Κάθε γραμμή που τραβάει, κάθε χρώμα που χρησιμοποιεί και κάθε λεπτομέρεια που προσθέτει ο ζωγράφος Δημήτρης Σκουρτέλης στα έργα του φέρνει πιο κοντά τον φιλότεχνο στους Ακρίτες, τους γενναίους του Βυζαντίου οι οποίοι έχουν ταυτιστεί με τη δύναμη, τον ηρωισμό και τα πέραν κάθε φαντασίας κατορθώματα.
Γι’ αυτό και στο pontosnews.gr θεωρήσαμε ότι δεν υπήρχε καλύτερος τρόπος να εικονογραφήσουμε την κατηγορία του Ακριτικού Κύκλου στην ενότητα ΠΟΝΤΟΣ και να δώσουμε σε αυτά τα πρόσωπα… πρόσωπο και φωνή. Κι ο καλλιτέχνης μοιράστηκε μαζί μας λεπτομέρειες από το ερευνητικό έργο του.
Εκτός από τον Διγενή Ακρίτα υπάρχουν κι άλλοι Ακρίτες με τους οποίους έχετε ασχοληθεί.
Τα περισσότερα πρόσωπα συνδέονται οικογενειακά. Δηλαδή ο Διγενής είχε πέντε θείους, αδέρφια της μάνας του. Είναι και αυτοί ήρωες, Ακρίτες –κυρίως ο Κωνσταντάς ο περίφημος–, οι οποίοι έχουν τα δικά τους τραγούδια. Δεν μπορείς να ζωγραφίσεις τον Διγενή χωρίς να ασχοληθείς και με αυτούς.
Επίσης υπάρχει και ο Αρμούρης. Λένε ότι είναι αρχαιότερος, από την εποχή της Εικονομαχίας, και συνδέεται με την άλωση του Αμορίου. Και αυτός έχει τον δικό του κύκλο. Υπάρχουν και μερικοί ανεξάρτητοι Ακρίτες, όπως ο γιος της χήρας που έχει διάφορες παραλλαγές. Δεν είναι πάρα πολλοί. Κυρίως όμως συνδέονται. Αυτό είναι το βασικό.
Επειδή όλα αυτά έχουν παραδοθεί στη διάρκεια σχεδόν χιλίων χρόνων και προφορικά, οι ιστορίες έχουν ανακατευτεί. Δηλαδή το τέλος ενός ποιήματος μπορεί να το βρεις σε άλλο ποίημα. Συγκολλημένο. Γιατί ο άνθρωπος που τα μετέφερε προφορικά, τα έχει μπερδέψει. Κι έτσι όπως έχουν καταγραφεί από τους φιλόλογους, πρέπει να γίνει μια αναδόμηση των παραδομένων ποιημάτων.
Έχουν επιπλέον επιβιώσει πολλές αρχαίες παραδόσεις. Ή στίχοι από αραβικά ποιήματα. Γιατί ο πατέρας του Διγενή είναι Άραβας. Πολλοί μάλιστα υποθέτουν ότι υπάρχει ένα ολόκληρο Αραβικό Έπος που έχει ενταχθεί μέσα στο ποίημα του Διγενή, ως η ζωή και τα κατορθώματα του πατέρα του, ως μουσουλμάνου, και τα οποία υμνούνται. Δηλαδή στα ποιήματα υμνείται ότι ο πατέρας του Διγενή μπόρεσε και νίκησε τους Βυζαντινούς. Και μετά έγινε Βυζαντινός. Δεν υπάρχει αυτός ο ρατσισμός, αυτή η διάκριση «οι κακοί Σαρακηνοί – οι καλοί Έλληνες, οι καλοί χριστιανοί».
Ουσιαστικά ο ηρωισμός ήταν το θέμα.
Ναι. Το παν για τον ήρωα του Ακριτικού Κύκλου είναι να κερδίσει τη δόξα. Είναι ακριβώς το πρότυπο του Αχιλλέα, που δεν ενδιαφέρεται τόσο για τη νίκη των Ελλήνων στην Τροία, όσο για την προσωπική του δόξα. Και όταν ο πόλεμος εξελίσσεται με τρόπο που δεν του προσφέρει δόξα, σταματάει να πολεμάει. Και υπάρχει ένας χαρακτηριστικός στίχος όπου καυχιέται κάποιος ήρωας, είναι μοτίβο δηλαδή, που λέει «Ουδέ τον Βάρδαν φοβούμαι, ουδέ τον Νικεφόρον, ουδέ τον βαρυτράχηλον ντο τρέμει η γη κι’ ο κόσμον, κι’ αν είν’ και δίκαιος ο πόλεμος ουδέ τον Κωνσταντίνον». Οι αρπαγές, οι απαγωγές γυναικών, οι ληστείες είναι στην καθημερινότητα των Ακριτών.
