Με την παιδική αφέλεια των πέντε χρόνων πήρε στα χέρια του ο Βίκτωρ Βασιλειάδης την φτιαγμένη από ελεφαντόδοντο και με την υπογραφή του μεγάλου Ιταλού μαέστρου Τοσκανίνι μπαγκέτα, την οποία του δώρισε ο γενικός μαέστρος της όπερας του Νοβοσιμπίρσκ, στη μακρινή Σιβηρία. Η μητέρα του Βασιλειάδη ήταν γενική διευθύντρια ηχοληψίας στην όπερα εκεί, και ο μικρός Βίκτωρ η… μασκότ του θεάτρου· από τριών ετών τριγύριζε εκεί, σχεδόν όλη μέρα.
Όπως διηγείται στο pontos-news.gr, του άρεσαν ιδιαίτερα οι κινήσεις των μαέστρων στις συναυλίες, και μόλις πήρε την μπαγκέτα του Τοσκανίνι, ονειρεύτηκε να διευθύνει κι αυτός κάποτε…
Περισσότερα από εξήντα χρόνια πέρασαν από τότε, μια ζωή, που ο Βίκτωρ Βασιλειάδης την έζησε με τη μουσική. Έγινε μέλος του Ανώτατου Κρατικού Μουσικού Οργανισμού στην πρώην Σοβιετική Ένωση και στη μετέπειτα Ρωσία κι έδωσε περισσότερες από 6.000 συναυλίες κλασικής μουσικής σε διάφορα μέρη του κόσμου.
(Από το προσωπικό αρχείο του Β. Βασιλειάδη)
Διατήρησε το ελληνικό όνομά του, η ελληνική καταγωγή αλλά και η προσωπικότητά του τον έκαναν ιδιαίτερα αγαπητό, και επαγγελματικά κατάφερε να φθάσει στο υψηλότερο, ίσως, σκαλί της μουσικής ιεραρχίας της αχανούς χώρας που έφτασε ποτέ κάποιος Έλληνας Πόντιος. Όμως έχει ακόμα ένα όνειρο που δεν έχει πραγματοποιήσει.
Θέλει να δώσει συναυλία ποντιακής μουσικής με κλασικά όργανα, κάτω από τον ίσκιο του μοναστηριού της Παναγίας Σουμελά στην αλησμόνητη πατρίδα…
Στην Τραπεζούντα οι ρίζες του
Από την πρωτεύουσα του Πόντου, την Τραπεζούντα, κατάγονται οι πρόγονοι του Βίκτωρα Βασιλειάδη. Ο δικηγόρος παππούς του, ο Θεόδωρος, διαισθανόμενος ότι ο Πόντος θα βιώσει τραγικές στιγμές τα επόμενα χρόνια, πήρε το 1894 τη γυναίκα του Ευμορφίλη και μετεγκαταστάθηκαν στην πόλη Άντλερ του Σότσι. Εκεί ασχολήθηκε με την καλλιέργεια καπνού, και το 1919, με τον ερχομό των Μπολσεβίκων, πήγε στο Βατούμ, όπου έζησε μέχρι το θάνατό του.
Ο πατέρας του Βίκτωρα, Ιωάννης Βασιλειάδης είχε μεγάλο ταλέντο στη ζωγραφική, το οποίο εντόπισε ο πασίγνωστος στη χώρα ακαδημαϊκός δάσκαλος ζωγραφικής Ιγκόρ Γκράμπαρ και τον πήρε μαζί του, για να σπουδάσει, στην Αγία Πετρούπολη. Εκεί ο Ιωάννης Βασιλειάδης, πέρα από ζωγραφική, σπούδασε φυσικομαθηματικός με ειδίκευση στον κλάδο της ραδιοακουστικής.
