Πρωταγωνιστεί σε μια… ανατρεπτική παράσταση και σε ένα από τα πιο επιτυχημένα σίριαλ της ελληνικής τηλεόρασης. Φέτος κλείνει 36 χρόνια στο χώρο, με δεκάδες δουλειές σε θέατρο, τηλεόραση και κινηματογράφο. Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης, ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του, μιλά στο pontos-news.gr για Το σώσε και τη Μουρμούρα.
Παράλληλα, κάνει ένα αποκαλυπτικό flash back στο παρελθόν για τη δουλειά του, για τα χρόνια της ζωής του στη Θεσσαλονίκη, αλλά λύνει και την απορία πολλών αν τελικά έχει ποντιακές ρίζες ή όχι.
Η συνάντησή μας έγινε στην άδεια πλατεία του θεάτρου «Ζίνα», λίγα 24ωρα αφότου είχε κλείσει ο (πεντάμηνος) κύκλος της παράστασης Το σώσε στην Αθήνα (μια παράσταση την οποία σκηνοθετεί ο ίδιος και πρωταγωνιστεί), και μία μέρα πριν μπει στο αεροπλάνο με προορισμό τη Θεσσαλονίκη όπου πλέον παίζεται η σπαρταριστή φάρσα.
Τι είναι τελικά Το σώσε και γιατί έχει τόσο μεγάλη επιτυχία;
Το Σώσε είναι μια παγκοσμίως γνωστή παράσταση με έναν συγκλονιστικό συγγραφέα, τον Μάικλ Φρέιν, που όταν έγραψε το συγκεκριμένο έργο, εδώ και πάρα πολλά χρόνια –τυχαίνει να παίζεται και τώρα στο Μπρόντγουεϊ– είχε πολύ μεγάλα κέφια. Είναι μια περίεργη φάρσα. Αυτό που βλέπει το κοινό είναι το πρώτο μέρος από μια παράσταση που έχουν ανεβάσει κάποιοι δεύτεροι ηθοποιοί εξ ανάγκης, γιατί δεν βρίσκουν δουλειά πουθενά αλλού. Παίρνουν λοιπόν κι έναν σκηνοθέτη που υποτίθεται ότι κάνει Σαίξπηρ αλλά αναγκάζεται να κάνει αυτό τώρα για να πληρωθεί, κι όλοι μαζί προσπαθούν να ανεβάσουν μια παράσταση. Ανεπιτυχώς βέβαια· γίνονται χιλιάδες λάθη μέσα. Στο πρώτο μέρος βλέπουμε τις πρόβες τους. Στο δεύτερο μέρος, που γυρνάει και το σκηνικό, βλέπουμε τα παρασκήνια και εκεί βγαίνουν οι διαπροσωπικές τους σχέσεις και η αντιζηλία.
Στη συνέχεια βλέπουμε άλλη μια φορά το πρώτο μέρος, αλλά πλέον έχουν παραιτηθεί και οι ίδιοι, και παίζουν… ό,τι να ’ναι!
Σκηνή από τη θεατρική παράσταση Το Σώσε (ο Βλ. Κυριακίδης με τον βετεράνο Γιώργο Κωνσταντίνου)
Ακούγεται κάπως ανατρεπτικό…
Είναι τελείως ανατρεπτικό. Δεν είναι η κλασική φάρσα που στηρίζεται στην ατάκα. Είναι οι καταστάσεις που δημιουργούνται μέσα: τρελές και αναπάντεχες.
Από την άλλη, η συμμετοχή σας στη Μουρμούρα. Τι είναι αυτό που κάνει τη σειρά να έχει τέτοια απήχηση;
Ότι είναι σαν να κοιτάς από την κλειδαρότρυπα τι συμβαίνει στον γείτονά σου, που συμβαίνει και σε σένα. Είναι η καθημερινή μας ζωή, τραβηγμένη βέβαια προς την κωμωδία.
Θα συνεχιστεί και την επόμενη σεζόν;
Ναι, θα πάει και τέταρτη σεζόν. Το καλοκαίρι θα κάνουμε γυρίσματα.
