Η βαλίτσα της δεν έχει αδειάσει ακόμα από το ταξίδι του σαββατοκύριακου στην Ξάνθη μαζί με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο. «Η συναυλία μας ήταν μια πραγματική έκπληξη. Μοιραστήκαμε με ένα κοινό που ήξερε να ακούει και να δείχνει την αγάπη του, και να μην ντρέπεται για το δάκρυ και τη συγκίνησή του, τη μυσταγωγία των ημερών που έρχονται», λέει η Νεκταρία Καραντζή, η ψάλτρια και τραγουδίστρια παραδοσιακής μουσικής που έχει αναγνωριστεί διεθνώς ως η «ιδανική υμνωδός του βυζαντινού μέλους και της Αρχέγονης Παράδοσης».
Δύο χρόνια μετά τη μουσική συνάντηση της Νεκταρίας Καραντζή με τον αναγνωρισμένο δεξιοτέχνη πιανίστα Βασίλη Τσαμπρόπουλο, το ντουέτο πιάνο-φωνή που παντρεύει μουσικά τη Δύση και την Ανατολή με πυρήνα τους βυζαντινούς ύμνους συνεχίζει να προκαλεί ρίγη συγκίνησης. Την 1η Απριλίου θα μοιραστούν και πάλι τη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών στηρίζοντας τα παιδιά της «Φλόγας».
Η φωνή της Νεκταρίας Καραντζή, όμως, μας ταξιδεύει και σε μουσικούς δρόμους αφιερωμένους στην Παναγία. Πριν από λίγες ημέρες παρουσιάστηκε στο Βυζαντινό Μουσείο, παρουσία του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, το διπλό cd Ύμνοι και τραγούδια για την Παναγιά. Είναι το πρώτο μέρος μιας έκδοσης που αναμένεται να ολοκληρωθεί με άλλα δύο διπλά cd που θα ακολουθήσουν.
Κυρία Καραντζή, η πρώτη έκδοση του δίσκου με δεκατέσσερις εκκλησιαστικούς ύμνους και δώδεκα παραδοσιακά τραγούδια εξαντλήθηκε.
Ουσιαστικά η πρώτη κόπια έφυγε σε δύο μήνες. Τώρα έχει εκδοθεί η δεύτερη και επανακυκλοφορεί. Αυτό είναι πολύ ευχάριστο γεγονός, γιατί είναι ένα cd που έχει ιδιαίτερη θεματολογία, κάτι πολύ σημαντικό για έναν τέτοιο καιρό που είναι όλα δύσκολα. Το συνολικό έργο, όταν κυκλοφορήσουν και τα τρία διπλά cd, θα περιλαμβάνει πάνω από 70 κομμάτια· και ύμνους και τραγούδια. Είναι η μεγαλύτερη καταγραφή που έχει γίνει, με τραγούδια της παράδοσης κυρίως, που αναφέρονται στο όνομα της Παναγίας.
Υπάρχει κάποιο χρονοδιάγραμμα για το πότε να περιμένουμε τους υπόλοιπους δίσκους;
Προβλέπω ότι μάλλον του χρόνου, πρώτα ο Θεός, θα κυκλοφορήσει το δεύτερο, και τον επόμενο χρόνο –αν είμαστε ακόμα ζωντανοί–, το τρίτο! Ε ναι, μην κάνουμε σχέδια και γελάει ο Θεός [γέλια].
