Αστείρευτο πάθος βγαίνει σαν χείμαρρος από την ψυχή της και χρωματίζει τη φωνή της, και τα μάτια της σπινθηροβολούν όταν μιλά για την παράδοση και την ελληνική παραδοσιακή μουσική. Είναι αυτά που λατρεύει στη ζωή της, αφού τα σπούδασε για πολλά χρόνια σε ωδεία και στο πανεπιστήμιο, και σήμερα εξακολουθεί να αφιερώνει σ’ αυτά πολλές ώρες από την καθημερινότητά της.
Παράλληλα με τη δουλειά της, αυτήν της νηπιαγωγού (η ειδικότητά της είναι μουσικοπαιδαγωγός), η Ροζαλία Ελευθεριάδου διδάσκει παραδοσιακά ελληνικά κρουστά, γράφει παραδοσιακά μουσικοθεατρικά έργα και παίζει ελληνική παραδοσιακή μουσική στο καλλιτεχνικό σχήμα που διευθύνει, «Ήχος Κρουστός».
Όταν βλέπει κανείς αυτήν την 38χρονη μοντέρνα και περιποιημένη γυναίκα, δεν πάει το μυαλό του ότι από παιδί ακόμα διατηρεί αυτή τη βαθιά ερωτική σχέση με την παράδοση και τη μουσική της, και κυρίως με αυτήν του Πόντου, της γης που γέννησε τους προγόνους της και πατρίδας της για πάντα στην ψυχή της!
Ταξίδι στους Ρυθμούς της Παράδοσης με το σχήμα Ήχος Κρουστός
«Μιλάω πολύ καλά ποντιακά, τα οποία έμαθα μόνη μου μέσα από τα τραγούδια. Ως μουσικοπαιδαγωγός γνωρίζω ότι η μουσική είναι ο καλύτερος τρόπος για να μάθεις μια γλώσσα. Έχει αποδειχθεί μέσα από έρευνες ότι γλώσσα που δεν τραγουδιέται, σταματάει και να μιλιέται. Επίσης, γνωρίζω και πάρα πολλούς ποντιακούς χορούς», λέει στο pontos-news.gr η Ροζαλία Ελευθεριάδου.
Από τον 18ο Ακριτικό Κύκλο (2014), με τη Χορωδία των «Ακριτών του Πόντου» Σταυρούπολης
(ενορχήστρωση-διεύθυνση Ρ. Ελευθεριάδου)
«Πήγα στα σπίτια των παππούδων μου»
Το 1977 στη Θεσσαλονίκη γεννήθηκε η Ροζαλία Ελευθεριάδου, Πόντια και από τους δύο γονείς της που είδαν το φως στην περιοχή των Γιαννιτσών.
Πριν από τον ξεριζωμό ο παππούς της μητέρας της ζούσε στο χωριό Τσίτα των Σουρμένων, όπου ήταν ράφτης. Όπως λέει η ίδια, το συγκεκριμένο χωριό ήταν γνωστό σε ολόκληρο τον Πόντο για τη ραπτική του, αφού ακόμα και αριστοκράτισσες από την Τραπεζούντα επέλεγαν να ραφτούν εκεί! Η γιαγιά της μητέρας της ήταν από το Σοχούμι.
Σάδη, έξω από την εκκλησία με τους τωρινούς κατοίκους του χωριού
Ο παππούς από την πλευρά του πατέρα της ήταν από την αρχαία Σαδή της Τρίπολης, με τα περίφημα μεταλλεία, ενώ η γιαγιά της από την Άρδασα της Αργυρούπολης.
Έξι επισκέψεις στον Πόντο έχει κάνει μέχρι σήμερα Ροζαλία, και σχεδιάζει να πάει πολλές φορές ακόμα. Με καμάρι και συγκίνηση αναφέρει ότι κατάφερε να βρει και να επισκεφθεί και τα δύο σπίτια των παππούδων της.
«Το σκέφτομαι και ανατριχιάζω από συγκίνηση. Αυτό έγινε στο πρώτο μου ταξίδι στον Πόντο, το οποίο το είχα δει καθαρά τουριστικά. Βρισκόμασταν στην Τραπεζούντα την προτελευταία μέρα και το γκρουπ θα πήγαινε για επίσκεψη στο Μπόσντεπε. Εκείνο το πρωί ξύπνησα και αποφάσισα να πάω στο χωριό του παππού μου, τη Σαδή. Αμέσως τηλεφώνησα σε έναν φίλο μου ποντιόφωνο της περιοχής, έναν από τους πολλούς που έχω και επικοινωνώ, και του είπα να με βοηθήσει να πάω.