Δάφνη Λαμπρόγιαννη και Βλαδίμηρος Κυριακίδης στα γυρίσματα της επιτυχημένης σειράς Μην αρχίζεις τη μουρμούρα
(φωτ.: alphatv.gr)
Η Θεσσαλονίκη είναι ένας ιδιαίτερος τόπος για σας· εκεί γεννηθήκατε, εκεί μεγαλώσατε. Με ποια συναισθήματα ανεβαίνετε στην πόλη;
Δεν προλαβαίνω να πάω στα μέρη που γυρνούσα. Βέβαια όταν πηγαίνω, παρατηρώ ότι έχει αλλάξει πάρα πολύ η γειτονιά μου. Αλλά κάθε φορά συγκινούμαι. Γιατί όλα αυτά τα μέρη τα έχω περπατήσει, και οι αναμνήσεις παραμένουν νωπές. Πάω παντού. Δεν μπορώ να πω ότι δεν θα πάω στη Χαριλάου, δίπλα στο γήπεδο του Άρη, όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα, αλλά πάω στο κέντρο που το «έφαγα με το κουτάλι». Φίλοι υπάρχουν ακόμα εκεί. Έχουν μεγαλώσει κι αυτοί όπως κι εγώ και υπάρχει αυτή η «ζεστασιά», σαν να είναι η πόλη μου.
Με ένα επίθετο σε… ίδης, και με τις ρίζες του στη βόρεια Ελλάδα, αυθόρμητα γεννιέται το ερώτημα της καταγωγής του δημοφιλούς ηθοποιού. Είναι τελικά Πόντιος; Δείτε τον και ακούστε τον να λέει την άγνωστη ιστορία για το πραγματικό όνομα του πατέρα του και από πού ήρθε.
Ο Βλαδίμηρος Κυριακίδης έχει στο παρελθόν του και μια άλλη, εν πολλοίς άγνωστη ιστορία, που συνδέεται με τον αθλητισμό. Για την ακρίβεια τον πρωταθλητισμό στην ομάδα του Άρη Θεσσαλονίκης. Το τι και το πώς, το λέει στο pontos-news.gr στο βίντεο που ακολουθεί.
Έμεινε πίσω λοιπόν ο αθλητισμός γιατί ήρθε η υποκριτική τέχνη. Κύριε Κυριακίδη, στην απόφασή σας να γίνετε ηθοποιός έπαιξε ρόλο το οικογενειακό περιβάλλον;
Όχι, καθόλου. Έγινε πολύ ξαφνικά… [Δείτε τη συνέχεια στο βίντεο.]
Στο μεγαλύτερο μέρος της καριέρας σας έχετε παίξει κωμικούς ρόλους. Θα σας ενδιέφερε στο μέλλον να στραφείτε περισσότερο στο δράμα;
Ναι, έχω κάνει κυρίως κωμικούς ρόλους. Έχω δοκιμάσει και δραματικούς ρόλους, επειδή όμως πιστεύω ότι το δράμα είναι αρκετά δύσκολο, και απαιτεί και αυτό κόπο για να μπορέσεις να το κατακτήσεις, όπως και η κωμωδία, η επιλογή μου ήταν να στραφώ προς την κωμωδία διότι σε αυτό θέλω να εξελιχθώ και να προσπαθήσω να γίνω –όσο γίνεται–καλύτερος. Στο δράμα αυτήν τη στιγμή σαφώς υπάρχουν πολλοί ηθοποιοί καλύτεροι από εμένα. Άρα, προτιμώ να πάω προς τα εκεί που θεωρώ ότι μπορεί να είναι το πικ των δυνατοτήτων μου και να εξελιχθώ, παρά να στραφώ στο δράμα που θα απαιτήσει πολύ περισσότερο χρόνο για να «γυμνάζομαι».
