Τη μνήμη των Σαράντα Μαρτύρων που μαρτύρησαν στη Σεβάστεια τιμά σήμερα 9 Μαρτίου η Εκκλησία μας. Και οι σαράντα αυτοί Άγιοι ήταν στρατιώτες στο πιο επίλεκτο τάγμα του στρατού του Λικινίου, αλλά συνελήφθησαν στη Σεβάστεια από τον έπαρχο Αγρικόλα όταν εξαπολύθηκαν οι διωγμοί κατά των χριστιανών.
Είχαν απορρίψει επαίνους και υποσχέσεις του επάρχου για αμοιβές και αξιώματα αν απαρνηθούν την πίστη τους.
«Ευχαριστούμε για τους επαίνους της ανδρείας μας. Αλλά ο Χριστός στον οποίο πιστεύουμε μας διδάσκει ότι στον καθένα άρχοντα πρέπει να του προσφέρουμε ό,τι του ανήκει. Και γι’ αυτό στον βασιλέα προσφέρουμε τη στρατιωτική υπακοή. Αν όμως, ενώ ακολουθούμε το Ευαγγέλιο, δεν ζημιώνουμε το κράτος, αλλά μάλλον το ωφελούμε με την υπηρεσία μας, γιατί μας ανακρίνεις για την πίστη που μορφώνει τέτοιους χαρακτήρες και οδηγεί σε τέτοια έργα;», είπε στον Αγρικόλα ο Κάνδιδος, εκ των Σαράντα.
Η απάντηση ήταν βασανιστήρια. Ρίχτηκαν σε μια παγωμένη λίμνη, χειμώνα καιρό, και τα σώματά τους άρχισαν να μελανιάζουν. Όλοι έμειναν υπομένοντας εκτός από έναν, που όμως αντικαταστάθηκε από τον φρουρό Αγλάιο, ο οποίο είδε στεφάνια πάνω από τα κεφάλια των μαρτύρων.
«Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο παράδεισος. Λίγο ας υπομείνουμε και σε μια νύχτα θα κερδίσουμε ολόκληρη την αιωνιότητα», έλεγαν ο ένας στον άλλον.
Μισοπεθαμένους τους έβγαλαν το πρωί από τη λίμνη και τους συνέτριψαν τα σκέλη. Τα λείψανά τους βρέθηκαν από τους χριστιανούς σε κάποιον γκρεμό, όπου είχαν συναχθεί κατά θεία οικονομία και ενταφιάσθηκαν με ευλάβεια.
Σύμφωνα με το saint.gr, τα λείψανα των Αγίων βρήκε με θεία οπτασία, το έτος 438, η αυτοκράτειρα Πουλχερία κρυμμένα στο ναό του Αγίου Θύρσου, στην Κωνσταντινούπολη, πίσω από τον άμβωνα. Ήταν στον τάφο της διακόνισσας Ευσέβειας σε δύο αργυρές θήκες, οι οποίες –κατά την διαθήκη της– είχαν εναποτεθεί εκεί στο μέρος της κεφαλής της. Μετά την ανακάλυψη, η Πουλχερία οικοδόμησε ναό έξω από τα τείχη των Τρωαδησίων.
Σπουδαία από ιστορικής απόψεως θεωρείται από νεότερους ερευνητές η Διαθήκη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, η οποία αποσκοπεί στο να παρεμποδίσει το διασκορπισμό των ιερών λειψάνων τους μεταξύ των χριστιανών, πράγμα συνηθισμένο στην Ανατολή κατά τους χρόνους εκείνους.
Οι γονείς του Μεγάλου Βασιλείου, που κατείχαν «κόνιν» και τεμάχια των ιερών λειψάνων των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ανήγειραν τον πρώτο ναό στην Ανατολή εις τιμήν των Αγίων, όπου και ετάφησαν, σε κτήμα τους στον Πόντο.
Ναός αφιερωμένος στους Αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες υπήρχε στην περιοχή Μέση της Κωνσταντινούπολης, που είχε ανεγερθεί από τον αυτοκράτορα Τιβέριο Α΄ (579 – 582 μ.Χ.) και συμπληρωθεί από τον αυτοκράτορα Μαυρίκιο (582 – 602 μ.Χ.). Το ναό κατεκόσμησε ο Ανδρόνικος Κομνηνός (1183-1185 μ.Χ.). Στο ναό αυτόν λειτουργούνταν κατά την ημέρα της μνήμης των Αγίων Μαρτύρων οι αυτοκράτορες.
Άλλοι ναοί υπήρχαν:
- στο βυζαντινό Παλάτι (πανηγύριζε στις 27 Αυγούστου),
- στη νήσο Πλάτη ή Πλατεία,
- στη μονή της Χώρας,
- στην Έμμεσα (Χομς) της Συρίας.
Οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες είναι προστάτες της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου στο Άγιον Όρος, το καθολικό της οποίας τιμάται στη μνήμη τους.
Κατά τους Παρισινούς Κώδικες 1575 και 1476, τα ονόματα τους ήταν: Κυρίων, Κάνδιδος (ή Κλαύδιος), Δόμνας, Ευτύχιος (ή Ευτυχής), Σεβηριανός, Κύριλλος, Θεόδουλος, Βιβιανός, Αγγίας, Ησύχιος, Ευνοϊκός, Μελίτων, Ηλιάδης (ή Ηλίας), Αλέξανδρος, Σακεδών (ή Σακερδών), Ουάλης, Πρίσκος, Χουδίων, Ηράκλειος, Εκδίκιος, (ή Ευδίκιος), Ιωάννης, Φιλοκτήμων, Φλάβιος, Ξάνθιος, (ή Ξανθιάς), Ουαλέριος, Νικόλαος, Αθανάσιος, Θεόφιλος, Λυσίμαχος, Γάιος, Κλαύδιος, Σμάραγδος, Σισίνιος, Λεόντιος, Αέτιος, Ακάκιος, Δομετιανός (ή Δομέτιος), δύο Γοργόνιοι, Ιουλιανός, (ή Ελιανός ή Ηλιανός), και Αγλάιος ο καπικλάριος.
Ορισμένοι Κώδικες αναφέρουν και παραπάνω ονόματα, όπως αυτά των αγίων Αειθάλα, άλλου Γοργονίου κτλ.