Τα μάτια του ακόμη βουρκώνουν όταν σκέφτεται το λευκό σπίτι κοντά στην εκκλησία, το σπίτι που άφησαν βιαστικά οι παππούδες του κατά την Μικρασιατική Καταστροφή, εγκαταλείποντας χωρίς να κοιτάξουν πίσω τους τη μόνη πατρίδα που είχαν γνωρίσει, τα Αλάτσατα. Εκ τότε άκουγε ιστορίες που περνούσαν από γενιά σε γενιά, για τα όμορφα τοπία, τις παραδοσιακές γειτονιές, τα σπιτικά των Ελλήνων που πέρασαν στα χέρια Τούρκων.
Το σπιτικό των προγόνων του έπρεπε να το γνωρίσει και το έκανε με δυνατά συναισθήματα να τον κατακλύζουν…
Από την πρώτη στιγμή ο Γιάννης Τσιγκένης, απόγονος Μικρασιατών που κατοικούν πλέον στο Ηράκλειο, θέλησε να δει από κοντά το σπίτι όπου έζησαν οι παππούδες του στα Αλάτσατα. Όταν λοιπόν οργανώθηκε η εκδρομή στη γραφική πόλη που απέχει 50 χιλιόμετρα από την Σμύρνη της Μικράς Ασίας, η πρώτη του σκέψη ήταν ότι θα αναζητήσει το σπίτι του παππού του πάση θυσία.
Αναζητώντας το σπίτι των προγόνων
Ο κ. Τσιγκένης είχε ακούσει για το σπίτι μόνο από τις περιγραφές και τις διηγήσεις. Χρειάστηκε λοιπόν τη βοήθεια της ξαδέρφης του –που το είχε επισκεφτεί με τον αδερφό του παππού του– να λάβει τηλεφωνικά οδηγίες για να φτάσει κοντά στην εκκλησία και να αναζητήσει το μέρος όπου μεγάλωσαν οι προηγούμενες γενιές, να βρει τις ρίζες του και να μάθει τα πάντα για το παρελθόν του. Όταν τα κατέφερε μάλιστα εξεπλάγην από την εικόνα που αντίκρισε αλλά και τα πρόσωπα που γνώρισε…
Ήταν σαν να τον γνώριζαν πάντα και να περίμεναν να τον συναντήσουν οι νέοι ένοικοι του σπιτιού.
Μια ηλικιωμένη γυναίκα του άνοιξε την πόρτα και την αγκαλιά της. Το κλίμα ήταν από την αρχή φορτισμένο καθώς κατάλαβε αμέσως ότι κάτι δυνατό συνέδεε τον άγνωστο άνδρα με αυτή τη γη, με την Μικρά Ασία. Η κα Καραντεμίρη, με μακρινή καταγωγή από την Καβάλα, ήταν πλέον η νέα ένοικος καθώς το σπίτι πέρασε προφανώς από το κράτος στα χέρια της. Δίπλα της ο γιός της που έκανε τη μετάφραση και κερνούσε τον φιλοξενούμενο.
Τα άφησαν όλα πίσω… ακόμα και τις λίρες
Όπως περιγράφει ο κ. Τσιγκένης το συναίσθημα ήταν απερίγραπτο, σαν να πέρασε από μπροστά του όλο το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας, να βρήκε τις ρίζες του, να έζησε χαρές και λύπες της οικογένειας στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού αλλά και την πίκρα του ξεριζωμού. Θυμήθηκε τις ιστορίες που είχε ακούσει για το πώς μπροστά στον κίνδυνο της σφαγής, ο παππούς του πήρε τη γιαγιά του και έφυγε βιαστικά αφήνοντας τα πάντα πίσω του.
Κατάφερε να πάρει μαζί του ελάχιστα χρυσαφικά, τίποτε άλλο. Ούτε προσωπικά αντικείμενα , ούτε κάτι άλλο που να θυμίζει μια ολόκληρη ζωή που χάθηκε μαζί με το βιαστικό αντίο. Μάλιστα όπως του αφηγήθηκε πολλές φορές η γιαγιά του, έθαψαν δύο τενέκες λίρες έξω από το σπίτι και κάτω από μια συκιά.
Ακόμα και δεκαετίες μετά, συχνά ρωτούσε τα εγγόνια της πότε θα επιστρέψουν στα Αλάτσατα για να βρουν τις λίρες…
Εκείνο που συγκίνησε τον κ. Τσιγκένη, που είναι και πρόεδρος του συλλόγου Αλατσατιανών Ηρακλείου, είναι ότι ακόμα και 90 χρόνια μετά δεν είχαν αλλάξει τίποτα μέσα στο σπίτι, σεβόμενοι το γεγονός ότι ανήκε σε μια άλλη οικογένεια, ότι συνδεόταν με μνήμες και δυνατά συναισθήματα. Το ξύλινο ταβάνι, τα μπρούτζινα χερούλια, οι λεπτομέρειες του χώρου θύμιζαν τον αρχικό ιδιοκτήτη…
Μάλιστα για την κα Καραντεμίρη ήταν σαν να απέκτησε δεύτερο γιο. Έτσι τον χαρακτήρισε αποχαιρετώντας τον. Κι όταν επισκέφθηκε και πάλι το σπίτι στα Αλάτσατα το 2014 και πάλι τον αγκάλιασε… σαν να αγκάλιαζε μια ολόκληρη χαμένη γενιά, ζωές για τις οποίες σταμάτησε ο χρόνος το 1922 λόγω του ξεριζωμού, αλλά παρότι αναγκάστηκαν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους στην Κρήτη πάντα θα επιστρέφουν στις χαμένες πατρίδες…
Πηγή: www.neakriti.gr