»Οι υπόλοιποι από το γκρουπ μού έλεγαν ότι δεν κάνω καλά που θα πάω με έναν άντρα μόνη μου στο πουθενά, αλλά εγώ ήμουν αποφασισμένη», μας λέει.
Οκτώβριος στα χιονισμένα στενά της Ζύγανας με φίλους ποντιόφωνους της περιοχής
Πήραν ένα ταξί με τον φίλο της και ξεκίνησαν.
«Μιλούσαμε ποντιακά, και όταν πλησιάζαμε το ένιωσα ότι φτάναμε. Του το είπα κι αυτός απόρησε που το κατάλαβα. Όταν μπήκαμε στο χωριό, είδα ένα όμορφο σπίτι και είπα στον φίλο μου να βγούμε μια φωτογραφία. Όπως μου είπαν μετά από λίγο ντόπιοι, ήταν το σπίτι του Ελευθεριάδη, του παππού μου, κι εκεί έπαθα το πρώτο σοκ», λέει με υγρά μάτια η Ροζαλία.
Ο προπάππους της ήταν πρόεδρος στο χωριό και στην ευρύτερη περιοχή, και η δεύτερη έκπληξη ήρθε όταν έμαθε ότι η πρώτη του γυναίκα, η Ελένη, δεν είχε φύγει στον ξεριζωμό αλλά έμεινε στον Πόντο.
Το σπίτι του παππού στη Σαδή
«Οι Τούρκοι τον είχαν επικηρύξει, και μία μέρα πριν ξεκινήσουν οι σφαγές στην περιοχή, ο παππούς μου μάζεψε όσους από το χωριό ήθελαν να τον ακολουθήσουν και ανέβηκαν στα βουνά. Εκεί έμειναν για δύο χρόνια, τρώγοντας χόρτα, ώσπου πέρασαν στη Ρωσία. Η Ελένη έμεινε σε συγγενείς της στην Κερασούντα, με την πεποίθηση ότι σύντομα όλοι θα γυρίσουν πίσω και όλα θα ξαναγίνουν όπως πριν. Τελικά, μετά από λίγα χρόνια παντρεύτηκε έναν Τούρκο, πέθανε εκεί και την έθαψαν στο μουσουλμανικό νεκροταφείο του χωριού. Είδα και τον τάφο της. Γνώρισα τους απογόνους της και κρατήσαμε επικοινωνία.
Η θέα από τη Σαδή στις διπλανές βουνοκορφές
»Ξαναπήγα στο χωριό, τους είδα και είπαμε ότι την επόμενη φορά θα συναντηθούμε στην Κωνσταντινούπολη. Την ίδια μέρα πήγα και στο σπίτι του άλλου παππού μου, στην Τσίτα. Ύστερα από όλα αυτά γύρισα στην Ελλάδα και έκλαιγα από συγκίνηση για ένα εικοσαήμερο», λέει στο pontos-news.gr η Ροζαλία.
Η ζωή της η μουσική
Όταν ήταν στη Β΄ Δημοτικού η Ροζαλία ξεκίνησε την ενασχόλησή της με τη μουσική, μαθαίνοντας κιθάρα και φθάνοντας τελικά να πάρει πτυχίο ανωτέρων θεωρητικών στην ευρωπαϊκή μουσική.
Στα 20 εισήλθε στο τμήμα Παιδαγωγικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης επιλέγοντας την ειδικότητα του μουσικοπαιδαγωγού. Εκεί ξεκίνησε την ενασχόλησή της με τα κρουστά, πήρε δίπλωμα βυζαντινής μουσικής αλλά τελικά την κέρδισε το παραδοσιακό τραγούδι.
«Γνωρίζω κιθάρα, ούτι και όλα τα παραδοσιακά, ευρωπαϊκά και αφρικάνικα κρουστά. Σε συλλόγους, πνευματικά κέντρα κτλ. διδάσκω παραδοσιακά ελληνικά κρουστά και τραγούδι. Έχω δεκάδες μαθητές που παρακολουθώ», λέει η Ροζαλία.
Σήμερα διευθύνει το σχήμα κρουστών «Ήχος Κρουστός», το οποίο διαθέτει όλα τα ελληνικά παραδοσιακά κρουστά. Το σχήμα αποτελείται από πολλούς προχωρημένους μαθητές της και άλλους μουσικούς.
Τα τελευταία δύο χρόνια το σχήμα διοργανώνει σειρά περιοδειών στη χώρα, με τον τίτλο «Ταξίδι στους ρυθμούς της παράδοσης».
«Φέτος κάναμε ένα μουσικοθεατρικό δρώμενο με τα ελληνικά έθιμα του Δωδεκαημέρου. Τη μεγαλύτερη απήχηση στον κόσμο είχαν τα ποντιακά, τα οποία είναι και εξαιρετικά», τονίζει.
