Ερευνητές αναλύουν τις αντιδράσεις του εγκεφάλου και καταλήγουν στο τι μας κάνει εσωστρεφείς ή εξωστρεφείς.
Πώς σχεδιάζετε να περάσετε τις μέρες που έρχονται; Κλεισμένοι στο σπίτι διαβάζοντας ένα καλό βιβλίο ή ξενυχτώντας σε ένα γεμάτο κόσμο μπαρ πίνοντας το ποτό σας και χορεύοντας; Ίσως η απάντηση που δίνετε σε αυτές τις ερωτήσεις να είναι σαφής, καθώς θα επιλέξετε τη μια εκδοχή και θα απορρίψετε την άλλη ή ίσως βρεθείτε να μην συμφωνείτε με καμιά από τις δυο επιλογές και να είστε σε δίλημμα. Ανεξάρτητα όμως από το ποια είναι η απάντησή σας, η προέλευση των συναισθημάτων σας ίσως να βρίσκεται στο πώς ο εγκέφαλός σας αντιδράει στην επιβράβευση.
Όλοι μας είμαστε συνήθως κάπου ενδιάμεσα στην εσωστρέφεια και την εξωστρέφεια και ανάλογα με τις περιστάσεις νιώθουμε είτε πιο εξωστρεφείς είτε πιο εσωστρεφείς. Οι εξωστρεφείς άνθρωποι (ο όρος extroverts φαίνεται να έχει γίνει γνωστός λόγω του ψυχολόγου Carl Jung στις αρχές του 20ου αιώνα) έχουν κυριαρχήσει στον κόσμο είτε διότι είναι περισσότεροι είτε διότι τραβούν την πιο πολλή προσοχή. Εξαιτίας της επικράτησης των εξωστρεφών ανθρώπων έχουν γραφτεί ακόμα και οδηγοί για το πώς να φροντίσει κανείς τους εσωστρεφείς και να επικροτήσει τα ιδιαίτερα ταλέντα τους.
Ωστόσο, μια θεμελιώδης ερώτηση παραμένει. Τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο εξωστρεφή; Γιατί είμαστε όλοι διαφορετικοί και τι είναι αυτό που οδηγεί τους εξωστρεφείς να είναι έτσι όπως είναι; Πλέον με τις τομογραφίες του εγκεφάλου που μπορούν να καταγράψουν τις εγκεφαλικές δραστηριότητες βαθιά μέσα στο μυαλό και με τη γενετική προδιάθεση που αποκαλύπτει τον κώδικα που βρίσκεται πίσω από τις λειτουργίες του συστήματος που χρησιμοποιεί ο εγκέφαλος για να στέλνει σήματα, έχουμε τη δυνατότητα να βρούμε κάποιες απαντήσεις για μερικές τέτοιες ερωτήσεις.
Στη δεκαετία του 1960, ο ψυχολόγος Hans Eysenck έκανε μια αναφορά που επηρέασε πολύ κόσμο λέγοντας ότι οι εξωστρεφείς έχουν οριστεί να έχουν ιστορικά χαμηλότερο επίπεδο διέγερσης. Η διέγερση, από πλευράς φυσιολογίας, είναι ο βαθμός στον οποίο το σώμα και το μυαλό μας είναι σε εγρήγορση και ετοιμότητα να αντιδράσουν σε ένα ερέθισμα. Αυτό ποικίλλει για όλους μας κατά τη διάρκεια της μέρας (για παράδειγμα, η μετάβαση από τον ύπνο στον ξύπνιο, συνήθως με τη βοήθεια του καφέ) και σε διαφορετικές περιστάσεις (για παράδειγμα, η ποδηλασία σε ώρα αιχμής βοηθάει την εγρήγορση, ενώ ένα αμφιθέατρο με πολλή ζέστη μειώνει την εγρήγορση).
Η θεωρία του Eysenck υποστήριζε ότι οι εξωστρεφείς έχουν ελαφρά χαμηλότερο βασικό βαθμό διέγερσης. Το αποτέλεσμα είναι ότι χρειάζεται να προσπαθούν λίγο παραπάνω για να φτάσουν το επίπεδο που οι άλλοι θεωρούν φυσιολογικό και ευχάριστο χωρίς να κάνουν τίποτα. Από εκεί προκύπτει και η ανάγκη τους για συντροφιά, η αναζήτηση νέων εμπειριών και ριψοκίνδυνων δραστηριοτήτων. Αντίθετα, οι πολύ εσωστρεφείς άνθρωποι θεωρούν ότι βρίσκονται σε μεγάλη εγρήγορση από πράγματα που οι άλλοι θεωρούν απλώς ευχάριστα και διασκεδαστικά, γι’ αυτό και αναζητούν τις ήσυχες συζητήσεις περί σημαντικών θεμάτων, επιδιώκουν να είναι μόνοι τους και σε γνώρισμα περιβάλλοντα.
