Οι δίκες – παρωδία που οδήγησαν τον Ιησού στον Σταυρό
Γράφει ο Σούρλας Στέλιος*
«Είναι τιμιότερο να κινδυνεύουμε να σώσουμε έναν ένοχο παρά να καταδικάσουμε έναν αθώο» αναφέρει ο Πλάτων. Μία ρήση του αρχαίου Έλληνα φιλοσόφου η οποία εάν αποτελούσε γνώμονα και καθοριστικό κριτήριο στις σπουδαιότερες δίκες της ιστορίας του κόσμου, το αποτέλεσμα αυτών των δικών θα ήταν τελείως διαφορετικό.
Και πιθανότατα διαφορετική θα ήταν και η ιστορία του κόσμου γιατί, πάνω σε αυτές τις άδικες ή ατεκμηρίωτες αποφάσεις, έχουνε χαραχτεί σημαντικές πορείες οι οποίες επηρέασαν την ποιότητα της ζωής αλλά και του πνεύματος του ανθρώπου.
Η σπουδαιότερη Δίκη στο ρου της Παγκόσμιας ιστορίας υπήρξε και η Δίκη του θεανθρώπου Ιησού. Καταρχάς για να αντιληφθούμε μία Δίκη, οφείλουμε να λάβουμε γνώση των συνθηκών της εποχής.
Στην εποχή του Χριστού υπήρχαν δύο δίκαια το Ρωμαϊκό και το Εβραϊκό. Το Ρωμαϊκό λίγο υστερούσε από το σημερινό Ευρωπαϊκό ενώ το Εβραϊκό ήταν Ιεροκρατικό και στηριζόταν στον Μωσαϊκό Νόμο.
Τα Εβραϊκά Δικαστήρια ήταν πολυμελή, ως ανώτατο Δικαστήριο ήταν το Μέγα Συνέδριο το οποίο εδράζονταν στην Ιερουσαλήμ και αποτελούνταν από 120 μέλη με Πρόεδρο τον Αρχιερέα ο οποίος διέταζε στρατιωτική δύναμη τη λεγόμενη ΄΄Κουστωδία΄΄. Οι θανατικές καταδίκες έπρεπε να επικυρωθούνε από την Ρωμαϊκή εξουσία και προβλέπονταν για αρκετά αδικήματα αλλά σπάνια επιβάλλονταν. Η εκτέλεση της θανατικής καταδίκης γινόταν με διαφόρους τρόπους όπως λιθοβολισμό, μαστίγωμα αλλά ο επί του σταυρού ήταν ο πιο βασανιστικός και εξευτελιστικός.
Στην Εβραϊκή Δικονομία η προανάκριση ήταν άγνωστη, η απόφαση δε στηρίζονταν στην ομολογία αλλά σε 2 τουλάχιστον μάρτυρες και δεν υπήρχε δημόσιος κατήγορος ήτοι ο Εισαγγελέας. Τα χαρακτηριστικά της Εβραϊκής Δίκης ήταν ότι γινόταν πάντοτε την ημέρα, με ανοιχτές τις πόρτες και ενώπιον του λαού. Ξεκινούσε πρώτα με τους μάρτυρες υπερασπίσεως και κατόπιν με τουλάχιστον 2 μάρτυρες κατηγορίας οι οποίοι έπρεπε να δώσουνε σαφή και πανόμοια μαρτυρία βάζοντας το δεξί χέρι πάνω στο κεφάλι του κατηγορουμένου.
Εάν καταδικάζονταν τότε έπρεπε να συμμετέχουνε στην εκτέλεση και να ρίξουν τις πρώτες πέτρες εάν γινόταν με λιθοβολισμό. Έως ότου καταδικαστεί υπήρχε το τεκμήριο της αθωότητας και δεν τηρούνταν πρακτικά αλλά η απόφαση εκδιδόταν με διάταγμα. Ο χρόνος εκτέλεσης της θανατικής καταδίκης ήταν 4 ημέρες, την 1η ημέρα έβγαινε η απόφαση, την 3η ημέρα γινόταν η επικύρωση και τελική απόφαση και την 4η ημέρα η εκτέλεση. Στον τόπο της εκτελέσεως τον κατηγορούμενο τον συνόδευε έφιππος δικαστής ο οποίος πριν την εκτέλεση ρωτούσε τον κόσμο εάν υπήρχε κανένα ελαφρυντικό. Εάν υπήρχε τότε σταματούσε η εκτέλεση!! Η ανάκριση και η κακοποίηση του κατηγορουμένου απαγορευόταν από το Εβραϊκό δίκαιο.
Δικονομικές παραβάσεις της δίκης
1) Η δίκη έγινε νύχτα αντί για ημέρα
2) Η στρατιωτική κουστωδία δεν πήγε τον Χριστό στο Δικαστήριο αλλά στο πεθερό του Αρχιερέα Καϊάφα, τον Άννα, ο οποίος ήταν παλαιότερα Αρχιερέας και τον ανέκρινε χωρίς εξουσία ενώ παράλληλα οι υπηρέτες τον έβριζαν και τον έδερναν.
