Βασίλισσα της Μεσογείου και δόξα της
ήταν η Σμύρνη, η ωραία πόλη
και το πιο όμορφο μαργαριτάρι της Ανατολής.
Σμύρνη μου, ωραία πόλη!1
Καθώς η Νάνσι Χόρτον καθόταν απέναντί μου, η πρώτη σκέψη μου ήταν μια κοινότυπη διαπίστωση: οι γυναίκες περιποιούνται τον εαυτό τους ανεξαρτήτως της ηλικίας τους. Και, φυσικά, τι εκπληκτική ομοιότητα με τον πατέρα της!
Την συνάντησα στο σπίτι της στη Βούλα, δυο μήνες πριν συμπληρώσει τα 100ά γενέθλιά της. Με κοίταζε και μου χαμογελούσε με ένα χαμόγελο άδολο, παιδικό. Αρχίσαμε να κουβεντιάζουμε για ποίηση. Κάποια στιγμή έσκυψε, πήρε ένα βιβλίο από το τραπεζάκι που βρισκόταν μπροστά της και μου το έδωσε. Ήταν μια συλλογή ποιημάτων της. Λίγο πριν την αποχαιρετήσω, εκείνη θα μου ζητούσε πίσω το βιβλίο για να το υπογράψει κι εγώ θα της ζητούσα να μου διαβάσει ένα ποίημα, όποιο ήθελε.
Επέλεξε ένα ποίημα του πατέρα της, Τζορτζ Χόρτον, προξένου της Αμερικής στη Σμύρνη το 1922. Είχε τίτλο «Στη γυναίκα μου».
Το έγραψε για τη μητέρα της –και τρίτη κατά σειρά σύζυγό του–, Αικατερίνη Σακοπούλου.
Ο δρόμος είναι μακρύς αγαπημένη μου.
Σου είπα πως πρέπει να προχωρήσω.
Πρόκειται για έναν σκονισμένο και κουραστικό δρόμο
χωρίς ούτε μια στάση ξεγνοιασιάς.
Και τότε αντιγύρισες και μου είπες
–μιλούσες ήρεμα και το χαμόγελό σου ήταν τόσο γλυκό–
«Αν αυτός ο δρόμος είναι αρκετά καλός για σένα,
είναι αρκετά καλός και για μένα».
[…] Κάποιο πρωινό του Σεπτεμβρίου του 1922 ένας άντρας στάθηκε στην είσοδο του κτιρίου που στεγαζόταν το Αμερικανικό Προξενείο. Από παντού ακούγονταν κραυγές τρόμου. Ξαφνικά, είδε ένα πλήθος απελπισμένων ανθρώπων να κατευθύνονται προς το μέρος του. Ο άντρας αυτός δεν ήταν άλλος από τον Τζoρτζ Χόρτον, που πριν λίγους μήνες διάβαζε στην κόρη του ποιήματα της Σαπφούς. Είναι ο ποιητής και διπλωμάτης που μέσα σε ένα βιβλίο εκατό σελίδων χώρεσε όλη την Κατάρα της Ασίας.2
«Μου διάβαζε Πλάτωνα και Θεόκριτο. Και για τη Σαπφώ, ω ναι, για τη Σαπφώ είχε μεγάλη λατρεία.
»Ο πατέρας μου ήταν ευχάριστος άνθρωπος και είχε πολύ χιούμορ. Όποτε έβρισκε την ευκαιρία να κάνει ένα αστείο, το έκανε. Ταυτόχρονα, ήταν ουμανιστής. Πάρα πολλοί άνθρωποι μου είπανε πως τους έσωσε τη ζωή στη Σμύρνη.
»Ήταν Γενικός Πρόξενος στη Σμύρνη. Όταν οι Τούρκοι διατάραξαν τις σχέσεις τους με την Αμερική, εκείνος υποχρεωτικά έπρεπε, εφόσον η Αμερική ήταν ακόμα ελεύθερη, να πάρει τα συμφέροντα από όλες τις Μεγάλες Δυνάμεις: Αγγλία, Γαλλία, Βέλγιο, Ιταλία… Έπρεπε να πάρει την ευθύνη.
