Γενική είναι πλέον η διαπίστωση ότι το ελληνικό ζήτημα βρίσκεται στην πιο κρίσιμη φάση του. Η κατάσταση έχει ολοσχερώς ξεφύγει από προβλέψεις, εκτιμήσεις και προτεινόμενες λύσεις. Η πεποίθηση των κυβερνώντων –διαχειριστών της κρίσης, στην πραγματικότητα– ότι θα βρεθεί λύση με την επίτευξη συμφωνίας είναι τουλάχιστον απατηλή.
Η σύγχυση που διακατέχει την κοινωνία, σε συνδυασμό με την τραγική ανεπάρκεια –κατά τον επιεικέστερο χαρακτηρισμό– του πολιτικού κόσμου, ακυρώνει την οποιαδήποτε προοπτική εξόδου από την κρίση, γιατί ακριβώς η τελευταία δεν περιορίζεται στα οικονομικά μεγέθη, αλλά έχει υπαρξιακό υπόβαθρο. Με απλά λόγια, διακυβεύεται η ύπαρξή μας.
Το απειλητικά διογκούμενο πρόβλημα του μεταναστευτικού, σε συνδυασμό με το δημογραφικό και με την παντελή ανυπαρξία παραγωγικής ανασυγκρότησης –αυτής πρωτίστως που θα δώσει νέα δυναμική στη χώρα– ουδόλως βρίσκονται στην ατζέντα της πολιτικής. Αντίθετα, κυριαρχούν εθνομηδενιστικές αντιλήψεις και πρακτικές που ακυρώνουν τις αξίες ως αναχρονιστικές και έτσι αλλοτριώνουν την κοινωνία. Πώς θα επιτευχθεί συναίνεση πολιτικών και ομοψυχία λαού όταν απουσιάζει το όραμα για το επιζητούμενο άλμα προς τα εμπρός;
Σε περασμένα χρόνια ακούγονταν φωνές που καλούσαν τους πνευματικούς ταγούς να μιλήσουν, να πουν δυσάρεστες αλήθειες, να δείξουν δρόμους. Εκείνοι όμως που μίλησαν ήταν συνήθως αυτοί που κολάκευσαν το διεφθαρμένο σύστημα για την ατομική προβολή και επικράτησή τους με αντιπαροχές.
Για πολλούς, ο ευνουχισμός της κριτικής σκέψης είναι προϋπόθεση για ενταχθούν στο σύστημα και να προσποριστούν οφέλη από αυτό. Η κυριαρχούσα μετριοκρατία κατάπιε κυριολεκτικά κάθε φωνή που θα ψέλλιζε κάτι έξω από τα καθιερωμένα.
Βέβαια, επιβάλλεται να γίνει μια εννοιολογική αποσαφήνιση των όρων «διανοούμενος» και «πνευματικός ταγός/ηγέτης» υπό το πρίσμα τι αντιπροσωπεύει ο καθένας. Συνήθως, αυτοί οι όροι χρησιμοποιούνται άκριτα και αυθαίρετα. Κατά την προσωπική μου άποψη, εκείνος που εκφράζει το ελεύθερο πνεύμα και την αληθινή δημιουργία είναι ο γνήσιος στοχαστής, ο μοναχικός εν πολλοίς οδοιπόρος που βαδίζει στην ατέλειωτη παγερή νύχτα κρατώντας ένα λυχναράκι που σιγοκαίει μα δεν σβήνει ποτέ. Δεν είναι σκόπιμο να τον αναζητήσουμε ανάμεσα στους «επώνυμους» και προβεβλημένους. Αυτοί που δημιουργούν θόρυβο γύρω από το όνομά τους είναι συνήθως μετριότητες και συναπαρτίζουν την ελίτ των ψευδο-διανοουμένων.
Οι αληθινοί στοχαστές, οι γνήσιοι δημιουργοί αυτού του τόπου ποτέ δεν σιώπησαν, ποτέ δεν υποτάχθηκαν. Με την αυθεντικότητα του προσώπου τους και τη στάση ζωής τους έδειξαν και δείχνουν δρόμους πώς πρέπει να πορευθούμε, πώς να βγούμε από την κρίση στην Παιδεία και τη Γλώσσα, να κατακτήσουμε τη Γνώση και να πορευθούμε προς την Ελευθερία.
Ούτε και σήμερα σιωπούν, αλλά αντι-στέκονται, πλην ματαίως. Οι εξουσιαστές και οι κατέχοντες θέσεις, με τη στενή διαχειριστική αντίληψη και λειτουργία τους, ευρισκόμενοι σε οριστική και απόλυτη ρήξη με το πνεύμα, δεν το αφουγκράζονται, δεν το κατανοούν. Επιπλέον, είναι τουλάχιστον απογοητευτική η διαπίστωση ότι ο σημερινός Έλληνας έχει μετατραπεί σε ενεργούμενο, αλλοτριωμένο άτομο, πλήρως αποκομμένο από όλα τα μεγάλα δημιουργήματα του πνεύματος – χωρίς καν να τα έχει γνωρίσει!
Και αυτό θα ήταν ενδεχομένως συγχωρητέον. Εκείνο όμως που είναι αδιανόητο και συνάμα λυπηρό, όταν οι στοχαστές εκφρασθούν, τότε ξεσπά εναντίον τους ένας ανήθικος και αισχρός πόλεμος με στόχο να τους απογοητεύσουν, να τους εξουθενώσουν και να τους στείλουν στο περιθώριο. Συχνά επιστρατεύεται ένας χείμαρρος υβριστικών και ποταπών χαρακτηρισμών εναντίον τους. Πολλά, δυστυχώς, τα παραδείγματα, και είναι πολύ δυσάρεστο να τα απαριθμήσουμε.
Όσο απουσιάζει ο νηφάλιος κριτικός λόγος, η ευπρέπεια, η συναίσθηση ότι «κάτι δεν πάει καλά», τόσο θα βουλιάζουμε στην πνευματική κρίση, που δεν είναι άλλη από την κρίση της κοινωνίας.