Στο λίκνο του ποντιακού ελληνισμού, την Παναγία Σουμελά στον Πόντο, σε μια από τις μεγάλες στιγμές της Ορθοδοξίας, οι ψαλμωδίες του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου θα αντηχήσουν σήμερα όπως παλιά, όταν υπήρχαν μοναχοί, στις ρεματιές και τα φαράγγια του όρους Μελά, θα κατηφορίσουν ως τα γάργαρα και ορμητικά νερά του Πυξίτη, ενώ ο άνεμος θα τις σκορπίσει παντού για ν’ αναγγείλει ότι η Ρωμανία ανθεί εκεί στα κακοτράχαλα βουνά…
Το ίδιο θα γίνει και στη νέα Μονή της «πρόσφυγος Παναγιάς» στο όρος Βέρμιο, όπου χιλιάδες πιστοί θα προσκυνήσουν την ιστορική και θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου, ηλικίας 1.700 ετών, έργο του Ευαγγελιστή Λουκά.
Στην ενδιαφέρουσα ιστορία αυτής της εικόνας θα αναφερθούμε στο σημερινό μας σημείωμα.
Η θαυματουργή εικόνα (μαζί με άλλες δύο) ιστορήθηκε στη Θήβα από τον Ευαγγελιστή Λουκά τον 4ο αιώνα, και μετά το θάνατο του ο μαθητής του Ανανίας την μετέφερε στην Αθήνα και την τοποθέτησε ως «Παναγία η Αθηνιώτισσα» στον Παρθενώνα, που είχε μεταβληθεί τότε σε ναό της Αγίας Σοφίας.
Έμεινε εκεί για λίγα χρόνια και μετά τοποθετήθηκε στον νεόκτιστο ναό της «Μεγάλης Παναγίας» στη στοά του Αδριανού, ο οποίος καταστράφηκε στη μεγάλη πυρκαγιά του 1885 και κατεδαφίστηκε.
Η εικόνα παρέμεινε στο ναό έως το 385. Κατά την παράδοση παρουσιάστηκε η Παναγία στους μοναχούς Βαρνάβα (κατά κόσμον Βασίλειο) και Σωφρόνιο (κατά κόσμον Σωτήριχο), θείο κι ανιψιό, και τους ζήτησε να ιδρύσουν μοναστήρι στο όνομά της στον Πόντο και να εγκαταστήσουν εκεί την εικόνα της.
Οι Βαρνάβας και Σωφρόνιος (εικ. αριστερά), με την εικόνα στα χέρια, μετέβησαν στον Πόντο, επισκέφθηκαν πρώτα την Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Βαζελώνος και είδαν τον τρόπο κατασκευής της στην πλαγιά βουνού, βρήκαν κατόπιν με θεία έμπνευση και υπόδειξη (το 386 επί Θεοδοσίου του Μεγάλου) σπήλαιο σε ιδανικό μέρος, στο όρος Μελά, νότια της Τραπεζούντας, σε απόσταση 43 χλμ, και ίδρυσαν εκεί την Μονή της Παναγίας Σουμελά.
Εκεί έζησαν έως το 412 και πέθαναν και οι δύο την ίδια μέρα! Μάλιστα ο Βαρνάβας άφησε και διαθήκη όπου υπογράφει: «Βαρνάβας εξ Αθηνών, έγραψεν δε την διαθήκην αυτού, Βοηδρομιώνος ογδόη μεσούντος 412».
Η εικόνα της Παναγίας παρέμεινε στη Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο για 1.545 χρόνια! Στο διάστημα αυτό βυζαντινοί αυτοκράτορες, λόγω του κύρους της, έδωσαν προνόμια στη Μονή και απένειμαν χρυσόβουλα και οι πατριάρχες σιγίλια και πλούσια δώρα.
Ακόμα και οι σουλτάνοι (Βαγιαζήτ, Σελίμ, Μουράτ, Μωάμεθ, Σουλεϊμάν κ.ά.) με φιρμάνια χορήγησαν προνόμια, πλούσια και πολύτιμα δώρα που βρίσκονταν σε σιδερένια κιβώτια στη Μονή.
