Το τελευταίο διάστημα δυστυχώς ήλθε στο προσκήνιο το θέμα των «Ρωσοποντίων», με όρους που δεν τιμούν την κοινωνία αλλά και την ίδια την πατρίδα μας.
Καταρχάς να πούμε ότι αυτή καθ’ αυτή η λέξη «Ρωσοπόντιος» από μόνη της δεν κουβαλάει κανένα αρνητικό φορτίο, όπως το ίδιο συμβαίνει με το «Ρωσοεβραίος», υπό την έννοια ότι απλώς χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει άτομα που κατάγονται από τη Ρωσία, με το δεύτερο συνθετικό να αναφέρεται στην εθνοτική καταγωγή ή τη θρησκευτική ταυτότητα.
Το θέμα όμως είναι ότι όσον αφορά τους ποντιακής καταγωγής Έλληνες που σε κάποια φάση της ταραγμένης ιστορίας του Πόντου αναγκάστηκαν να εγκατασταθούν στα εδάφη της Ρωσίας και στη συνέχεια να εγκατασπαρθούν στις στέπες της Κεντρικής Ασίας, ως αποτέλεσμα εφαρμογής πολιτικής αναγκαστικών εκτοπισμών από το σοβιετικό καθεστώς, η λέξη αυτή φορτώθηκε αρνητικό φορτίο κυρίως για δύο λόγους.
Ο ένας ήταν οι προκαταλήψεις που υπήρχαν στην Ελλάδα για οτιδήποτε «ρωσικό», και αναφερόμαστε στα στερεότυπα που εγκαθιδρύθηκαν στην ελληνική κοινωνία την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, τότε που οτιδήποτε ρωσικό συνδεόταν αυτομάτως με τον… κομμουνιστικό κίνδυνο.
Ο άλλος έχει να κάνει με την αδυναμία των ανθρώπων αυτών που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα από χώρες της Σοβιετικής Ένωσης να μιλήσουν τη νεοελληνική γλώσσα, πολύ απλά γιατί κανείς δεν φρόντισε γι’ αυτό – και εννοούμε κυρίως το ελληνικό κράτος, που δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει τα όποια πολιτικά προβλήματα, για να εντάξει τους ανθρώπους αυτούς στον εθνικό κορμό και μέσα από την μέθεξη της ελληνικής παιδείας.
Η κατάσταση έγινε ακόμα πιο τραγική γι’ αυτούς τους Έλληνες του Πόντου, τα δισέγγονα των Ακριτών και των Κομνηνών και τα εγγόνια των γενναίων ανταρτών της Σάντας, της Παύρας και της Αμισού, όταν ερχόμενοι στην Ελλάδα, πέραν της νεοελληνικής άγνοιας-αμορφωσιάς και του ελληνικού μακαρθισμού, είχαν να αντιμετωπίσουν και την έλλειψη πολιτικής υποδοχής και εγκατάστασης του ελληνικού κράτους, συνδυασμός που τους άφησε έκθετους και τους κατέστησε θύματα κοινωνικού αποκλεισμού και ρατσιστικών επιθέσεων – επαναλαμβάνουμε, από βάρβαρους που απλώς έτυχε να μιλούν νεοελληνικά!
Έτσι η λέξη «Ρωσοπόντιος», που από μόνη της δεν έχει μειωτικά στοιχεία, απέκτησε μειωτικό και αρνητικό φορτίο, ενώ είδαμε φαινόμενα επιστημόνων και ανθρώπων που μιλούσαν το αρχαιότερο εν ζωή ιδίωμα της ιωνικής διαλέκτου, να διασύρονται και να στιγματίζονται κοινωνικά με τη λέξη-βρισιά «Ρωσοπόντιος».
Έτσι είδαμε ανθρώπους που είχαν ως ιερή παρακαταθήκη να κρατήσουν τον εθνισμό και την πίστη τους κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, ανθρώπους που κράτησαν τα ελληνικά τους διαβατήρια χάνοντας τα τεράστια πλεονεκτήματα που τους έδινε η απόκτηση ρωσικού ή σοβιετικού διαβατηρίου, ανθρώπους που πλήρωσαν σκληρό τίμημα μόνο και μόνο επειδή ήταν Έλληνες –και αναφερόμαστε σε δίκες, θανατικές εκτελέσεις και εξορίες δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων που κατείχαν ελληνικά διαβατήρια– να έρχονται στην Ελλάδα και να γίνονται θύματα ρατσιστικών επιθέσεων και κοινωνικού αποκλεισμού.