Από τα παραδοσιακά ποντιακά κρουστά η Ροζαλία διδάσκει νταούλι και νταϊρέ. Όπως λέει, ο νταϊρές ήταν διαδεδομένο μουσικό όργανο ιδίως στον κεντρικό Πόντο και κυρίως σε εσωτερικούς χώρους.
«Ήταν πολύ συνηθισμένο ένα μουσικό σχήμα με μία ή δύο λύρες και τρεις ή τέσσερις νταϊρέδες. Επίσης, πολλοί δεν γνωρίζουν ότι σε κάποιες περιοχές του Πόντου χρησιμοποιούνταν ο ζουρνάς και το τουλούμι [αγγείο], το οποίο μοιάζει με τη γκάιντα. Παράλληλα, στην Αργυρούπολη και στις παραλιακές περιοχές της Κερασούντας, της Τρίπολης και αλλού ήταν πολύ συνηθισμένο το βιολί, το λαούτο, το ούτι και το καβάλ’ [σ.σ.: μοιάζει με φλογέρα].
»Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια οι ποντιακοί σύλλογοι προβάλλουν μόνο τη λύρα και το νταούλι και αυτό κάνει κακό στην ποντιακή μουσική», λέει η Ροζαλία Ελευθεριάδου.
Οι παραστάσεις του σχήματος «Ήχος Κρουστός» δεν έχουν αμιγώς ποντιακό χαρακτήρα και θέμα, αλλά πάντοτε σ’ αυτές η Ροζαλία περιλαμβάνει κάτι ποντιακό. «Βλέπω στις παραστάσεις άτομα που δεν είναι ποντιακής καταγωγής, τα οποία συγκινούνται με τα ποντιακά. Αυτό με χαροποιεί πάρα πολύ και με κάνει να θέλω να επεκταθεί η ποντιακή παράδοση και η μουσική και σε μη Πόντιους. Να μάθουν την παράδοσή μας. Όλα τα μουσικοθεατρικά έργα που γράφω, έχουν ως θέμα την παράδοση και πολλά από αυτά έχουν θέματα που αφορούν τον Πόντο», αναφέρει η μουσικοπαιδαγωγός.
Από παράσταση για τη Γενοκτονία στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο
Το παράπονό της είναι ότι σε αυτήν της την προσπάθεια, τη διάδοση δηλαδή της ποντιακής παράδοσης και μουσικής, δεν έχει καμία στήριξη από ποντιακούς συλλόγους, φορείς και ομοσπονδίες.
Να σωθούν ξεχασμένα παραδοσιακά τραγούδια
Όνειρο της Ροζαλίας είναι να εκδώσει κάποια στιγμή άγνωστα παραδοσιακά τραγούδια, τα οποία σήμερα κινδυνεύουν να χαθούν. Η ίδια τα ανακάλυψε μετά από μουσικολαογραφικές έρευνες στον Πόντο αλλά και σε διάφορα μέρη της Ελλάδας (Ήπειρο, Πελοπόννησο κτλ.).
«Πονάω τη μουσική, η οποία είναι όλη μου η ζωή. Μόλις ανοίξω τα μάτια μου το πρωί, πιάνω έναν σκοπό και τον τραγουδάω όλη την ημέρα.
»Ιδιαίτερα πονάω την ποντιακή μουσική και θεωρώ ότι είναι χρέος απέναντι στους προγόνους μας να σωθούν κομμάτια της μουσικής του Πόντου και να μάθει ο κόσμος την παράδοσή μας».
Άποψή της είναι ότι όλοι όσοι σήμερα ασχολούνται με την ποντιακή παραδοσιακή μουσική, θα έπρεπε να σκέφτονται τον τρόπο διατήρησής της και όχι εξέλιξής της. Γιατί σε κάποιες προσπάθειες εξέλιξής της υπάρχει αλλοίωση.
«Όταν αναφέρεται το θέμα ποντιακή παράδοση, το μυαλό των περισσοτέρων πηγαίνει στη λύρα, στο νταούλι και στο χορό. Ωστόσο, ποντιακή παράδοση δεν είναι μόνο αυτά. Είναι και κάποια δρώμενα, έθιμα που έχουν σχεδόν ξεχαστεί, είναι και άλλα μουσικά όργανα που έχουν λησμονηθεί, είναι παραδοσιακές συνήθειες περιοχών του Πόντου με τις οποίες δεν ασχολείται σχεδόν κανένας. Εν κατακλείδι, η ποντιακή παράδοση είναι ένα βίωμα», καταλήγει η Ροζαλία Ελευθεριάδου.
Ρωμανός Κοντογιαννίδης