«Θρήνος της Παναγίας» (κυπριακό τραγούδι σε διασκευή Βασίλη Τσαμπρόπουλου)
Πώς αποφασίσατε να κάνετε δίσκους με θρησκευτικό και λαογραφικό περιεχόμενο;
Πρώτα απ’ όλα έχω αποφασίσει εδώ και αρκετά χρόνια να παραμείνω στο χώρο της παράδοσης και στο χώρο της βυζαντινής και να μην τον μπερδέψω με άλλα είδη, και επιτέλους να πάρω μια απόφαση που να είναι ξεκάθαρη γιατί εδώ στην Ελλάδα συνηθίζουμε πολύ εύκολα να περνάμε λίγο από όλα. Δεν μπορεί να είναι όλα μαζί σε μια φωνή, δεν γίνεται. Κάποια στιγμή πρέπει να παίρνεις μια απόφαση, πληρώνοντας το αντίστοιχο κόστος. Και το πληρώνω. Με την έννοια ότι είναι ένα είδος που κινείται με περιορισμένο κοινό, κινείται με μεγάλη δυσπιστία στο χώρο της καλλιτεχνίας, δεν του ανοίγουν εύκολα την πόρτα. Είναι η βυζαντινή μουσική που αποτρέπει γιατί συνδυάζεται με μια θρησκευτικότητα –και καλώς κάνει και συνδυάζεται–, αλλά όταν ανεβαίνουμε στη σκηνή δεν μεταφέρουμε το αναλόγιο της εκκλησίας.
Έχετε πάρει συνεπώς την απόφαση να ασχολείστε αποκλειστικά με το συγκεκριμένο μουσικό είδος.
Ναι, και αυτό το είδος οι καταγραφές, ειδικά στο χώρο της παράδοσης, είναι σπουδαίες και πολύ μεγάλες. Και από τον Σίμωνα Καρά, και από πολύ μεγάλους λαογράφους, και από τη Δόμνα Σαμίου ασφαλώς, και από τον Χρόνη Αηδονίδη. Εκεί που ένιωσα ότι υπήρχε ένα έλλειμμα ήταν στην κατηγοριοποίηση τραγουδιών με θρησκευτικό περιεχόμενο. Γιατί η παράδοση είναι γεμάτη από τραγούδια με θρησκευτική πνοή. Και γιατί ήταν γεμάτη; Γιατί ήταν το βίωμά τους.
Οι άνθρωποι αυτοί ζούσαν τη θρησκευτικότητα στην καθημερινότητά τους. Δεν υπάρχει τραγούδι που μέσα σε ένα «τσάκισμα», στη μικρή δηλαδή φράση που επαναλαμβάνεται, να μην αναφέρει την Παναγιά, τον Χριστό, τους αγίους. Γιατί οι άνθρωποι το ζούσαν σαν κάτι πολύ φυσικό. Οπότε ένιωσα ότι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της παράδοσης πρέπει να ταξινομηθεί. Δεν είχαν γίνει ποτέ εκδόσεις με τραγούδια για την Παναγιά ή για τον Χριστό, λαογραφικές. Μπορεί να είχαν βγει εκδόσεις τύπου κατηχητικού – αυτό είναι κάτι τελείως διαφορετικό.
Όμως γιατί στη συγκεκριμένη συλλογή επίκεντρο είναι αποκλειστικά η Παναγία;
Πρώτα από όλα είναι μια προσωπική επιθυμία. Από την άλλη, είναι ένα πολύ αγαπητό πρόσωπο της πίστης και νομίζω ότι την αγάπη και την εξοικείωση που νιώθει ένας που πιστεύει με το πρόσωπο της Παναγιάς, την νιώθει έντονα. Εγώ νιώθω ότι από όλα τα πρόσωπα της πίστης που μπορεί κάποιος να τα αισθανθεί λίγο πιο κοντά και πιο άμεσα, σαν μεσολαβητή και σαν μεσάζοντα για οτιδήποτε χρειάζεται, είναι η Παναγιά.
