Μέρες Απριλίου του 1916 –για την ακρίβεια στις 5/18 Απριλίου του 1916– ο ρωσικός στρατός κατέλαβε την ιστορική πόλη του Πόντου, την Τραπεζούντα, η οποία βρισκόταν υπό οθωμανική κατοχή από το 1461. Η νίκη των Ρώσων ήρθε ως αποτέλεσμα σειράς επιτυχημένων επιθέσεων από ξηράς και θαλάσσης σε μια από τις κρισιμότερες στιγμές του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Ρωσικό ντοκιμαντέρ της εποχής κατέγραψε την ημέρα της εισόδου του ρωσικού στρατού στην Τραπεζούντα και την ενθουσιώδη υποδοχή του από τους Έλληνες κατοίκους της πανάρχαιας εστίας του ελληνισμού.
Για περίπου δύο χρόνια η πάλαι ποτέ πρωτεύουσα αυτοκρατορίας, όπως και όλος ο ανατολικός Πόντος, παρέμενε ελεύθερη στα χέρια των γηγενών κατοίκων της.
Τρεις εικονολήπτες του ρωσικού στρατού, οι Ερκόλ, Νταρέν και Ερμόλοφ, βιντεοσκόπησαν τα γεγονότα και άφησαν σε όλους μας μια μνημειώδη, ιστορική μαρτυρία για εκείνες τις ημέρες. Οι λήψεις έγιναν με την καθοδήγηση του συνταγματάρχη Εσάντζε, ο οποίος διηύθυνε την Πολεμική Ιστορική Υπηρεσία της Στρατιάς του Καυκάσου.
Τα μονταρισμένα πλάνα υπό μορφή ντοκιμαντέρ τιτλοφορήθηκαν «Η πτώση της Τραπεζούντας».
Σύμφωνα με τον αναλυτή Ντενίς Κοζλόφ, διδάκτορα Ιστορίας με εξειδίκευση στα πεπραγμένα του ρωσικού στόλου, η κατάληψη της Τραπεζούντας είχε μέγιστη στρατηγική σημασία για τον ρωσικό στρατό καθώς μέσω του λιμανιού της πόλης οι Τούρκοι μετέφεραν τα εφόδια για τα στρατεύματά τους στον Καύκασο.
Η Τουρκία μπήκε στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το φθινόπωρο του 1914, ως σύμμαχος της Γερμανίας. Οι τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις, υποστηριζόμενες από τη Γερμανία, επιτέθηκαν στα ρωσικά παράλια του Εύξεινου Πόντου. Για να αντιμετωπίσουν την εισβολή στα εδάφη τους οι Ρώσοι δημιούργησαν τη Στρατιά του Καυκάσου και η νίκη επί των εισβολέων δεν άργησε νε έρθει. Την άνοιξη του 1915 ο ρωσικός στρατός «καθάρισε» από τους Τούρκους όλη την περιοχή του Βατούμ. Οι χερσαίες στρατιωτικές επιχειρήσεις στα παράλια του Πόντου υποστηρίχτηκαν από τα πολεμικά πλοία της ναυτικής ομάδας του Βατούμ.
Η δεύτερη κίνηση στην περιοχή του Νότιου Καυκάσου (της Υπερκαυκασίας) έγινε στο τέλος του 1915 και αφορούσε την ενδεχόμενη συμμαχία της Περσίας με τη Γερμανία, την οποία η Ρωσία απέτρεψε. Μετά από επιτυχημένες διπλωματικές κινήσεις οι Ρώσοι συνέχισαν την προέλαση τους στον Πόντο.
Τον Φεβρουάριο του 1916 τα ρωσικά στρατεύματα κατέλαβαν το φρούριο του Ερζερούμ ενώ είχε ξεκινήσει η μάχη για την Τραπεζούντα.
Επικεφαλής της επιχείρησης διορίστηκε ο στρατηγός Βλαντίμιρ Λιάχοφ του Πλάτωνα, διοικητής του Α΄ Σώματος της Στρατιάς του Καυκάσου, του παραθαλάσσιου μετώπου και του φρουρίου του Βατούμ, ο οποίος στη μάχη για το Ερζερούμ κυριολεκτικά συνέτριψε την Γ΄ Στρατιά του τουρκικού στρατού. (Στα χρόνια του ρωσικού εμφυλίου ο στρατηγός Λιάχοφ διοικούσε τον ρωσικό στρατό στον Καύκασο κατά την καταστολή της επανάστασης των Μπολσεβίκων. Το 1919 αποστρατεύτηκε και πήγε να ζήσει στο Βατούμ, όμως λίγο αργότερα θανατώθηκε από αγνώστους.)
Η Τραπεζούντα είναι ελεύθερη!