Έχετε κάνει κατά καιρούς πολλές σκηνοθετικές δουλειές. Είναι ένα πεδίο που το «βλέπετε» και για το μέλλον;
Το πρώτο πράγμα που είχα σκεφτεί ήταν η σκηνοθεσία κινηματογράφου, τότε, όταν μπήκε το «μικρόβιο» μέσα μου. Είχα πάει στο Centro Sperimentale, στην Ιταλία, για να σπουδάσω, αλλά όταν ήρθαν οι απαιτήσεις, που ήταν 500 υποψήφιοι για τέσσερις θέσεις, και όλα αυτά στα ιταλικά, είπα μέσα μου ότι εγώ δεν γίνεται να ανταγωνιστώ ανθρώπους που έρχονται από ευρωπαϊκές χώρες, με περισσότερα εφόδια. Κι έτσι τα παράτησα και γύρισα πίσω.
Δεν το μετανιώσατε;
Όχι, καθόλου δεν το μετάνιωσα. Από την άλλη, όταν αποφάσισα να ασχοληθώ με τη σκηνοθεσία του θεάτρου, ευτυχώς ήξερα μια ξένη γλώσσα και παρήγγειλα κάποια βιβλία, μελέτησα για να καταλάβω τη λογική. Συν το πρακτικό και το εμπειρικό κομμάτι που αποκόμισα από το θέατρο.
Ποια είναι τα στοιχεία που καταξιώνουν έναν ηθοποιό στο χώρο του και στο κοινό;
Η ειλικρίνεια πάνω απ’ όλα. Καμία έκπτωση σε αυτό που κάνεις, γιατί το κοινό είναι πανέξυπνο. Καταλαβαίνει, γιατί λειτουργεί με τις αισθήσεις του. Καταλαβαίνει αυτό που του παρουσιάζεις οπότε δεν του γλιτώνεις αν κάνεις έκπτωση στην τέχνη σου. Σε καταξιώνει επίσης η σκληρή δουλειά, η αντίληψη, η αισθητική και αυτό που πρεσβεύεις.
Αν σας ζητούσα να μου ιεραρχήσετε τι σας αρέσει ή τι σας πηγαίνει περισσότερο να κάνετε: θέατρο, σινεμά, τηλεόραση;
Είναι τρία διαφορετικά είδη. Καταρχάς το θέατρο, γιατί έχει τους μεγάλους συγγραφείς. Υπάρχουν ογκόλιθοι που σαφώς τα κείμενά τους διαφέρουν απ’ ό,τι είναι στην τηλεόραση ή τον κινηματογράφο. Το θέατρο είναι ο αντίλαλος της ζωής. Είναι ζωντανό. Γεννιέται και πεθαίνει σε ένα δευτερόλεπτο αυτό που συμβαίνει επί σκηνής. Ο κινηματογράφος είναι η αναπαράσταση της ζωής.
Η τηλεόραση είναι ένα άλλο μέσο, όπου κι εκεί μπορείς να κάνεις άξια τη δουλειά σου, χωρίς να κάνεις εκπτώσεις.
Είναι τρεις διαφορετικές τεχνικές, αλλά το ένα μέσο βοηθάει το άλλο. Κάνω πιο πολύ θέατρο απ’ ό,τι τηλεόραση ή κινηματογράφο. Καταξιώνεσαι μέσα από το θέατρο σε βάθος χρόνου. Είναι μεγάλο στοίχημα και η τιμή. Γιατί είναι τιμή να ξυπνάει κάποιος το πρωί και να λέει «τι θα κάνω το βράδυ; Α, ας πάω να δω τον Βλαδίμηρο στο θέατρο». Αυτό είναι ιδιαίτερα τιμητικό για μένα, κι αυτό προσπαθώ να τους το ανταποδίδω.
Από την εμπειρία σας θεωρείτε ότι ο Έλληνας προτιμά να μένει στον καναπέ του, μπροστά στην τηλεόραση, ή ψάχνεται και εκτός σπιτιού για ενδιαφέροντα καλλιτεχνικά δρώμενα;
Πιστεύω ότι δεν προτιμά να κάθεται στον καναπέ του. Είναι εσφαλμένη αυτή η αντίληψη. Το αποδεικνύει το θέατρο. Σε εποχές που η πολιτική κατάσταση δεν είναι όπως πρέπει και τραβάμε αυτά που τραβάμε, βλέπουμε ότι οι αίθουσες έχουν κόσμο. Άρα ο κόσμος προτιμά και μια άλλου είδους διασκέδαση, έναν άλλο προβληματισμό. Είτε μιλάμε για δράμα είτε για κωμωδία. Και με τα δύο υπάρχει κάθαρση. Όμως και μια καλή δουλειά στην τηλεόραση ή τον κινηματογράφο προσφέρει ψυχαγωγία.