Από το πρώτο διπλό cd που έχει κυκλοφορήσει ξεχωρίζετε κάποιο κομμάτι πιο πολύ από τα άλλα;
Υπάρχει ένα κομμάτι που αγαπώ πολύ αλλά δεν το έβαλα σε αυτό το άλμπουμ. Είναι στα… προσεχώς [γέλια]. Είναι ένα τραγούδι της Καλύμνου που έλεγαν οι γυναίκες όταν αποχαιρετούσαν τους σφουγγαράδες άνδρες τους. Εκείνη την εποχή ήταν κάτι πολύ δύσκολο και ψυχοφθόρο, γιατί ήξεραν ότι κατά πάσα πιθανότητα ή θα γυρνούσαν σακατεμένοι ή δεν θα γυρνούσαν ποτέ. Το ταξίδι διαρκούσε πάρα πολλούς μήνες, κι έτσι προτού φύγουν οι σφουγγαράδες, οι γυναίκες κάθονταν στο λιμάνι και τους τραγουδούσαν ένα τραγούδι το οποίο έλεγε «άντε να φύγουν οι μήνες, να έρθει του Σταυρού και του Άγιου Νικήτα να ’ρθείτε πάλι πίσω να σας δούμε». Και στα ρεφρέν κάνουν την παράκληση προς την Παναγιά. Υπάρχει όμως ένα σημείο που νιώθω ότι υπάρχει μια πολύ αρχοντική προσευχή για την παράδοση, ίσως η πιο αρχοντική προσευχή που έχουν πει ποτέ άνθρωποι προς την Παναγιά, που δεν έχει το επιτακτικό «ζητώ αυτό» ή «κάνε εκείνο». Λέει απλά «Παναγιά μου, Παναγιά μου, δώσε αέρα στην καρδιά μου». Νομίζω ότι αυτό είναι ό,τι πιο ποιητικό έχει γραφτεί στην παράδοση.
Στιγμιότυπο από την παρουσίαση του δίσκου στο Βυζαντινό Μουσείο
Πόσο καιρό σας πήρε να συγκεντρώσετε το υλικό και να κάνετε την ηχογράφηση;
Από παλαιότερα συγκέντρωνα λαογραφικό υλικό και κατέγραφα. Αλλά η συστηματική δουλειά και η ηχογράφηση μου πήρε μια τριετία γεμάτη. Ήθελα να περιλαμβάνεται όλη η Ελλάδα, η Κύπρος και οι αλησμόνητες πατρίδες – Μικρά Ασία, Καππαδοκία, Πόντος. Αυτή η δουλειά θέλει αρκετή μελέτη, αξιολόγηση και επιλογή, γιατί δεν είναι ωραία όλα στην παράδοση.
Πώς είναι να είσαι η πρώτη ψάλτρια στην Ελλάδα;
Υπάρχουν πολλές γυναίκες που είναι σε αναλόγια αυτή τη στιγμή, και γι’ αυτόν το λόγο ίδρυσα και ένα σύλλογο ψαλτριών που συνδέει όλες τις ψάλτριες στην Ελλάδα. Απλώς ίσως είμαι η πρώτη γυναίκα ψάλτρια που έχω αυτή τη δισκογραφία από τα 14 χρόνια μου σε βυζαντινούς ύμνους. Ξεκίνησα από το αναλόγιο σε πάρα πολύ μικρή ηλικία, δηλαδή από 9 ετών, και το κάνω, ας πούμε, πιο συστηματικά με έναν τρόπο που η Ελλάδα δεν τον ήξερε, ενώ τον ήξεραν χώρες όπως η Ρουμανία, η Ρωσία, η Σερβία. Εκεί υπάρχουν καλλιτέχνιδες του θρησκευτικού μέλους και τις θεωρούν καλλιτέχνιδες.