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο –το 1941– έγινε διευθυντής ενός απρόσιτου για τους μη εργαζόμενους εργοστασίου στο Νοβοσιμπίρσκ της Σιβηρίας, κι εκεί το 1948 γεννήθηκε ο Βίκτωρ. Εκεί τελείωσε το σχολείο αλλά και το τοπικό ωδείο –εκτός από τη μητέρα του κι ένας αδελφός του ήταν στην όπερα, τραγουδιστής–, και συνέχισε τις μουσικές σπουδές του στην Ακαδημία Μουσικής Γκνέσινιχ, που θεωρείται το καλύτερο μουσικό πανεπιστήμιο της Μόσχας.
Σε ηλικία 13 ετών (από το προσωπικό αρχείο του Β. Βασιλειάδη)
Ο Βασιλειάδης παίζει βιολί, είναι όμως και καθηγητής της βιόλας και του πιάνου.
Έδωσε 6.000 συναυλίες
Το 1979 ο Βίκτωρ Βασιλειάδης έγινε σολίστ βιολιού στην Κρατική Φιλαρμονική Ορχήστρα της Μόσχας, του μεγαλύτερου μουσικού κρατικού οργανισμού στη Σοβιετική Ένωση και στη Ρωσία, μέλος της οποίας παραμένει μέχρι σήμερα.
Αρχικά ως σολίστ, στη συνέχεια ως μέλος τρίο βιολιστών και αργότερα ως μέλος του κουαρτέτου βιολιστών «Λύκειο», έδωσε περισσότερες από 6.000 συναυλίες στη Σοβιετική Ένωση, τη Ρωσία και σε άλλες 24 χώρες του πλανήτη, ανάμεσα στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα. Στο εξωτερικό έδινε συναυλίες με διοργανωτή τον μεγάλο κρατικό οργανισμό «Cosconcert».
«Ανεξίτηλα χαραγμένη στη μνήμη μου παραμένει μέχρι σήμερα μια συναυλία που έδωσα στο Βλαδιβοστόκ, στη ρωσική Άπω Ανατολή. Με έβαλαν σε μια μεγάλη ανοιχτή νταλίκα, που βρισκόταν σε κάποιον κάμπο και έπαιζα πάνω σε ένα χαλί! Από κάτω με παρακολουθούσαν περίπου 2.000 άτομα, αγρότες και εργάτες. Τη συναυλία είχε διοργανώσει η τοπική κομμουνιστική οργάνωση», θυμάται χαμογελώντας ο Βίκτωρ Βασιλειάδης.
Μια άλλη σειρά συναυλιών που δεν θα ξεχάσει ποτέ, είναι αυτές που έδωσε με το «Λύκειο» το 1998 στη Θεσσαλονίκη και τη Ρόδο, τις οποίες διοργάνωσε το Κέντρο Μαύρης Θάλασσας της τότε Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης.
Στο πλαίσιο των μουσικών δραστηριοτήτων του στη Ρωσία ο Βίκτωρ Βασιλειάδης για 15 ολόκληρα χρόνια προωθούσε την κλασική μουσική σε διάφορα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ρωσίας. Ήταν συνιδρυτής του Συλλόγου Ελλήνων Μόσχας (1989) και υπεύθυνος του τομέα Πολιτισμού του. Ένα χρόνο μετά, τον Οκτώβριο του 1990, ο σύλλογος διοργάνωσε το πρώτο και τελευταίο Φεστιβάλ Πολιτισμού και Τέχνης Ελλήνων της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Βασιλειάδης ήταν από τις ψυχές της σημαντικής αυτής οργάνωσης, στην οποία πήραν μέρος και συγκροτήματα από την Ελλάδα (π.χ. το χορευτικό τμήμα του Συλλόγου «Αργοναύτες Κομνηνοί»). Η εκδήλωση έγινε στη μεγαλύτερη τότε αίθουσα μουσικής της Μόσχας, η οποία χωρούσε 2.500 άτομα.
