Μόλις είχε τελειώσει μια γαμήλια τελετή, τον Απρίλιο του 1977, και συγγενείς και φίλοι των νεονύμφων (όλοι τους ποντιακής καταγωγής) έβγαιναν περιχαρείς από τον ιερό ναό του Αγίου Νικολάου στην πλατεία Δαβάκη, στην ψαραγορά της Καλλιθέας. Λεφτά για γλέντι δεν υπήρχαν, και στην παρέα των νεαρών έπεσε η ιδέα να διασκεδάσουν ρεφενέ στο γειτονικό ποντιακό κέντρο διασκέδασης «Κορτσόπον».
Ήταν ακόμα νωρίς, το κατάστημα δεν είχε κόσμο, κι έτσι η παρέα των νεαρών ζήτησε από τον καταστηματάρχη να παίξει δύο τραγούδια με τη λύρα του ο Χαράλαμπος Νικολαΐδης και να τραγουδήσει ο 17χρονος τότε αδελφός του Στάθης. Ο καταστηματάρχης δεν το αρνήθηκε και το κέφι φούντωνε.
Από μια γωνιά δυο μάτια ήταν «καρφωμένα» πάνω στο νεαρό τραγουδιστή. Ανήκαν στον Γώγο Πετρίδη –έπαιζε εκείνη τη μέρα στο «Κορτσόπον» μαζί με τον Χρύσανθο–, ο οποίος κατάλαβε αμέσως ότι ανακάλυψε ένα νέο ταλέντο στο χώρο της ποντιακής μουσικής.
Την επόμενη μέρα χτύπησε το τηλέφωνο του νεαρού τραγουδιστή, ο οποίος έβγαζε τότε τα προς το ζην δουλεύοντας σε φάμπρικα. Ήταν ο ιδιοκτήτης του «Κορτσόπον», που μετά από παρότρυνση του Γώγου πρότεινε στον νεαρό να τραγουδάει τα σαββατοκύριακα στο μαγαζί του. Ήταν η στιγμή που ανέτειλε το άστρο ενός καλλιτέχνη ο οποίος εδώ και περίπου σαράντα χρόνια βάζει το δικό του λιθαράκι ώστε να διατηρηθεί ζωντανή η ποντιακή παράδοση μέσα από το ποντιακό τραγούδι. Του Στάθη Νικολαΐδη!
Οι άνυδρες στέπες και η ποντιακή ψυχή
Στις άνυδρες και αφιλόξενες στέπες της περιοχής Ιλίτς του Καζακστάν, όπου μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Ιωσήφ Στάλιν είχε εξορίσει χιλιάδες Έλληνες κατοίκους της Σοβιετικής Ένωσης, γεννήθηκε το 1958 ο Στάθης Νικολαΐδης. Πόντιοι ήταν και οι δύο γονείς του. Από την Κουνάκα της Ματσούκας καταγόταν ο πατέρας του Γιάννης και από τα Κοτύωρα και το Ρίζαιο η μητέρα του Ανθούλα. Οι παππούδες του είχαν πάει το δύσκολο 1917 στο Σοχούμι προκειμένου να ξεκινήσουν μια καινούρια ζωή αναζητώντας εργασία – ο παππούς του Κυριάκος δεν ξαναείδε ποτέ τα εφτά αδέλφια του. Εκεί γεννήθηκαν, γνωρίστηκαν, παντρεύτηκαν και έζησαν οι γονείς του μέχρι το 1949, όταν εξορίστηκαν στο Καζακστάν.
«Όλοι οι Πόντιοι υπέφεραν πολύ όταν πήγαν στο Καζακστάν. Μέσα στην έρημο, με κλαδιά κατασκεύασαν τις καλύβες τους. Ωστόσο οι Καζάκοι μας αγαπούσαν, επειδή οι Έλληνες καταφέραμε και διώξαμε από την περιοχή τους Τατάρους, οι οποίοι τους ταλαιπωρούσαν», ανέφερε στο pontos-news.gr ο Στ. Νικολαΐδης, ο οποίος πέρασε τα πρώτα οκτώ χρόνια της ζωής του στο Καζακστάν, μαζί με τους γονείς του και τα τρία αδέλφια του.
Το ζεύγος Νικολαΐδη με τον Νίκο Ξανθόπουλο
Η οικογένεια ήρθε στην Ελλάδα το 1966 και εγκαταστάθηκε αρχικά στο Περιστέρι και ύστερα από εφτά χρόνια στον Ασπρόπυργο. «Στη δύσκολη περίοδο της χούντας δεν μας ήθελαν στην Ελλάδα, διότι μας θεωρούσαν Ρώσους. Τους λέγαμε ότι αν μας άρεσε στη Ρωσία, θα μέναμε εκεί. Ο κόσμος μάς έβλεπε καχύποπτα και τα πράγματα ήταν πιο δύσκολα απ’ ό,τι περιμέναμε. Ήμασταν όμως τίμιοι άνθρωποι και σιγά-σιγά άρχισαν να μας δέχονται», θυμάται ο Στάθης Νικολαΐδης.
Το 1980 ο δημοφιλής Πόντιος τραγουδιστής παντρεύτηκε τη Σοφία Τσολερίδου, αδελφή του γκαρδιακού του φίλου και επίσης μουσικού Θανάση. Ήταν και αυτή από το Καζακστάν και τραγουδίστρια της ποντιακής σκηνής – μάλιστα πολλές φορές με την πάροδο των χρόνων το αντρόγυνο εμφανιζόταν μαζί στα μαγαζιά. Ο Στάθης και η Σοφία απέκτησαν τρεις κόρες. Την Ανθούλα, την Πελαγία (η γνωστή Πέλα Νικολαΐδου) και τη Γεσθημανή.
Ο Στάθης Νικολαΐδης με την Πέλα
Από το 1991 η οικογένεια ζει στη Θεσσαλονίκη. Αρχικά εγκαταστάθηκε για λίγο στο Νέο Κορδελιό, στη συνέχεια και για δεκαπέντε χρόνια στον Εύοσμο, ενώ εδώ και μια επταετία ζει στην Πολίχνη.
Με τη φωνή του από παιδί συγκινούσε τους γέροντες
Τα πρώτα του μουσικά ακούσματα ο Στάθης Νικολαΐδης τα απέκτησε όταν ήταν παιδί, ακούγοντας τον πατέρα του να παίζει λύρα και τους δυο γονείς του να τραγουδούν. Μάλιστα η μητέρα του, λέει η Σοφία Νικολαΐδου, είχε θεϊκή φωνή! Τα γλέντια ήταν συχνά στο σπίτι του στο Καζακστάν, και για πρώτη φορά ο Στάθης τραγούδησε σε ηλικία έξι ετών. Θυμάται ότι πολλές φορές οι Πόντιοι γέροντες έκλαιγαν ακούγοντάς τον να τραγουδάει για την Ελλάδα. Μάλιστα, παρότρυναν τους νέους να εγκατασταθούν κάποια μέρα στη μητέρα πατρίδα.
Πιο ενεργά με την ποντιακή μουσική ο Στάθης Νικολαΐδης ασχολήθηκε το 1973, όταν στην Ελευσίνα ο ίδιος και άλλοι νέοι της περιοχής δημιούργησαν έναν ποντιακό σύλλογο. Ο πατέρας του ανέλαβε να διδάξει στους νεαρούς λύρα, αλλά ο Στάθης δεν τα κατάφερνε πολύ καλά –είχε ήδη δοκιμάσει στο παρελθόν να μάθει ακορντεόν και μπουζούκι– κι έτσι άρχισε να εμπλουτίζει το ρεπερτόριό του στο τραγούδι σε ποντιακά τραγούδια.
Ο Τσανάκαλης και ο πρώτος του δίσκος
Μετά τη συνάντησή του με τον Γώγο, το 1977, ξεκίνησε η επαγγελματική καριέρα του Στάθη Νικολαΐδη. Αρχικά στο «Κορτσόπον» τραγουδούσε μαζί με τον Κωστίκα, για τον οποίο ο ίδιος αναφέρει ότι τον γοήτευσε. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον Γιάννη Τσανάκαλη, όταν εκείνος δούλευε μαζί με τον αδελφό της γυναίκας του. Είχε τόσο πολύ ενθουσιαστεί από τον νεαρό Στάθη ο Τσανάκαλης, που τον ήθελε να προχωρήσουν σε μια από κοινού δισκογραφία.
«Ήμουν περίπου πέντε μηνών στρατιώτης στο Λουτράκι, όταν δέχθηκα επισκεπτήριο από τον Τσανάκαλη. Πήρα τετραήμερη άδεια από τον ταξίαρχο κι έτσι κάναμε μαζί τον πρώτο μου δίσκο, τους Κεμεντσεντσίδες, το 1978. Μέχρι τότε είχα κάνει μόνο δύο μικρά δισκάκια με τραγούδια για την ΑΕΚ», λέει ο Στάθης Νικολαΐδης, σημειώνοντας ότι πλέον αγαπάει και τον ΠΑΟΚ.
Μέχρι σήμερα ο Στάθης Νικολαΐδης έχει βγάλει 33 δίσκους και έχει τραγουδήσει στα μεγαλύτερα ποντιακά μαγαζιά διασκέδασης της χώρας. Μεταξύ αυτών είναι στην Αθήνα ο «Φάρος», το «Κορτσόπον» και η «Λεμόνα», και στη Θεσσαλονίκη το «Μίθριο», οι «Αργοναύτες» και ο «Αρίων».
Έχει κάνει πολλές φορές περιοδεία στις ΗΠΑ και στη Γερμανία και εμφανίσεις στον Καναδά, την Αυστραλία και τη Ρωσία. Δεν θα ξεχάσει ποτέ, λέει στο pontos-news.gr τους εβραιοαμερικανούς στο Λος Άντζελες, που χόρευαν ποντιακά!
Σημαντική στιγμή της προσωπικής του ζωής αλλά και της επαγγελματικής του καριέρας ήταν το βίντεο κλιπ για το τραγούδι του «Ξενιτεμέντσα Παναΐα» που γύρισε το 2014 στην Παναγία Σουμελά, στον Πόντο. Ήταν η μοναδική φορά που επισκέφθηκε τον Πόντο.
Σήμερα, που έχουν κλείσει όλα τα κέντρα με ποντιακή μουσική, ο Στάθης Νικολαΐδης τραγουδάει σε συναυλίες, σε εκδηλώσεις που διοργανώνουν οι ποντιακοί σύλλογοι, αλλά και σε γάμους φίλων του.
Ο Στάθης και ο Στέλιος
Μακράν η κορυφαία στιγμή στην καριέρα του Στάθη Νικολαΐδη ήταν η συνεργασία του με τον μοναδικό Στέλιο Καζαντζίδη στο δίσκο Το συναπάντεμαν, το 1994.
Όπως διηγείται στο pontos-news.gr, ένας φίλος του καλλιτέχνης γνώριζε τον Στέλιο και για χρόνια τον παρακαλούσε να τον φέρει σε επαφή, προκειμένου να του κάνει από σεβασμό μια… χειραψία.
«Το 1993 τραγουδούσα στη Βέροια, όταν με πήρε τηλέφωνο αυτός ο φίλος μου και μου είπε ότι θέλει να με γνωρίσει ο Στέλιος Καζαντζίδης. Πήγαιναν κάπου για να φάνε και μέσα στο αυτοκίνητο άκουσε τραγούδια μου και του άρεσα. Μου είπε να πάω στο στούντιο του Νικολόπουλου. Έφυγα αμέσως… πατητός για την Αθήνα κι ενώ οδηγούσα σκεφτόμουν τι να του πω μόλις τον δω.
“Σταθίκο, με τα κοντά παντελόνια είσαι και δε σε γνώρισα”, μου είπε μόλις με είδε ο Στέλιος Καζαντζίδης και με αγκάλιασε. Αμέσως έσπασε ο πάγος. Ύστερα από λίγο ήρθε και η Μαρινέλλα, και είχε κι αυτή την ίδια ζεστή αντιμετώπιση απέναντί μας», θυμάται με χαρά και συγκίνηση ο Στάθης Νικολαΐδης. Ο Καζαντζίδης έλεγε συχνά ότι τραγουδάει «τραγούδια ενός παιδιού από τη Θεσσαλονίκη», κάνοντάς τον να αισθάνεται σαν… νήπιο.
«Όταν άκουγα τον Στέλιο, αισθανόμουν σαν μικρό παιδί. Ειδικά όταν έλεγε το παραδοσιακό τραγούδι των Ακριτών του Πόντου “Αητέντς επαραπέτανεν”», μας λέει ο Στάθης.
Η φιλία του με τον Στέλιο Καζαντζίδη «έδεσε» με μια κουμπαριά. Ο Στέλιος βάφτισε την τρίτη κόρη του Στάθη, τη Γεσθημανή, στην Παναγία Κανάλα στην Αθηνά, όπου συνήθιζε να εκκλησιάζεται η μάνα του Στέλιου, η κυρά-Γεσθημανή.
Ανεξίτηλη έχει μένει στο μυαλό του Στάθη Νικολαΐδη και της συζύγου του, Σοφίας, η αγάπη του κόσμου προς τον Στέλιο, όταν εκείνος πήγε στο Μίθριο, για την παρουσίαση του δίσκου Τ’ αηδόνια του Πόντου, που είχε βγάλει μαζί με τον Χρύσανθο το 1994. Τότε στο κέντρο τραγουδούσε ο Στάθης Νικολαΐδης.
«Μόλις έμαθε ο κόσμος ότι βρίσκεται στο μαγαζί ο Στέλιος, κατά χιλιάδες άρχισαν να συρρέουν στο μαγαζί. Έπεφταν πάνω του σαν τα μελίσσια, τον αγκάλιαζαν κι έκλαιγαν από χαρά και συγκίνηση. Το μαγαζί τάισε τζάμπα όλο τον κόσμο, ενώ ο Στέλιος δεν πρόλαβε να φάει από τις εκδηλώσεις αγάπης του κόσμου», λέει ο Στάθης Νικολαΐδης. «Θυμάμαι έναν ηλικιωμένο κύριο, ο οποίος έλεγε “τώρα που τον άκουσα, ας πεθάνω”, συμπληρώνει η σύζυγός του, Σοφία.
Ο Στάθης Νικολαΐδης με την… Εθνική του ποντιακού τραγουδιού
Ολοκληρώνοντας τη συζήτησή μας, ο Στάθης Νικολαΐδης θέλησε να πει ευχαριστώ σε κάποιους ανθρώπους που τον στήριξαν στην επαγγελματική του πορεία.
Ο πρώτος άνθρωπος που τον στήριξε από το ξεκίνημά του μέχρι σήμερα, είναι ο κουνιάδος του, o Θανάσης Τσολερίδης, που παίζει πλήκτρα και λύρα και γράφει μουσική – έχει γράψει τραγούδια ακόμα και για τον Καζαντζίδη. Επίσης, χρωστάει ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Γώγο, τον Τσανάκαλη, τον Γιώργο Αμαραντίδη, τον Μιχάλη Καλιοντζίδη, τον Παναγιώτη Ασλανίδη –τον άνθρωπο που τον έφερε στη Θεσσαλονίκη–, τον Χρήστο Χρυσανθόπουλο και τον Γιώργο Ακριβόπουλο.
«Περισσότερο από όλους, όμως, ευχαριστώ τον κόσμο που με στήριξε και με αγάπησε όλα αυτά τα χρόνια».
Ρωμανός Κοντογιαννίδης