Στιγμιότυπο από συναυλία του 2013 στα Σκόπια (φωτ.: προσωπικό αρχείο Ν. Καραντζή)
Μια χορωδία ψαλτριών τι το διαφορετικό μπορεί να δώσει καλλιτεχνικά;
Καταρχάς τη διαφορετικότητα στο άκουσμα. Δεύτερον, ίσως πρέπει κάποια στιγμή να καταρριφθούν κάποιοι «μύθοι» στην Εκκλησία περί απαγόρευσης των γυναικών να ψάλλουν. Αυτές οι αντιλήψεις δεν ταιριάζουν πια στο προφίλ της Εκκλησίας, και καλό είναι να καταρριφθούν. Βέβαια εμείς ιδρύοντας τον σύλλογο δεν πάμε να κάνουμε πολεμική σε καμία περίπτωση. Δεν μας νοιάζει να μας πουν επίσημες ψάλτριες στο ψαλτήρι ή να διοριστούμε. Και εγώ προσωπικά, και οι γυναίκες που έχω γνωρίσει, δεν έχουμε πάρει μία δραχμή από το ψαλτήρι. Εγώ προσωπικά το έχω πει, δεν μπορώ να πάρω. Και το ξέρουν όλοι όσοι με έχουν καλέσει. Δεν το κάνω γι’ αυτό. Άρα επιθυμία μας δεν είναι να γίνουμε συνδικαλιστικός φορέας. Είναι για να δραστηριοποιηθούμε πολιτιστικά και να δείξουμε ότι υπάρχουμε. Ο σύλλογος έχει 80 μέλη, συμπεριλαμβανομένων και ανδρών που ψέλνουν.
Ο Όσιος Πορφύριος μαζί με τη Νεκταρία Καραντζή όταν ήταν παιδί ψάλλουν το «Θεοτόκε Παρθένε»
Δεν είναι λίγο παράδοξο να είσαι 9 ετών και να σε γοητεύει η βυζαντινή μουσική;
Εκεί στην παιδική ηλικία πιστεύω ότι δεν υπάρχει προσωπική βούληση, πέρα από ορισμένες περιπτώσεις κραυγαλέων ταλέντων όπου επιλέγουν από μικρά χωρίς να έχουν καμία παράσταση γύρω τους. Συνήθως σε αυτές τις ηλικίες το παιδί επιλέγει αυτό που του δίνεται. Εγώ μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που είχε μια θρησκευτικότητα. Όχι «κολλημένοι» άνθρωποι, απλώς ήταν θρησκευόμενοι. Είχαν δε την ευκαιρία να έχουν πνευματικό έναν σύγχρονο άγιο, τον Όσιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη. Ήταν μια μεγάλη μορφή της Ορθοδοξίας, ένα πολύ ανοιχτό πνεύμα, ένας πραγματικά Ορθόδοξος με την ουσιαστική έννοια του όρου. Οπότε μεγαλώνοντας κι εγώ εκεί, είχα αυτές τις παραστάσεις.
Οπότε στον κόσμο της βυζαντινής μουσικής σας μυεί ο Όσιος Πορφύριος.
Στάθηκα τυχερή γιατί δεν έζησα το δογματικό κομμάτι της Εκκλησίας, το οποίο συνήθως περνάει προς τα έξω με έναν πολύ άσχημο και αυστηρό τρόπο. Έζησα σε ένα πνευματικό και βαθιά ανοιχτό κομμάτι της Εκκλησίας, παρότι ο Όσιος Πορφύριος ήταν μοναχός και είχε περάσει τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στο Άγιο Όρος. Είχε ζήσει όμως και πολλά χρόνια στην Ομόνοια και ήξερε τον άνθρωπο, ήξερε την ψυχή. Είχε μια απέραντη αγάπη που μπορούσε να αγκαλιάζει τον οποιοδήποτε. Όπως κι αν ήσουν, όποιος κι αν ήσουν, ό,τι κι αν πίστευες.
Από εκείνον ξεκίνησε όλη η αγάπη μου για την μουσική. Και ο ίδιος ο Όσιος την αγαπούσε πάρα πολύ τη βυζαντινή μουσική. Την θεωρούσε ένα μέσο σχεδόν ισάξιο με αυτό που κάνουν οι ιερείς όταν μιλούν στους ναούς και προσπαθούν με ένα κήρυγμα και με λόγια να περάσουν κάτι. Πίστευε ότι με τη μουσική μπορούν να περάσουν περισσότερα και πιο δυνατά μηνύματα στις ψυχές των ανθρώπων, γιατί στο θρησκευτικό μέλος δεν υπάρχει ο ανθρώπινος κομπασμός.
