Ο Κωνσταντίνος Μουρούζης, διερμηνέας της Υψηλής Πύλης, γιος του βοεβόδα της Μολδοβλαχίας Αλέξανδρου Μουρούζη, πρωτομάρτυρας της Εθνικής Παλιγγενεσίας, συνέδεσε το όνομά του με τον απελευθερωτικό αγώνα του έθνους το 1821, αφού όταν άρχισαν οι σφαγές των Ελλήνων στην Πόλη, ήταν το πρώτο θύμα.
Ο σουλτάνος, πνέων τα μένεα εναντίον των επαναστατών, ζήτησε από τους υπουργούς του στο Σουλτανικό Συμβούλιο εκδίκηση με άφθονο χριστιανικό αίμα.
Το πληροφορείται ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ υπό του Διβανίου, και το απόγευμα της μέρας εκείνης, της Κυριακής 4 Απριλίου 1821, επισκέπτεται με κάθε προφύλαξη τον Μουρούζη στο σπίτι του στα Θεραπειά, τον ενημερώνει για τις τρομερές αποφάσεις του Σουλτανικού Συμβουλίου και τον συμβουλεύει να φύγει από την Πόλη με την οικογένειά του: «Άφετέ με να πληρώσω εγώ την εκδίκησιν του τυράννου. Είμαι γέρων, καταβαίνων τον τάφον. Το σχήμα μου, η λειτουργία μου, με καλούσιν εις θυσίαν υπέρ του ποιμνίου. Σωθείτε όμως εσείς, διότι έχετε και ηλικίαν και ικανότητα και θέσιν κοινωνικήν, να υπηρετήσετε την πατρίδα».
Ο Μουρούζης αρνήθηκε, λέγοντας πως αν φύγει θα αποβεί αυτό σε βάρος των άλλων και θα ακολουθήσει μεγάλη σφαγή. Ο πατριάρχης δακρυσμένος ευλόγησε τον Μουρούζη, τον ασπάστηκε και έφυγε.
Κάποιος εγκάθετος, ενώ ο Μουρούζης μετέβαινε στο γραφείο του υπουργού Ρεΐς, τον πλησιάζει και του παραδίδει δήθεν εμπιστευτική επιστολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη, πλαστή, με την οποία τον ενοχοποιούν!
Ο Μουρούζης αντιλαμβάνεται τη σκηνοθετημένη παγίδα, και καθώς μπαίνει στο γραφείο του Ρεΐς διαμαρτύρεται για την επιβουλή. Ο Ρεΐς, αφού τον ηρέμησε, του είπε να πάει στο σπίτι του να ησυχάσει…
Μόλις όμως βγήκε από το υπουργικό γραφείο, εμφανίστηκε ο σουλτάνος Μαχμούτ ο οποίος διέταξε τον δήμιο που τον ακολουθούσε να τον αποκεφαλίσει αμέσως διά πελέκεως. Ο Μουρούζης φώναξε τότε στα τουρκικά με ακατάβλητο θάρρος: «Σουλτάνε αιμοβόρε, σουλτάνε άθλιε! Πλησιάζει η ώρα σου! Ο Θεός και το Γένος θα σε τιμωρήσουν!».
Την ίδια μέρα αποκεφάλισαν και τον αδελφό του Νικόλαο, που ήταν δραγουμάνος του Στόλου, ηλικίας μόλις 30 ετών (1791-1821). Ακολούθησε λίγες μέρες μετά, στις 10 Απριλίου 1821, ο απαγχονισμός και του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄.
Ο απαγχονισθείς Κων. Μουρούζης είχε δύο πανέμορφες κόρες. Τη Μαρία Μουρούζη-Υψηλάντη, νύφη του Αλέξανδρου Υψηλάντη (σύζυγος του αδελφού του Γεωργίου) και τη Ζωή, η οποία παντρεύτηκε τον Αλέξανδρο Σούτσο. Και οι δύο υπήρξαν στενές συνεργάτιδες της βασίλισσας Αμαλίας και συνέβαλαν οικονομικά στη δημιουργία και την ανέγερση του Αμαλίειου Ορφανοτροφείου Αθηνών στην οδό Ηρώδου Αττικού.
Τάσος Κ. Κοντογιαννίδης