων καθηγητών ήταν ότι κάποτε έγραφα έκθεση, π.χ., και έβαζα κάτι από τη διάλεκτο… Αισθάνομαι όμως τελικά ότι δικαιώθηκα, γιατί πολλοί από αυτούς τους καθηγητές έρχονται σε παραστάσεις – και μάλιστα μία εξ αυτών μου ζήτησε και συγγνώμη. Μου είπε: «ήταν καταστροφικό αυτό που έκανα».
Τι έλεγε όμως η μαμά του Ηλία στον γιο μετά τις… διδασκαλικές παρατηρήσεις; Δείτε στο βίντεο.
Η διάλεκτος υπάρχει μέσα στην ποντιακή οικογένεια, όμως εσύ φαίνεται ότι ήθελες να την πας ένα βήμα παραπέρα…
Ναι, γι’ αυτό ασχολήθηκα με τα θεατρικά δρώμενα. Μου αρέσει το θέατρο, αλλά δεν ήταν στόχος μου να παίξω στο σανίδι ή να λέω ότι γράφω θεατρικές παραστάσεις. Η χοροδιδασκάλισσα στο Χαϊδάρι Σουλτάνα Βαρυτυμιάδου με προέτρεψε να γράψω ένα δρώμενο, τον Κουκαρά. Μετά έκανα τον Ποντιακό γάμο. Εκεί άρχισα να γράφω ρόλους. Παιδιά που δεν είχαν καμία επαφή με τη διάλεκτο, αν και ποντιακής καταγωγής, αυτή τη στιγμή μιλάνε πολύ καλά και τα έχω δίπλα μου.
Από την παράσταση Το καλιντάρ’ κι ο άνθρωπον
Παραστάσεις όπως Το καλιντάρ’ κι ο άνθρωπον έχουν μέσα τους στοιχεία διαλέκτου που μου τα έλεγε η γιαγιά μου, που τα είχε ακούσει από τη δική της. Έτσι εμπλουτίζεται η παρακαταθήκη που αφήνω, για να την πάρουν κάποιοι άλλοι αργότερα και να προσθέσουν τις δικές τους καταγραφές. Έτσι, μένει κάτι.
Η παράδοση την οποία υπηρετεί ο Ηλίας Υφαντίδης εκκινεί φυσικά από την αλησμόνητη γη του Πόντου, εκεί που «αξιώθηκε» να πάει, όπως μας λέει, πριν από λίγα χρόνια με την Ένωση Ποντίων Δροσιάς. «Έφυγα, αλλά είμαι ακόμα εκεί», εξομολογείται.
Τι ξύπνησε μέσα σου αυτό το ταξίδι στην πατρώα γη;
Το πιο συγκλονιστικό πράγμα για μένα ήταν ότι καταρχάς αυτό που εμείς ονομάζουμε μητρική γλώσσα, αυτήν τη λαλιά που μαθαίνεις να μιλάς, την άκουγα «επίσημα» εκεί. Το δεύτερο σημαντικό ήταν ότι όλα αυτά που μέσα από τα βιβλία μαθαίναμε, ξαφνικά τα έβλεπα μπροστά μου. Αυτό είναι ένα σοκ φοβερό. Και το τρίτο πράγμα, περίεργο αλήθεια, είναι ότι ένιωσα μια απέραντη ελευθερία στον Πόντο. Ένιωθα ότι με τραβάει η γης. Αυτό δεν μπορώ να το εξηγήσω. Σε αυτό το ταξίδι ήταν όλα πολύ διαφορετικά. Από την ώρα που μπήκαμε στη Σινώπη, λες και κόπηκε η μιλιά μου. Δεν μιλούσα, δεν τραγουδούσα..
Ένιωσες ομοιότητες με τους ανθρώπους εκεί:
Και ομοιότητες ένιωσα, και μας καλοδέχτηκαν. Υπήρχε πολύ μεγάλη συγκίνηση και βλέμματα πολλά… Τα περισσότερα πράγματα στον Πόντο τα είπαμε με τα μάτια, όχι με τα λόγια.
Θα μπορούσε να είναι η φωτογραφία της ταυτότητας του Ηλία: Οι αγαπημένες του λύρες υπό το βλέμμα της Παναγίας Σουμελά
Παίξατε μουσική μαζί;
Βγαίνοντας από τη βίλα του Καπαγιαννίδη στην Τραπεζούντα, είδα να στήνεται ένα γλέντι με μια λύρα. Ήμουν λίγο πιο πέρα και οι συνταξιδιώτες μου έλεγαν στον λυράρη «έχουμε κι εμείς έναν που παίζει κεμεντζέ μετ’ εμάς». Όταν πλησίασα έζησα μια συγκλονιστική στιγμή. Εκείνος έπαιζε, εγώ τραγουδούσα… Θυμάμαι εκείνον τον άνθρωπο. Έπαιζε και τα μάτια του έτρεχαν.
Έχεις αυτήν την εικόνα κι έπειτα έρχεσαι εδώ, στο σήμερα και βλέπεις ότι γεννιούνται αρνητές της Γενοκτονίας. Πώς βλέπει ο Υφαντίδης το μέλλον του Ποντιακού;
Η συνέντευξη δόθηκε στη δημοσιογράφο Έρση Βατού.
Φωτογραφίες, βίντεο: Χριστίνα Κωνσταντάκη για το pontos-news.gr.
- Ευχαριστούμε τον Ηλία Υφαντίδη για τις φωτογραφίες που μας παραχώρησε από το προσωπικό του αρχείο.