Τελικά οι Ακρίτες ήταν τόσο εξωπραγματικά σκληροτράχηλοι και ικανοί να αντιμετωπίσουν στρατιές εχθρών όπως μαθαίνουμε στο σχολείο;
Εδώ μπαίνουμε σε άλλο κεφάλαιο γιατί πολλά από αυτά τα κατορθώματα προέρχονται από τη μυθολογία. Κατευθείαν. Οι πραγματικοί ακρίτες ήταν φυσιολογικοί πολεμιστές. Αρκετά επιδέξιοι, αλλά οπωσδήποτε όχι με την τεράστια δύναμη για την οποία μιλούν τα δημοτικά τραγούδια, δηλαδή ότι μπορούν να τα βάλουν με χίλιους ή με 100.000 κτλ. Αλλά είχαν μια πολεμική μέθοδο, τη λεγόμενη παραδρομή,που σημαίνει παρακολούθηση, με την οποία μπορούσαν με διάφορες στρατηγικές να αντιμετωπίσουν υπεράριθμους αντιπάλους. Οπότε θεωρείται από τους ιστορικούς και τους αναλυτές ότι στο μυαλό του απλού λαού αυτά τα πράγματα έπαιρναν μια υπεράνθρωπη διάσταση. Το ότι για παράδειγμα 1.000 άνθρωποι μπορούσαν να σταματήσουν μια επιδρομή 5.000 ανθρώπων με ενέδρες, με παγίδες, κόβοντάς τους τον ανεφοδιασμό, χτυπώντας τους κομμάτι-κομμάτι ή απόσπασμα-απόσπασμα, αυτό στα μάτια του λαού που δεν κατανοούσε τη στρατηγική την οποία ακολουθούσαν ήταν κάτι υπεράνθρωπο.
Και τα έργα σας όμως δίνουν την ίδια αίσθηση, ότι δηλαδή οι Ακρίτες ήταν υπεράνθρωποι – π.χ. όταν ο Διγενής παλεύει με τον Χάρο.
Εγώ ακολουθώ το ποίημα. Δεν απεικονίζω ρεαλιστικά την ακριτική ζωή. Αυτό είναι ιστορικό θέμα. Εγώ ασχολούμαι με την ακριτική ποίηση. Όπως δηλαδή παραδόθηκε ποιητικά.
Θα ήθελα όμως να πω κάτι άλλο για αυτό το θέμα. Ας μην το βλέπουμε το θέμα από την ηρωική ή την πολεμική σκοπιά. Όχι ότι είναι κακό, αλλά το θέμα είναι πολύ πιο βαθύ γιατί την εποχή που γεννήθηκαν τα ακριτικά τραγούδια στην ουσία γεννιέται το νεοελληνικό έθνος, η νεοελληνική γλώσσα και ουσιαστικά εμείς.
Πρέπει να δούμε ότι αυτά τα τραγούδια είναι στην ουσία η πρώτη μας ποιητική εκδήλωση ως λαού. Ως νεοελληνικού λαού. Δεν είμαστε πια ούτε αρχαίοι ούτε καν βυζαντινοί, είμαστε πια Νεοέλληνες. Κι ο Νεοέλληνας αρχίζει με τα ακριτικά τραγούδια και τις παραλογές που είναι, ας πούμε, η ειρηνική πλευρά των ακριτικών τραγουδιών. Αυτή είναι και η μεγάλη τους αξία. Γιατί; Επειδή μετά, δυστυχώς, η παράδοση διακόπηκε στους λόγιους, τους μορφωμένους, γιατί άρχισαν να επηρεάζονται από τη Δυτική ποίηση.
Ήδη ο Ερωτόκριτος, και χωρίς να θέλω να προσβάλω τους Κρητικούς, είναι αντιγραφή ενός Δυτικού ιπποτικού μυθιστορήματος. Και ο κόσμος που περιγράφει είναι ο κόσμος των Δυτικών ιπποτών. Το τελευταίο κομμάτι που είναι 100% ελληνικό και ντόπιο της ηρωικής μας ποίησης, είναι το Ακριτικό Έπος μαζί με τα Πτωχοπροδρομικά και διάφορα άλλα δείγματα κοσμικής ποίησης.