Η κρίση, όμως, δεν χτύπησε τις καλές δουλειές στην τηλεόραση;
Θα έλεγα ότι στον τομέα της τέχνης συσπειρωθήκαμε. Πριν, σε αυτήν τη φούσκα που ζούσαμε, είχαν ξεφύγει τα πάντα. Τώρα πια έχουμε συσπειρωθεί, έχουμε βάλει νερό στο κρασί μας. Βλέπουμε, ας πούμε, τη Μουρμούρα. Δεν έχει ένα τεράστιο μπάτζετ, αλλά βγαίνει αυτό το αποτέλεσμα που βγαίνει.
Εν μέσω κρίσης ο Έλληνας δεν έχει κάνει εκπτώσεις στην ψυχαγωγία του; Αναγκαστικά έχει κόψει αρκετά πράγματα από την καθημερινότητά του, έτσι δεν είναι;
Ναι, σε έναν βαθμό. Και δυστυχώς όχι μόνο στην ψυχαγωγία, αλλά παντού. Ουσιαστικά έχει κάνει εκπτώσεις στην ίδια του την αντίληψη και την αισθητική. Έχει χάσει το χιούμορ του – ο Έλληνας πάντα σάρκαζε. Ευτυχώς που υπάρχουμε κι εμείς για να γελάει και να ευφραίνεται.
Βλέπετε κάποιο φως στον ορίζοντα;
Όχι, δεν βλέπω. Δυστυχώς. Αυτό δεν είναι πολιτική. Αυτό είναι κερδοσκοπία. Δεν είναι η πολιτική που γνώρισα εγώ ως έφηβος. Που είχε κάποια αξία. Σήμερα δεν έχει ουδεμία, δυστυχώς.
Σας έχει προσεγγίσει κάποιο κόμμα να εμπλακείτε με την πολιτική;
Ναι, με έχουν προσεγγίσει αλλά είπα «δεν θέλω να παροπλιστώ, ευχαριστώ». Και δεν με ενδιαφέρει η πολιτική. Με ενδιαφέρει να είμαι καλός σε αυτό που ξέρω να κάνω. Το άλλο, όσο κι αν έχω άποψη ή πολιτική θέση, δεν το γνωρίζω. Δεν είναι το αντικείμενό μου, δεν μπορώ να πάρω ένα πόστο και να το διαχειριστώ.
Θα ήθελα να μας πείτε αν υπάρχει κάποιο μότο που σας ακολουθεί στη ζωή, κάποια ατάκα του θεάτρου ή του σινεμά που ταιριάζει με εσάς, με το χαρακτήρα σας.
Υπομονή και επιμονή. Αυτό νομίζω περικλείει τα πάντα μέσα. Από πειθαρχία μέχρι γνώση, εργασία, ενημέρωση, τα πάντα.
- Η παράσταση Το Σώσε, σε σκηνοθεσία του Βλαδίμηρου Κυριακίδη, θα παίζεται μέχρι τις 15 Μαΐου (πλην Μεγάλης Εβδομάδας) στο θέατρο Αριστοτέλειον της Θεσσαλονίκης (Εθνικής Αμύνης 2).
- Οι μικρές φωτογραφίες στο άρθρο είναι η μεν πρώτη από την εξαιρετικά επιτυχημένη παράσταση Caveman, η δε δεύτερη από την κινηματογραφική ταινία Νήsos του Χρήστου Δήμα, με πλειάδα πρωταγωνιστών.
Κείμενο: Χρήστος Τέλιος.
Φωτογραφίες, βίντεο: Χριστίνα Κωνσταντάκη.