Χρόνης Αηδονίδης – Νεκταρία Καραντζή (φωτ.: προσωπικό αρχείο Ν. Καραντζή)
Έχετε συνεργαστεί με τον Χρόνη Αηδονίδη και τώρα συνεργάζεστε με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο. Είναι αντιφατικές ή αλληλοσυμπληρούμενες αυτές οι συνεργασίες;
Για μένα είναι αλληλοσυμπληρούμενες. Πρώτον γιατί δεν υπάρχουν χάσματα στη μουσική. Με τον Χρόνη Αηδονίδη έκανα μεν κάτι τελείως αυθεντικό, με μύησε στον αυθεντικό κόσμο της παράδοσης – όπως μπορεί το αυθεντικό να οριστεί, γιατί και εκείνος φέρει το βίωμα μιας τελευταίας καταγραφής. Είναι το πιο κοντινό μας βίωμα σε κάποια χρόνια που έχουμε ξεχάσει. Προσπάθησε όλα αυτά τα χρόνια ό,τι παρέλαβε να το παραδώσει, αλλά όχι με τρόπο δογματικό και άκαμπτο. Έβαζε τις πινελιές του και έφτιαχνε τραγούδια τα οποία πολλές φορές πέρασαν ως παραδοσιακά τραγούδια ενώ είναι δικές του δημιουργίες. Ο Χρόνης Αηδονίδης είναι ένας νεωτεριστής της παράδοσης ο οποίος εκφράζει τόσο βαθιά το αυθεντικό που δεν μπορεί κανένας να δει τη νεωτερικότητα.
Κι όταν έρχεται ο Βασίλης Τσαμπρόπουλος και συνεργαζόμαστε τι κάνουμε; Βασιζόμαστε κυρίως στο βυζαντινό μέλος. Ο Βασίλης είναι ένας απίστευτος μουσικός. Αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα δεν υπάρχει άλλος τόσο πολυσχιδής και σπουδαίος σε οποιοδήποτε είδος αναλαμβάνει. Βασικά είναι ένας κλασικός πιανίστας, μαέστρος και συνθέτης –αυτό είναι το τρίπτυχό του–, και από εκεί και πέρα μπορεί να πάρει οποιοδήποτε είδος μουσικής και να το μεταμορφώσει γιατί έχει βαθιά γνώση της μουσικής. Και το ευτύχημα είναι ότι είναι βαθύς γνώστης της βυζαντινής μουσικής. Ψάλλει κι εκείνος από παιδί, έχει βίωμα ψαλτικής. Στο εξωτερικό οι περισσότεροι δίσκοι του βασίζονται στο βυζαντινό χρώμα. Στην ουσία πριν ακόμα γνωριστούμε είχε την επιθυμία να βγάλει προς τα έξω με τον δικό του τρόπο, μέσω του πιάνου, τους βυζαντινούς ύμνους.
Αυτήν τη στιγμή συνδυάζουμε κόσμο Δύσης και Ανατολής, πρώτα απ’ όλα για να ευχαριστηθούμε και στη συνέχεια για να περάσουμε το μήνυμα ότι στη μουσική δεν υπάρχουν χάσματα. Και ειδικά όταν η μουσική επιτελεί έναν σκοπό, όπως είναι η θρησκευτική μουσική.
♦ Το διπλό cd της Νεκταρίας Καραντζή Ύμνοι και τραγούδια για την Παναγιά κυκλοφορεί από το Ραδιόφωνο της Εκκλησίας της Ελλάδος.
♦ Βασίλης Τσαμπρόπουλος και Νεκταρία Καραντζή θα εμφανιστούν την 1η Απριλίου στο Μέγαρο Μουσικής, στις 6 Απριλίου στο Ίδρυμα Κακογιάννη, και 7-9 Απριλίου στο Half Note.