Η μάχη για την Τραπεζούντα ήταν για τους Ρώσους μια από τις δυσκολότερες στρατιωτικές επιχειρήσεις λόγω της δύσκολης πρόσβασης μέσω των Ποντικών Άλπεων. Από τα βουνά της Τραπεζούντας προς την πόλη κατευθύνθηκαν δύο ορεινές ταξιαρχίες υπό τη διοίκηση του στρατηγού Κρασνοπέφτσεφ, που αποτελούνταν από Κοζάκους του Κουμπάν. Τους Κοζάκους που δεν ίππευαν τους έλεγαν «πλαστούνι» και ήταν το πρότυπο των σημερινών Ειδικών Δυνάμεων.
Στις μάχες για την προέλαση προς την Τραπεζούντα, που κράτησαν τρεις μήνες, σκοτώθηκαν 25 αξιωματικοί των ρωσικών δυνάμεων και περίπου 1.000 στρατιώτες.
Την 1η Απριλίου 1916, πάνω από 30.000 Ρώσοι στρατιώτες ξεκίνησαν την πολιορκία της Τραπεζούντας. Στις 5/18 Απριλίου τα ρωσικά στρατεύματα μπήκαν στην πόλη, από την οποία ήδη είχαν αποχωρήσει οι Τούρκοι.
Παραμονές της πτώσης της Τραπεζούντας στα χέρια των Ρώσων, στις 3/16 Απριλίου, ο βαλής της πόλης Τζεμάλ Αζμί μπέης παρέδωσε τη διοίκηση στον μητροπολίτη Χρύσανθο και τα μέλη της προσωρινής «κυβέρνησης» Γεώργιο Φωστηρόπουλο, Παρασκευά Γραμματικόπουλο και Γεώργιο Κογκαλίδη.
«Από τους Έλληνες πήραμε τη χώρα τούτη και στους Έλληνες την επιστρέφουμε. Παραδίνουμε σε σας τις εκκλησίες, τις οποίες μετατρέψαμε σε τζαμιά. Κάντε τα πάλι εκκλησίες, αν το θεωρείτε λογικό», είπε ο βαλής πριν παραδώσουν οι Τούρκοι την Τραπεζούντα στον μητροπολίτη Χρύσανθο.*
Οι Έλληνες κάτοικοι της Τραπεζούντας ζήτησαν από τον Αμερικανό πρόξενο Χέιζερ να τους συνοδεύσει στις συνομιλίες με τις ρωσικές στρατιωτικές Αρχές. Η αντιπροσωπεία των Ελλήνων έφτασε στο επιτελείο του στρατηγού Λιάχοφ. Μετά τη συζήτηση με τους Έλληνες για την κατάσταση στην πόλη, οι Ρώσοι μπήκαν στην Τραπεζούντα. Πρώτοι πάτησαν το πόδι τους στην πόλη οι στρατιώτες του Ε΄ Συντάγματος Συνοριακού Πεζικού.
Τον ρωσικό στρατό υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό περίπου 40.000 Έλληνες της Τραπεζούντας.
Οι Τραπεζούντιοι αμέσως ξεκίνησαν να ξηλώνουν τις τουρκικές επιγραφές, κίνηση που μετά από 455 χρόνια οθωμανικής κατοχής ήταν αναμενόμενη.
Οι Ρώσοι ιστορικοί, περιγράφοντας τις συνθήκες που επικρατούσαν στον Πόντο τον Απρίλιο του 1916, αναδεικνύουν τη μακραίωνη ιστορία των Ελλήνων στην περιοχή υπενθυμίζοντας ότι εδώ κάποτε υπήρχε η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας.
Μαζί με τον τουρκικό στρατό, από την πόλη έφυγαν και οι Τούρκοι μουσουλμάνοι κάτοικοί της, όμως το κύρος του μητροπολίτη Χρύσανθου ήταν σημαντικό, για να πειστούν αρκετοί να ξαναγυρίσουν γνωρίζοντας, όπως και έγινε, ότι θα τους φερθούν καλά.
Μετά την είσοδό τους στην Τραπεζούντα, οι Ρώσοι ανέλαβαν τη στρατιωτική διοίκηση του ανατολικού Πόντου, ενώ σε συνεργασία με τους Έλληνες ξεκίνησε η οργάνωση ελληνικής πολιτικής διοίκησης στην περιοχή. Στην Τραπεζούντα έφθασαν ο διοικητής της Στρατιάς του Καυκάσου Νικολάι Γιουντένιτς και ο μέγας δούκας Νικολάι Νικολάγιεβιτς.
Η κατάσταση στον ανατολικό Πόντο άλλαξε μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και την υπογραφή της συνθήκης του Μπρεστ-Λιτόφσκ. Ο ρωσικός στρατός εγκατέλειψε τις ευρύτερες περιοχές της Τραπεζούντας, του Καρς και του Αρνταχάν, και δεκάδες χιλιάδες Πόντιοι έγιναν πρόσφυγες.