»Η Σμύρνη ήταν μια πολύ ζωντανή πόλη. Διεθνής. Μιλούσαν όλες τις γλώσσες. Είχε πολλά σχολεία. Εγώ πήγα στη Γαλλική Σχολή, στις Καλογριές. Είχε πολλές Ελληνίδες που πηγαίνανε σε αυτό το σχολείο. Οι δασκάλες της θεωρούνταν πρώτης τάξεως.
»Όταν έγινε η Καταστροφή δεν ήμουνα στη Σμύρνη. Στις αρχές του καλοκαιριού με πήρε ο θείος μου και πήγαμε στην Ελλάδα, στα βουνά. Στα Καλάβρυτα, συγκεκριμένα. Έμενα εκεί με τις θείες μου.
»Εμένα ο πατέρας μου δεν μου είπε τίποτα τότε. Σε ένα δεκάχρονο παιδί δεν μιλάς για σφαγές…
»Ερχόταν ο τουρκικός στρατός από την Ανατολή και έσπρωχνε συνεχώς τους ανθρώπους προς την παραλία. Υπήρχε πανικός ανάμεσα στον κόσμο. Όλοι θέλανε να φύγουνε, μα βέβαια δεν υπήρχαν αρκετά πλοία. Κι από αυτά που υπήρχαν, πολύ λίγα πήραν κόσμο.
»Αυτό πρέπει να το πω στα αγγλικά… When he saw all the big mother-ships and people swimming in the harbour and only one taking people, he said “I had a feeling of great shame that I belong to human race”… Αισθάνθηκα μεγάλη ντροπή πως ανήκω στο ανθρώπινο γένος.
»Όλα γίνανε για τα πετρέλαια.
»Ο πατέρας μου έπρεπε να φροντίσει για όλους αυτούς τους ανθρώπους. Έπρεπε να φροντίσει τους υπηκόους για τους οποίους ήταν υπεύθυνος: να δει αν είχαν αρκετά τρόφιμα να φάνε ή χρήματα για να ζήσουν. Η αμερικανική κυβέρνηση του έστελνε χρήματα και εκείνος τα μοίραζε… Αγαπούσε πολύ τους ανθρώπους και βοηθούσε τους φτωχούς. Κάποιος που είχε ένα δωμάτιο κοντά στο προξενείο έλεγε πως κάθε μέρα έμπαιναν άνθρωποι και έλεγαν: “Ο Χόρτον έσωσε τη ζωή μας”.
»Τους έδινε γράμματα που ανέφεραν ότι εργάζονταν για το προξενείο. Και έβαζε τη σφραγίδα του προξενείου από κάτω… Έτσι, δεν μπορούσε να τους πειράξει κανένας.
»Ήταν φιλάνθρωπος με όλους, βοηθούσε και τους Τούρκους που είχαν ανάγκη. Πολλοί Τούρκοι είπαν πως το μόνο μέρος που ένιωθαν ασφάλεια, όταν ακόμα ήταν ο ελληνικός στρατός εκεί, ήταν το αμερικάνικο προξενείο».
«Αμέσως μετά την Καταστροφή, ο πατέρας μου ήρθε στον Πειραιά», πρόσθεσε η Νάνσι Χόρτον.
«Μια γυναίκα που ήταν υπάλληλος στο αμερικανικό προξενείο και έφυγε με το ίδιο καράβι λέει ότι μόλις φτάσανε στον Πειραιά, εκείνος πήγε στην ελληνική κυβέρνηση, δεν ξέρω σε ποιο υπουργείο, και τους είπε να στείλουν καράβια. Οι πιο πολλοί πρόσφυγες μένανε προσωρινά στον χώρο του Τελωνείου Πειραιά. Έτρεξε να τους βρει φαγητό και τους μοίραζε και κάποια χρήματα…».