Η Άννα Κομνηνή, κόρη και πρωτότοκο παιδί του Αλεξίου Κομνηνού και της Ειρήνης Δούκα, γεννήθηκε την 1/12/1083 και παντρεύτηκε τον Νικηφόρο Βρυέννιο.
Μετά το θάνατο του Αλέξιου Α΄ (1118) συνωμότησε με τη μητέρα της κατά του αδελφού της και νόμιμου διαδόχου Ιωάννη, υπέρ του συζύγου της, αλλά αφού συνάντησε την άρνησή του, γιατί ήταν προσηλωμένος στον οίκο του Αλέξιου, αποσύρθηκε απογοητευμένη στη Μονή της Κεχαριτωμένης που είχε ιδρύσει η ίδια.
Στη Μονή συνέλαβε την ιδέα να συγγράψει ένα πολύ σπουδαίο ιστορικό έργο, την Αλεξιάδα η οποία διαιρείται σε δεκαπέντε βιβλία. Στην Αλεξιάδα χρονικά καλύπτει την περίοδο 1069-1148, αφηγούμενη όλα τα ιστορικά γεγονότα της εποχής της βασιλείας του Αλέξιου Α΄ Κομνηνού. Κεντρική μορφή του έργου της είναι ο πατέρας της, στον οποίο εκφράζει τον θαυμασμό της. Στον πρόλογό της γράφει: «Βούλομαι διά τήσδε μου της γραφής τας πράξεις αφηγήσασθαι του εμού πατρός ουκ αξίας σιγή παραδοθήναι ουδέ τω ρεύματι του χρόνου παρασυρήναι καθάπερ εις πέλαγος αμνημοσύνης, όσας τε των σκήπτρων επειλημμένος κατεπράξατο και όσας προ του διαδήματος έδρασεν ετέροις βασιλεύσιν υπηρετούμενος».
Στο έργο προβάλλεται η αρχαιομάθειά της, η ανθρωπιστική και ηθική καλλιέργειά της και ο πλούτος των γνώσεών της. Υπήρξε σπουδαία γυναίκα. Πέθανε κατ’ άλλους το 1148 και κατά πάσα πιθανότητα το 1153, σε ηλικία 70 ετών.