Η τέταρτη Κυριακή από το Πάσχα είναι η Κυριακή του Παραλύτου που αντλεί το θέμα της από την ευαγγελική περικοπή, που αναγινώσκεται στην θεία λειτουργία. Αυτή περιλαμβάνει τήν διήγηση της ιάσεως του παραλυτικού στην Προβατική κολυμβήθρα, την Βηθεσδά, στα Ιεροσόλυμα (Ιω. 5, 1-15). Το δράμα του επί 38 έτη παραλύτου συγκινεί τον Κύριο και τον θεραπεύει.
Ο Χριστός παρουσιάζεται σαν ιατρός ψυχών και σωμάτων. Τον παράλυτο δεν τον θεραπεύει η κολυμβήθρα, αλλά ο πανσθενουργός λόγος του Κυρίου.
“Ο Παραλυτικός, αγαπητοί αδελφοί, που έγινε καλά από τον φιλεύσπλαχνο Κύριο, βρισκόταν σ’ αυτήν την κατάσταση τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια κι είχε φτάσει σ’ αυτό το κατάντημα από την αμαρτωλότητα του. Το ότι αιτία της αρρώστιας του στάθηκε ο άσωτος κι αχαλίνωτος, ο έξω από το θέλημα του Θεού, βίος του, φαίνεται καθαρά από τα λόγια που του είπε ο Ιησούς, όταν τον συναπάντησε μέσα στον Ναό: «Ίδε, υγιής γέγονας∙ μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοί τι γένηται». Έγινες καλά στο σώμα και στην ψυχή. Σε γιάτρεψε η Χάρις μου, χορηγώντας σου την άφεση και ξαναδένοντας σου τους αρμούς του κορμιού. Πρόσεξε, λοιπόν, από εδώ και πέρα, να μη ξαναπαρασυρθείς στην αμαρτία. Γιατί, σε τέτοια περίπτωση είναι πιθανό ή μάλλον βέβαιο, ότι θα πάθεις χειρότερα. Ποια είναι τα χειρότερα; Όχι τόσο η σωματική ερείπωση, που κι αυτή, βέβαια, είναι μεγάλο κακό, όσο η ανικανότητα της ψυχής στο να ξαναποθήσει τη μετάνοια, να αναζητήσει τη Χάρη μου.
Το χειρότερο, λοιπόν, που σε περιμένει, αν δεν μείνεις σταθερός στην καινούργια ζωή, την οποία σου δώρισα, είναι κάτι ανεπανόρθωτο. Είναι ο οριστικός θάνατος, η απώλεια σου. Δέξου την ευεργεσία της αγάπης και του ελέους μου με σοφία και συναίσθηση, με φόβο και σύνεση. Φρούρησε αυτό το δώρο σαν πολύτιμο απόκτημα που διατρέχει τον έσχατο κίνδυνο, που το επιβουλεύονται δυνατοί αντίπαλοι, που αν το χάσεις μια φορά, είναι χαμένο για πάντα. Μη λησμονήσεις ποτέ αυτό το μάθημα που πήρες από την αρρώστια του σώματος κι έχε πάντοτε στο νου σου το νόημα το προειδοποιητικό που είχε η αρρώστια σου. Γιατί ο μαρασμός του σώματος δεν είναι παρά μια προφητεία, ένα μικρό κακό που προαναγγέλλει και συμβολίζει κάποιο άλλο κακό άπειρα βαθύτερο: τον μαρασμό της ψυχής, τον αιώνιο θάνατο.
Ευλογημένη ήταν, αγαπητοί αδελφοί, εκείνη η αρρώστια για τον άνθρωπο αυτόν, παρ’ όλο ότι την καρποφόρησε η ασωτία του. Γιατί αυτή τον έκαμε να μετανοήσει, του μαλάκωσε την καρδιά, τον ωρίμασε σε μια καινούργια ζωή, τον έφερε στο κατώφλι του θεϊκού ελέους, του φωτισμού, της αναγεννήσεως.
Του ακινήτησε το σώμα, αλλά του φτέρωσε την ψυχή. Του παρέλυσε τα πόδια, αλλά τον αξίωσε να περπατήσει στους δρόμους της επιστροφής. Του άφησε ξερά τα χεριά. αλλά του σήκωσε στον ουρανό τα άλλα εκείνα χέρια της διανοίας, μαθαίνοντας τον να προσεύχεται και να αποζητά τους οικτιρμούς του Θεού. Του μάρανε τις σάρκες, αλλά ανθοβόλησε μέσα του την πίστη και την απαντοχή. Τον έριξε χάμω, αλλά του εξασφάλισε τον ουρανό.
Μεγάλο σχολείο μετάνοιας κι ανανήψεως είναι οι θλίψεις του σώματος. Και σ’ αυτό το σχολείο έκαμε μακροχρόνιες σπουδές ο παραλυτικός. Έτσι βγήκε ετοιμασμένος καθ’ όλα στην αιώνια ζωή, όπου τον σήκωσε και τον εισήγαγε ο Σωτήρ.