3) Χωρίς να προϋπάρχει σαφή κατηγορία η οποία από 2 μάρτυρες οι οποίοι θα κινούσαν τη δίκη.
4) Οι 2 μάρτυρες βρέθηκαν μετά την έναρξη της δίκης και διαστρέβλωσαν τα λόγια του Χριστού ότι θα γκρεμίσει και θα ξαναχτίσει το Ναό του Σολομώντα σε 3 ημέρες.
5) Οι μαρτυρίες κατηγορίας δεν ταίριαζαν μεταξύ τους και δόθηκαν με ταυτόχρονη παρουσία και των δύο (σύμφωνα με το Δευτερονόμιο οι μάρτυρες αυτοί έπρεπε να καταδικαστούνε σε θάνατο για την ψευδομαρτυρία τους).
6) Η απόφαση στηρίχτηκε στην ομολογία του Χριστού όταν τον ρώτησε ο Καϊάφας ΄΄εσύ είσαι ο Υιός του Θεού΄΄ και ο Χριστός απάντησε ΄΄συ είπας΄΄ καθώς και στις παράτυπες καταθέσεις των μαρτύρων.
7) Δεν υπήρξε καθόλου υπεράσπιση την οποία αναλάμβανε ένας Δικαστής
8) Ο Αρχιερέας Καϊάφας διέρρηξε τα ιμάτια του (γεγονός το οποίος απαγορεύει ο Λευϊτικός νόμος στους Ιερείς, Λευϊτικό).
9) Η ψηφοφορία των Δικαστών έγινε ταυτόχρονα ενώ έπρεπε με τη σειρά και πρώτα ο νεότερος Δικαστής για να μην επηρεαστεί από την κρίση των αρχαιότερων αλλά και μεταξύ των.
10) Μεταβολή της κατηγορίας κατά τη διάρκεια της Δίκης. Ενώ η αρχική κατηγορία ήταν ότι είπε ο Χριστός ότι θα γκρεμίσει και θα χτίσει το Ναό σε 3 μέρες εν΄τέλει καταδικάστηκε διότι ομολόγησε ότι είναι ο Υιός του Θεού, δηλαδή για βλασφημία.
Βέβαια για να θεραπευτούνε οι δικονομικές αυτές παραβάσεις και να τηρηθούνε κάπως τα προσχήματα ανέμεναν να ξημερώσει και ξανασυνεδρίασαν για να επικυρώσουνε την καταδίκη στο κτίριο του Μεγάλου Συνεδρίου. Από τα 71 μέλη του Συνεδρίου οι υποστηρικτές του Χριστού οι οποίοι μειοψήφησαν ήταν 2, ο Ιωσήφ ο Αριμαθέας και ο Νικόδημος.
Μία νέα Ρωμαϊκή δίκη ξεκινά
Το πρωί της Παρασκευής οι Εβραίοι οδηγούνε τον Χριστό στον Πιλάτο, έξω από το Πραιτώριο. Δεν μπήκανε μέσα γιατί ήταν ειδωλολάτρης και θεωρούσανε ότι θα μολυνθούνε και η Ρωμαϊκή αυτή τη φορά Δίκη γίνεται στο λιθόστρωτο.
Δικονομικές παραβάσεις Ρωμαϊκής δίκης
1) Ο κατηγορούμενος (Χριστός) ήταν δέσμιος κατά τη διάρκεια της Δίκης
2) Διαφορετική κατηγορία. Η κατηγορία στο Εβραϊκό Δικαστήριο ήταν η βλασφημία ενώ στο Ρωμαϊκό ότι προέτρεπε να μην πληρώνουνε φόρους στον Καίσαρα.
3) Εφόσον η Ρωμαϊκή Δίκη ήταν επικύρωση Εβραϊκής απόφασης έπρεπε να υπήρχανε 2 στοιχεία, γραπτή αίτηση και η Πρωτόδικη απόφαση. Τίποτα από τα δύο δεν υπήρχε.
4) Μετά την αθώωση από τον Ηρώδη οδηγήθηκε ξανά στον Πιλάτο αντί να αφεθεί ελεύθερος
5) Κακοποίηση πριν την καταδίκη (του βάλανε Βασιλικό μανδύα και τον εξευτέλισαν.
6) Τον αθωώνει ξανά ο Πιλάτος αλλά δεν τον ελευθερώνει και πάλι
Ο Πιλάτος δεν τήρησε τίποτα από όλα αυτά. Τουναντίον κατεβαίνει από το Πραιτώριο και συνομιλεί με τον κατηγορούμενο κάνοντας μια μορφή ανάκρισης. Τον ρωτάει ΄΄συ ει ο Βασιλεύ των Ιουδαίων΄΄; Και ο Χριστός αποκρίνεται ΄΄ Η Βασιλεία η εμή ουκ εστί εκ΄του κόσμου τούτου, εγώ εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον ίνα μαρτυρήσω τη αλήθεια΄΄. Ο Πιλάτος αμέσως αντιλήφθηκε ότι ο Ιησούς είναι Πνευματικός ηγέτης και όχι κοσμικός άρχοντας συνεπώς δεν ευσταθεί η κατηγορία, ο Ιησούς δεν είναι ένοχος και δεν υφίσταται αντιποίηση εξουσίας. Άρα έχουμε την 1η αθώωση από τον Πιλάτο την οποία την ανακοινώνει αλλά ο όχλος έκανε θόρυβο και επέμενε εις θάνατον.