Ο σουλτάνος Σελίμ κατά τη διάρκεια κυνηγιού διανυκτέρευσε στη Μονή όπου νόσησε και κατελήφθη από φρικτούς πόνους και κινδύνευε να πεθάνει. Οι πατέρες της Μονής επικαλέστηκαν τη βοήθεια της Παναγίας και ως εκ θαύματος ο Σελίμ, που ασπάστηκε την εικόνα της, θεραπεύτηκε! Τότε υποσχέθηκε και έστειλε πάρα πολλά δώρα.
Στις 19/12/1923, με την εκδίωξη όλων των μοναχών, η Μονή άρχισε να δέχεται τις επιδρομές χρυσοθήρων και ερημώθηκε αφού οι Τούρκοι άρπαξαν ό,τι πολύτιμο βρήκαν.
Πριν φύγουν οι τελευταίοι μοναχοί, Ιερεμίας και Αμβρόσιος ο Σουμελιώτης πήραν τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, το σταυρό με τα πολύτιμα πετράδια του Μανουήλ Γ΄ Κομνηνού και το χειρόγραφο Ευαγγέλιο του οσίου Χριστοφόρου και τα έθαψαν σε κρύπτη, δίπλα στο Μετόχι της Αγίας Βαρβάρας.
Το 1931 οι σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας εξομαλύνθηκαν και ο Τούρκος πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Αθήνα. Εκεί, μετά από παράκληση του Πόντιου υπουργού Λεωνίδα Ιασονίδη, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ζήτησε από τον Ινονού να επιτρέψει στον μοναχό Αμβρόσιο τον Σουμελιώτη να μεταβεί στη Μονή Σουμελά και να πάρει τα κρυμμένα ιερά κειμήλια.
Ο Αμβρόσιος πήγε στο Μετόχι της Αγίας Βαρβάρας μαζί με τον εκπρόσωπο του Πατριαρχείου Αλέξανδρο Βασιλείου και με συνοδεία Τούρκου αξιωματικού της Αστυνομίας, τα βρήκε, τα έφερε στην Αθήνα και τα παρέδωσε στον αποκρισάριο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Αθηνών, τον άγιο των Ποντίων, Χρύσανθο Φιλιππίδη. Και η τότε κυβέρνηση τα τοποθέτησε στο Βυζαντινό Μουσείο.
Το 1952 η εικόνα μεταφέρθηκε στον πρώτο μικρό ναό της Παναγίας Σουμελά με ενέργειες του Φίλωνα Κτενίδη και την υποστήριξη ισχυρών προσωπικοτήτων όπως του Λ. Ιασονίδη κ.ά. Το 1993, με ενέργειες του Παναγιώτη Τανιμανίδη (δεύτερου προέδρου του ιδρύματος, που διαδέχτηκε τον Κτενίδη μετά το θάνατό του), μεταφέρθηκαν στην Παναγία Σουμελά και τα άλλα δύο κειμήλια.
Οι άλλες δύο εικόνες
Η μία από τις άλλες δύο εικόνες που φιλοτέχνησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς βρίσκεται στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα και η άλλη στη Μονή Κύκκου, στην Κύπρο.
Όταν το 1960 επισκέφθηκε την Παναγία Σουμελά ο αρχηγός της ΕΟΚΑ στρατηγός Γεώργιος Γρίβας μίλησε με συγκίνηση για την εικόνα και τη Μονή Κύκκου που υπήρξε κατά τον σκληρό αγώνα της ΕΟΚΑ το κατεξοχήν «λημέρι» του ίδιου και των παλικαριών του.
«Προσευχόμασταν εκεί», είπε, «και παίρναμε δύναμη κι ελπίδα για τον σκληρό αγώνα που διεξάγαμε».
Άλλωστε, επί Επαναστάσεως του ’21 , τα μοναστήρια υπήρξαν τα καταφύγια των αγωνιστών, αρωγοί και τροφοδότες τους, και στον μακρινό Πόντο το καταφύγιο των καταδιωκόμενων από τους Τούρκους Ελληνοποντίων χριστιανών.
Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης