Φόρος τιμής στη μητέρα μου, Σάνο Θεμία Χάλο, τη Γιαγιά όλων των Ποντίων, για τον έναν χρόνο από το ταξίδι της σε νέους ορίζοντες.
Μετά την τελετή για τη μητέρα μου στις 28 Απριλίου 2014, επέστρεψα στο σπίτι της και πήρα μοσχεύματα από τη συκιά της, τα έβαλα σε τρεις γλάστρες και τα έφερα στο εξοχικό μου.
Ανθοφορούν, σα να μη θέλουν να την απογοητεύσουν. Καθένα έχει πολλά σύκα και καταπράσινα φύλλα. Όπως και τη μητέρα μου, η μεταφορά από το ένα μέρος στο άλλο δεν τα ενόχλησε… στην πραγματικότητα φαίνεται να έγιναν ακόμα πιο σκληρά και παραγωγικά. Ίσως η ανάσα της είναι μέσα τους, τα βοηθάει να αναπτυχθούν. Τώρα που τα εγκόσμια δεν την εμποδίζουν πλέον, μπορεί να μετακινηθεί στο χρόνο και το χώρο καταπώς θέλει.
Τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής της περνούσα μια εβδομάδα το μήνα φροντίζοντάς την στο σπίτι της. Τις ζεστές μέρες της άνοιξης, του καλοκαιριού και του φθινοπώρου, καθόμασταν μερικές φορές στην κούνια της στην πίσω αυλή και τραγουδούσαμε τα τραγούδια που τραγούδαγε όταν ήταν παιδί. Είναι χαραγμένα στη μνήμη μου, έστω κι αν έχουν περάσει πολλές δεκαετίες από τότε. Ο ήχος της γλυκιάς φωνής της ήταν τόσο ανακουφιστικός, μας διαβεβαίωνε ότι ο κόσμος θα υπάρχει για πάντα και πως θα είναι εκεί να ψήνει τις πίτες και τα γλυκά της, τα ιδιαίτερα στρογγυλά ψωμάκια της, τα κυριακάτικα ψητά της και τον μπακλαβά όπως μόνο αυτή ήξερε να τον φτιάχνει. Σήμερα, με πιάνω να σιγοτραγουδάω μερικούς στίχους από εκείνα τα παλιά τραγούδια. Μερικές φορές απλά μου έρχονται στο μυαλό, στίχοι όπως «Τι θα κάνω, όταν θα είσαι μακριά και θα είμαι θλιμμένη, τι θα κάνω;». Ή: «Έφυγες μακριά και η καρδιά μου έφυγε μαζί σου. Λέω το όνομά σου σε κάθε μου προσευχή…».
Και όσο τραγική ήταν η ζωή της για λίγο, αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο ό,τι απέμεινε από αυτήν. Η μητέρα της, την οποία τόσο πολύ αγαπούσε, πρέπει να είναι τόσο περήφανη για εκείνη. Η μητέρα μου αρνήθηκε να μισήσει. Αρνήθηκε να παραδοθεί στην κατάθλιψη και το θυμό. Όταν τη ρώτησα πώς μπορούσε να βιώσει τόσο πολύ πόνο και απώλεια και παρ’ όλα αυτά να μην μισεί, είπε: «γιατί να αναλώσω τη ζωή μου μισώντας όταν υπάρχει ακόμα τόσο πολλή ομορφιά στον κόσμο;». Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που έζησε σε αυτό τον κόσμο σχεδόν 105 χρόνια.
Ως παιδί της υποσχέθηκα ότι θα ζούσε για πάντα. Πρέπει να γιορτάσουμε τη ζωή της, όχι την επέτειο θανάτου της, επειδή ποτέ δεν θα μας αφήσει. Ζει μέσα από την ιστορία της και θα ζει για πάντα. Την βλέπω παντού γύρω μου – στη φύση που αγαπούσε, στους καινούριους νάρκισσους που φυτρώνουν και βγαίνουν από τη γη. Στα μπουμπουκιασμένα κλαδιά. Στην ανοιξιάτικη βροχή. Είναι στον αγέρα. Είναι σε κάθε χορταράκι. Είναι στην καρδιά μας.
Θία Χάλο
Συγγραφέας, ποιήτρια και ιδρύτρια-πρόεδρος του Ιδρύματος Ποντιακής
Κληρονομιάς «Σάνο Θεμία Χάλο»