Πρόσφατα, αυτή η θεωρία έχει επεκταθεί, συνδέοντας την εξωστρέφεια με τη λειτουργία της ντοπαμίνης, ενός χημικού στοιχείου που παίζει έναν σημαντικό ρόλο στα κυκλώματα του εγκεφάλου που ελέγχουν την επιβράβευση, τη γνώση και τις αντιδράσεις στην καινοτομία. Μπορούν οι εξωστρεφείς να είναι διαφορετικοί σε σχέση με το πόσο ενεργά είναι τα συστήματα ντοπαμίνης τους; Αυτό θα έδινε μια απλή και ξεκάθαρη εξήγηση για το είδος της συμπεριφοράς που επιδεικνύουν οι εξωστρεφείς, ενώ παράλληλα θα τη συνέδεε με μια πτυχή της εγκεφαλικής λειτουργίας για την οποία γνωρίζουμε αρκετά πράγματα.
Οι ερευνητές με επικεφαλής τον Michael Cohen, του πανεπιστημίου του Άμστερνταμ, μπόρεσαν να εξετάσουν αυτές τις ιδέες σε μια έκθεση που δημοσιεύτηκε το 2005. Ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να περάσουν από μια δοκιμασία σχετική με τον τζόγο εν μέσω μιας εγκεφαλικής τομογραφίας. Προτού περάσουν από τον τομογράφο, συμπλήρωσαν ένα προφίλ προσωπικότητας και έδωσαν ένα δείγμα σάλιου για γενετική ανάλυση. Η ανάλυση των στοιχείων έδειξε πώς η εγκεφαλική δραστηριότητα διαφέρει ανάμεσα στους εθελοντές εξωστρεφείς και εσωστρεφείς. Όταν τα στοιχήματα που έπαιξαν απέδωσαν, η ομάδα με τους πιο εξωστρεφείς παρουσίασε πιο έντονη αντίδραση σε δυο βασικές περιοχές του εγκεφάλου: στην αμυγδαλή και στον επικλινή πυρήνα. Η αμυγδαλή του εγκεφάλου είναι γνωστή για την επεξεργασία των συναισθηματικών ερεθισμάτων και ο επικλινής πυρήνας είναι το βασικό κομμάτι του κυκλώματος επιβράβευσης του εγκεφάλου και μέρος του συστήματος της ντοπαμίνης. Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν τη θεωρία ότι οι εξωστρεφείς επεξεργάζονται την απρόσμενη επιβράβευση διαφορετικά.
Όταν η ομάδα του Cohen εξέτασε τα γενετικά προφίλ των συμμετεχόντων, βρήκε κι άλλη μια διαφορά στην εγκεφαλική δραστηριότητα που σχετίζεται με την επιβράβευση. Αυτοί οι εθελοντές που είχαν ένα γονίδιο γνωστό για την αύξηση της απόκρισης του συστήματος ντοπαμίνης έδειξαν επίσης και αυξημένη δραστηριότητα όταν κέρδισαν το στοίχημα στον τζόγο.
Άρα βλέπουμε κατά μια άποψη για ποιο λόγο είμαστε όλοι τόσο διαφορετικοί ως άνθρωποι. Ο εγκέφαλος των εξωστρεφών αντιδρά πιο έντονα όταν τα στοιχήματα αποδίδουν. Προφανώς θα διασκεδάζουν με τα περιπετειώδη παιχνίδια περισσότερο ή τους αρέσει πιο πολύ να γνωρίζουν νέους ανθρώπους. Ένα κομμάτι της διαφορετικότητάς μας είναι γενετικό και προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο τα γονίδια μας σχηματίζουν και αναπτύσσουν τον εγκέφαλό μας. Άλλα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν ότι η λειτουργία της ντοπαμίνης είναι το κλειδί για αυτό, καθώς για παράδειγμα τα γονίδια που ελέγχουν τη λειτουργία της ντοπαμίνης προβλέπουν διαφορές στην προσωπικότητας ως προς το πόσο οι άνθρωποι χαίρονται αυτήν τη δραστήρια αναζήτηση για καινοτομία. Κάποια άλλα αποτελέσματα δείχνουν πώς οι εξωστρεφείς μαθαίνουν διαφορετικά, διατηρώντας αυξημένη ευαισθησία στην επιβράβευση εξαιτίας των μη ενεργών συστημάτων ντοπαμίνης.
Οι προτιμήσεις μας σχηματίζονται από τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλός μας αντιδρά στον κόσμο. Ίσως λίγη γνώση από τη βιολογική ψυχολογία μπορεί να μας βοηθήσει, είτε είμαστε εξωστρεφείς είτε εσωστρεφείς, επιτρέποντάς μας να εκτιμούμε πώς και γιατί οι άλλοι άνθρωποι ενδέχεται να αρέσκονται σε διαφορετικά πράγματα από ό,τι εμείς.