Δεν είναι κάθε αρρώστια, που μπορεί κανείς να πάθει, πάντα αποτέλεσμα της αμαρτίας του. Ούτε ακόμη είναι οπωσδήποτε συνέπεια αμαρτιών των γονέων του ή των προγόνων του, κατά το προφητικό «οι πατέρες έφαγαν αγουρίδες και μούδιασαν τα δόντια των παιδιών». Υπάρχουν κι αρρώστιες που ο Θεός επιτρέπει να έρχονται μονάχα για να δοξασθεί το όνομα του. Παράδειγμα, ένας άλλος ευεργετημένος από τον Ιησού, ο τυφλός από γέννα, για τον οποίο ρώτησαν τον Κύριο οι μαθητές: Τις ήμαρτεν, ούτος ή οι γονείς αυτού, ίνα τυφλός γεννηθή; Κι ο Κύριος τους αποκρίθηκε: Ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού αλλ’ ίνα φανερωθούν τα έργα του Θεού εν αυτώ.
Όποια, όμως, κι αν είναι η αιτία που προκαλεί μιαν αρρώστια, ο Θεός ξέρει να χρησιμοποιεί αυτή την αρρώστια για το καλό του ανθρώπου, βγάζοντας από το πικρό γλυκύ, κάνοντάς την σχολείο μετάνοιας, θύρα αναγεννήσεως, βοηθό και συντελέστρια της τελειότητας. Γι ‘αυτό τον τελευταίο λόγο τη χρειάστηκε ακόμη και σε μεγάλους αγίους του, για να τους ασφαλίσει από τον Εωσφόρο και να τους κάνει να γίνονται καλύτεροι ολοένα. Παράδειγμα ο μεγάλος Παύλος, που καθώς ο ίδιος αναφέρει, του είχε δοθεί κάποιος σκόλοψ στη σάρκα και του κατά πάσα πιθανότητα δεν ήταν παρά μια αρρώστια.
Αν, λοιπόν, ένας Παύλος είχε ανάγκη από τέτοιο τρόπο σωτηρίας, πόσο πιο μεγάλη έχουν οι αμαρτωλοί, που αλλιώς δεν θα μετάνιωναν ή οι χλιαροί πιστοί, που αλλιώς δεν θα ανένηφαν και δεν θα γίνονταν θερμοί;
Ο Θεός, αγαπητοί αδελφοί, δεν είναι τιμωρός. Είναι πατέρας που θέλει το καλό μας. Και λοιπόν, οι θλίψεις που επιτρέπει να μας βρίσκουν – κι ανάμεσα τους οι αρρώστιες – δεν χρησιμοποιούνται από τη σοφία του παρά για τη σωτηρία μας, για το αιώνιο καλό μας.
Λέγει κάπου ο όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος: «Οι σπόροι, όταν πέσουν στη γη, τραβούν χίλια πάθη κατά τη διάρκεια του χειμώνος, ώσπου να φυτρώσουν την άνοιξη. Υποφέρουν κρύο, βροχές κι ένα σωρό άλλα. Το ίδιο συμβαίνει και με τον άνθρωπο σ’ αυτόν τον κόσμο. Είναι σαν ένας θαμμένος και ταλαιπωρούμενος σπόρος, που πρόκειται να φυτρώσει στην αιώνια άνοιξη της άλλης ζωής. Τότε μονάχα θα απαλλαγούμε οριστικά από κάθε θλίψη και πειρασμό».
Ο παραλυτικός, αδελφοί μου, σαν δέχτηκε την ευεργεσία του Κυρίου, απέδειξε με δυο πράγματα που αναφέρει ο ευαγγελιστής, ότι αναγεννήθηκε, ότι είχε πραγματικά γίνει και στην ψυχή κι όχι μόνο στο σώμα καλά.
Πήγε πρώτα στον Ναό, για να ευχαριστήσει τον Θεό. Κι όταν ο Ιησούς τον βρήκε εκεί και του φανερώθηκε, δεν αποσιώπησε τον ευεργέτη του, αλλά «απήλθε… και ανήγγειλε τοις Ιουδαίοις, ότι Ιησούς έστιν ο ποιήσας αυτόν υγιή».
Αγκάλιασε δηλαδή τις δυο μεγάλες και πρώτες εντολές και βάλθηκε να τις πραγματοποιεί: την αγάπη προς τον Θεό, η οποία δείχνεται με τον εκκλησιασμό. Και την αγάπη προς τον πλησίον, που δείχνεται με το να του προσφέρουμε όχι μόνο υλική βοήθεια, αλλά προ παντός τον ίδιο τον Κύριο.
Είθε και σε μας, αγαπητοί αδελφοί, κάθε θλίψη να προκαλεί το αγκάλιασμα αυτών των δυο εντολών και να το κάνει πιο σφοδρό και πιο θερμό”.
Γιώργος Σαββίδης –Μητρόπολης Πάφου
Πηγή: saint.gr – aktines.blogspot