Πριν από μερικές μέρες μια Ελληνίδα νεοπρόσφυγας από το Καζακστάν, η εικοσιδυάχρονη Μαρία Κουσίδου, με απώτερη καταγωγή από τον Καύκασο και πιο… απώτερη από τον μαρτυρικό Πόντο, επιτέθηκε με μαχαίρι εναντίον τριών συμμαθητριών της και τις τραυμάτισε ελαφρά.
Σύμφωνα με πληροφορίες η Μαρία προέβη σ’ αυτήν την πράξη γιατί είχε πέσει θύμα διασυρμού και εκφοβισμού από τις συμμαθήτριές της λόγω της εμφάνισης και της καταγωγής της.
Καταθέτοντας στον Εισαγγελέα είπε: «Περνούσα ένα Γολγοθά… Ήθελα να τις τραυματίσω και όχι να τις σκοτώσω, να βάλω φρένο – ήταν ο μόνος τρόπος», ενώ μίλησε για τα φρικτά βασανιστήρια και το bullying που δεχόταν από ομάδα συμμαθητριών της.
Λίγες μέρες πριν από την επίθεση είχε γράψει στο ημερολόγιό της: «Μπορώ ως αδύναμος άνθρωπος να σταθώ στα πόδια μου και να τις αντιμετωπίζω». Τελικά, τις αντιμετώπισε με τον πιο ακατάλληλο τρόπο, δείγμα του αδιεξόδου στο οποίο περιέρχεται ένας άνθρωπος που υφίσταται λεκτική και συμπεριφορική βία λόγω της εμφάνισης και της καταγωγής του.
Τις ίδιες μέρες ένας άλλος «Ρωσοπόντιος» δεχόταν επίθεση διά του Τύπου, και μάλιστα από μια εφημερίδα μεγάλης κυκλοφορίας. Πρόκειται για τον επιχειρηματία Ιβάν Σαββίδη, ο οποίος αποτέλεσε αντικείμενο χλευασμού, με σαφείς αναφορές στην καταγωγή του και τις σχέσεις του με τη Ρωσία.
Εμείς απλώς να αναφέρουμε ότι ο Ιωάννης-Ιβάν Σαββίδης κατάγεται από την ηρωική Σάντα, το Σούλι του Πόντου με το ηρωικό αντάρτικο, και η οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Τσάλκα της Γεωργίας. Ο «Ρωσοπόντιος» Σαββίδης ξεσήκωσε τα μνήματα του χωριού του στη Γεωργία και έφερε τα κόκαλα τον προγόνων και των χωρικών του για να τα θάψει σε ένα χωριό της Θεσσαλονίκης, όπου έχτισε πιστό αντίγραφο της εκκλησίας, κουβαλώντας πέτρες από την πατρίδα.
Επίσης να πούμε ότι ο «Ρωσοπόντιος» Σαββίδης, που κέρδισε τα λεφτά του σε μια ξένη χώρα, υπάκουσε στην πατριωτική πρόσκληση και ήλθε και πήρε (με όρους που δεν τον συμφέρουν επιχειρηματικά) τη ΣΕΚΑΠ στο παρά πέντε πριν την πάρουν οι Τούρκοι, τη στιγμή που άλλοι επιχειρηματίες που κέρδισαν τα λεφτά τους στην Ελλάδα, αρνιόταν να το πράξουν. Απλώς να τονίσουμε ότι αν έπαιρναν οι Τούρκοι τη ΣΕΚΑΠ, αυτό θα ήταν κάτι ανάλογο με το Ματζικέρτ για τη Θράκη – και ο νοών νοείτω.
Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι για τον «Ρώσο» Ιβάν Σαββίδη έχουν δείξει το «ενδιαφέρον» τους και διάφορες πρεσβείες και δεν επεκτεινόμαστε στο θέμα, τουλάχιστον προς το παρόν!
Κλείνοντας, να υπογραμμίσουμε ότι ως ελληνική κοινωνία και ως έθνος οφείλουμε σεβασμό και στους ποντιακής καταγωγής Έλληνες, ανεξαρτήτως του πού μας έριξαν τα κύματα της ταραγμένης ιστορία μας. Γιατί οι Πόντιοι έχουμε αποδείξει ότι ξέρουμε να μαχόμαστε για την πατρίδα και τα δίκαια του ελληνισμού, πληρώνοντας βαρύ τίμημα σε όλες τις φάσεις της ιστορίας!