(Από το προσωπικό αρχείο του Β. Βασιλειάδη)
Μετά το Φεστιβάλ οι συμμετέχοντες πήραν μέρος σε κρουαζιέρα, η οποία ξεκίνησε από την Οδησσό κι έπιασε διάφορα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, της Ελλάδας και της Κύπρου, όπου δόθηκαν συναυλίες.
Λίγο αργότερα, μαζί με τον γνωστό Ρώσο μουσικό Ιγκόρ Όιστραχ δημιούργησαν την Ένωση Μουσικών Μόσχας, η οποία αποτελούνταν από χίλιους κλασικούς μουσικούς και είχε πρόεδρο τον Βίκτωρα.
Η επαφή με την ποντιακή μουσική
Η δουλειά του πατέρα του στο απόρρητο εργοστάσιο του Νοβοσιμπίρσκ, αλλά και η παραμονή της οικογένειας στη μακρινή Σιβηρία, δεν επέτρεψαν στον Βίκτωρα Βασιλειάδη να μάθει την ποντιακή διάλεκτο, αφού και οι γονείς του απέφευγαν –εξαιτίας του φόβου– να μιλούν ακόμα και μεταξύ τους στα ποντιακά.
Η πρώτη του επαφή με την ποντιακή μουσική και με την ποντιακή διάλεκτο έγινε το 1987, όταν συναντήθηκε στη Μόσχα με τον καθηγητή Βλάση Αγτζίδη. Εκείνος του έδωσε μια κασέτα με ποντιακή μουσική, ανοίγοντας στο μυαλό αλλά και στην ψυχή του Βίκτωρα νέους δρόμους. Την ίδια χρονιά βρέθηκε με άλλους μουσικούς στην Κωνσταντινούπολη για συναυλίες και ζήτησε από τους Τούρκους διοργανωτές να τους πάνε εκδρομή στην Τραπεζούντα προκειμένου να δει τη γενέτειρα των προγόνων του, αλλά και στην Παναγία Σουμελά.
Η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε και από τότε ονειρεύεται να παίξει με το βιολί και την ομάδα των μουσικών του ποντιακούς ρυθμούς στο ιερό μοναστήρι του όρους Μελά.
Μπορεί αυτή η επιθυμία του να μην έχει ακόμα πραγματοποιηθεί, ωστόσο το περασμένο Πάσχα κατάφερε, με ομάδα μουσικών του, να παρουσιάσει με βιολιά ποντιακούς ρυθμούς αλλά και ελληνική και κλασική μουσική στο Ιστορικό Μουσείο Μόσχας, σε μια συναυλία που συγκίνησε ακόμα και Ρώσους. Ήταν η πρώτη φορά που Έλληνας με ελληνική ορχήστρα, με όλους τους μουσικούς ποντιακής καταγωγής μάλιστα, έπαιξε στον συγκεκριμένο χώρο. Ακολούθησαν τις επόμενες μέρες άλλες δεκατέσσερις συναυλίες σε πέντε μεγάλες ρωσικές πόλεις.
Η μουσική ομάδα του Βίκτωρα Βασιλειάδη ονομάζεται «Αμαντέους» και είναι όλοι μαθητές της Μουσικής Σχολής Αμαντέους που έχει ανοίξει το 2009 στους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης, όπου εγκαταστάθηκε το 2007. Φοιτούν κάθε χρόνο 50-60 μαθητές, οι οποίοι διδάσκονται βιολί, βιόλα, πιάνο, κιθάρα και θεωρία μουσικής.
Όπως λέει με παράπονο στο pontos-news.gr ο Βίκτωρ Βασιλειάδης, θα ήθελε να συνεχίσει και στην Ελλάδα την προώθηση κλασικής μουσικής, όπως έκανε για 15 χρόνια στη Ρωσία, αλλά δυστυχώς εδώ δεν τον καταλαβαίνουν!
Συνέντευξη: Ρωμανός Κοντογιαννίδης
Φωτογραφίες: Φίλιππος Φασούλας