Από εκεί και μετά, μέχρι και σήμερα, έχουμε μια λόγια Ελλάδα η οποία παλεύει να φέρει τον Δυτικό πολιτισμό εις το χωρίον. Και το έχουν πετύχει. Υπάρχει όμως και ο απλός λαός. Υπήρχε –γιατί κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει πλέον– και ο απλός λαός ο οποίος ενστικτωδώς διατηρούσε αυτά τα ποιήματα. Την ίδια του την ψυχή δηλαδή. Και τα μετέφερε από στόμα σε στόμα μέχρι τουλάχιστον τον περασμένο αιώνα. Δηλαδή, πριν από μερικές δεκαετίες καταγράφονταν ακόμα τέτοια δημοτικά τραγούδια, προφορικά, σε όλη την Ελλάδα τα οποία ήταν τελείως ανεπηρέαστα από όλη την «πρόοδο» που έχουμε επιτελέσει ως λαός.
Μου έχει κάνει εντύπωση που οι «άγριοι» Ακρίτες, τουλάχιστον όπως παρουσιάζονται στα ποιήματα… παίζουν μουσική!
Ναι, βέβαια. Είναι γλεντζέδες! Από τη μια μεριά έχουν το σπαθί και το ραβδί και από την άλλη τον ταμπουρά, δηλαδή την πανδουρίδα, ένα είδος πρώιμου μπουζουκιού. Είναι τραγουδιστές, φαγάδες. Τρώνε, πίνουν, γλεντάνε. Μια χαρά περνάνε.
Και οι ομηρικοί ήρωες τραγουδάνε και παίζουν μουσική, εάν δεν απατώμαι.
Μελετάτε πολλά χρόνια το θέμα αυτό. Θα τολμήσω να σας ρωτήσω, λοιπόν, τελικά οι Ακρίτες που πήγαν με τους Σελτζούκους Τούρκους θυμωμένοι επειδή έχασαν το αφορολόγητο με τις αλλαγές του Μιχαήλ Παλαιολόγου ήταν προδότες, ή στην πραγματικότητα κάτι άλλο συνέβη;
Ας μην βάζουμε αυτούς τους Ακρίτες, οι οποίοι ήταν στο δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας, δίπλα στους Ακρίτες της ακμής που ήταν στον Ευφράτη ποταμό, στη Συρία, το Λίβανο, το όρος Ταύρος, την Κυλικία. Αυτοί ήταν άλλη περίπτωση. Δεν συνθηκολόγησαν ποτέ.
Εκείνοι για τους οποίους μιλάτε, επί Παλαιολόγου, ήταν παρηκμασμένο το κράτος, δεν μπορούσε να βοηθήσει κανέναν, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.
Τον 9ο και τον 10ο αιώνα ήταν μια τεράστια αυτοκρατορία ακμάζουσα, το τεράστιο κράτος στη Δύση και την εποχή των Παλαιολόγων, ήμασταν ένα κρατίδιο που ίσως ήταν και μικρότερο από τη σημερινή Ελλάδα.
Το να φύγει κάποιος, ν’ αλλάξει στρατόπεδο στον πόλεμο, τότε ήταν κάτι που γινόταν τακτικά και απ’ όλους.
Και δεν μπορούμε να πούμε ότι αυτός ήταν ο λόγος που έπεσε η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αυτή έπεσε λόγω κακής διοίκησης και κυρίως λόγω της φραγκικής κατάκτησης.
Στα ακριτικά τραγούδια τι θέση έχουν οι γυναίκες; Είναι πρωταγωνίστριες ή μόνο οι Ακρίτες έχουν τέτοιο ρόλο;
Κυρίως οι Ακρίτες. Υπάρχει όμως και μια μειοψηφία ακριτικών τραγουδιών όπου η γυναίκα είναι καθαυτό πολεμίστρια και είναι εκείνη που νικάει τους εχθρούς.
Ακόμα και στο γραπτό έπος του Διγενή, όταν ετοιμάζεται να κλέψει τη μέλλουσα γυναίκα του, αυτή δηλώνει ότι θέλει να πολεμήσει στο πλευρό του αλλά ο ήρωας δεν την αφήνει. Ωστόσο εκείνη έχει κάθε διάθεση να πολεμήσει. Είναι δηλαδή πολεμίστριες οι γυναίκες στα ακριτικά τραγούδια.
Πόπη Παπαγεωργίου