Εν΄συνεχεία ο Πιλάτος επικαλείται τοπική αναρμοδιότητα του κατηγορουμένου (Γαλιλαία απ΄όπου καταγόταν ο Χριστός) και τον στέλνει στον Βασιλιά Ηρώδη τον Αντύπα.
Στον Ηρώδη ο Χριστός δεν δίνει καμία απάντηση και τότε ο Ηρώδης επικαλέστηκε κι αυτός τοπική αναρμοδιότητα διότι η Εβραϊκή καταδίκη έγινε έξω από τα σύνορα της Γαλιλαίας (2η αθώωση).
Αντί να αφεθεί ελεύθερος οδηγήθηκε ξανά στον Πιλάτο και του βάλανε τον Βασιλικό μανδύα και τον εξευτέλισαν. Ο Πιλάτος τότε βγαίνει ξανά έξω στο Πραιτώριο και τον ξανααθωώνει για 3η φορά επηρεασμένος και από τη σύζυγο του Αγία Πρόκλα (27 Οκτωβρίου) αλλά δεν τον απολύει. Τότε οι Εβραίοι του αποκαλύπτουνε την αλήθεια ότι το Μέγα Συνέδριο τον καταδίκασε για βλασφημία.
Ευθύς ο Πιλάτος κάνει την 7η δικονομική παράβαση, δηλ. παραβίασε τη νόμιμη αρχή του Ρωμαϊκού δικαίου ΄΄non bis in idem΄΄ δηλ. ΄΄όχι δις επί της αυτής υποθέσεως΄΄ και ξαναανακρίνει τον Χριστό για νέα αυτή τη φορά κατηγορία!!! Ο Πιλάτος συγχύστηκε και συγκλονίστηκε, ξανασυζητά με τον Χριστό και τον αθωώνει για 4η φορά!!! Το ανακοινώνει στο πλήθος και τότε οι Εβραίοι τον απειλούνε και τον πιέζουν έμμεσα λέγοντας του ΄΄εάν τούτον απολύης, ουκ ει φίλος του Καίσαρος. Πας ο Βασιλεύ εαυτόν ποιών αντιλέγει τω Καίσαρι΄΄. Το τέχνασμα αυτό των Εβραίων προς τον Πιλάτο τον συγκλόνισε καθότι ήταν ήδη σε δυσμένεια με τον Αυτοκράτορα Τιβέριο και προτίμησε να σώσει τον εαυτό του παρά να υπερασπιστεί τη Δικαιοσύνη και ζητά νερό να νίψει τας χείρας του (5η αθώωση).
Και η 6η αθώωση του Χριστού έρχεται μετά θάνατον από τον Αυτοκράτορα Τιβέριο ο οποίος πληροφορήθηκε τα όσα παράνομα έγιναν στα Ιεροσόλυμα και ελέγχει δριμύτατα τον Πιλάτο χαρακτηρίζοντας τον ανάξιο, βέβηλο και πορωμένο ΄΄επειδή άδικον εψήφισε θάνατον κατά του Ιησού΄΄.
Η “Δίκη” αυτήν δε μπορεί να χαρακτηριστεί ούτε ως Δίκη αλλά ούτε και ως παρωδία αλλά ως το μεγαλύτερο κακούργημα της ανθρωπότητας, δείγμα της μέγιστης αγνωμοσύνης του ανθρώπου και ως η μεγαλύτερη αιώνια ντροπή.
Οι διαφορές της ανθρώπινης και της Θεϊκής δικαιοσύνης είναι ότι στην ανθρώπινη ο νομοθέτης πολλές φορές δεν υπόκειται ο ίδιος στους νόμους αφήνοντας πολλά παράθυρα ενώ στη Θεϊκή ο ίδιος ο νομοθέτης υπόκειται ως άνθρωπος στους νόμους τους οποίους θέσπισε.
Στην ανθρώπινη η Δικαιοσύνη ταυτίζεται με την τιμωρία ενώ στη Θεϊκή Δικαιοσύνη είναι η θυσιαστική αγάπη η οποία υπομένει. Εμείς οι άνθρωποι λόγω του εγωϊσμού και της ημιμάθειας μας μπερδεύουμε την Παιδαγωγία με την τιμωρία ενώ αγνοούμε ότι ο νόμος των ανθρώπων λειτουργεί ως τιμωρός ενώ ο Νόμος του Θεού ως παιδαγωγός.
*Ο κ. Στυλιανός Σούρλας είναι δικηγόρος και πτυχιούχος της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.
Πηγή: dogma.gr