H μαγική φωνή της Μαρίας Κάλλας ακούγεται να λέει «Με τέχνη κι έρωτα έζησα μόνο» και να ερμηνεύει με σπραραγμό την όπερα «Tosca» του Πουτσίνι. Αυτή η φράση χάραξε την πορεία ολόκληρης της ζωής της. (Φωτογραφίες και βίντεο στο τέλος του κειμένου).
Η μεγάλη «ντίβα» της όπερας, η «γυναίκα» που αποθεώθηκε, δοξάστηκε, αγαπήθηκε κι αγάπησε με πάθος, προδόθηκε και πόνεσε. Έζησε όλα όσα είχε ονειρευτεί κι ίσως ακόμη κι αυτά που ούτε θα μπορούσε να φανταστεί. Η καλλιτεχνική πορεία, ο γάμος με τον Μενεγκίνι, ο θυελλώδης και καρμικός έρωτας με τον Ωνάση.
H Καικιλία Σοφία Άννα Μαρία Καλογεροπούλου γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στη Νέα Υόρκη. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς οι γονείς της, Ευαγγελία Δημητριάδη (από την Κωνσταντινούπολη) και Γιώργος Καλογερόπουλος (από τo Nεωχόριο Ιθώμηςστό Μελιγαλά Μεσσηνίας), είχαν μεταναστεύσει στις Η.Π.Α. από την Αθήνα.
Εκεί ο πατέρας της ανοίγει φαρμακείο και το 1929 αλλάζει το οικογενειακό επώνυμο από Καλογερόπουλος σε Callas. Τρία χρόνια αργότερα η Μαρία ξεκινά τα πρώτα μαθήματα πιάνου μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή της Υακίνθη. Σε ηλικία 11 ετών έλαβε το πρώτο βραβείο ως “σολίστ” σε διαγωνισμό παιδικών φωνών που είχε διοργανώσει ο ραδιοφωνικός σταθμός της Νέας Υόρκης W.O.R.
Στις 3 Αυγούστου 1947 κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με τη “Τζοκόντα” του Αμιλκάρε Πονκιέλι. Παράλληλα γίνεται και η γνωριμία της με τον μουσικόφιλο Ιταλό βιομήχανο Τζοβάννι Μπατίστα Μενεγκίνι, με τον οποίο παντρεύονται στις 21 Απριλίου 1949.
Ο Μενεγκίνι έχοντας και ρόλο μάνατζερ άσκησε καταλυτική επιρροή στην καριέρα της Κάλλας, υποβάλλοντάς την σε δίαιτα με σκοπό να αποκτήσει καλύτερη εμφάνιση. Παρέχοντας της παράλληλα οικονομική κάλυψη, το μόνο που θα την απασχολούσε ήταν η καριέρα της.
Διαγράφει μια μεγάλη καλλιτεχνική πορεία, απολαμβάνοντας παγκόσμια αναγνώριση, ως κορυφαία υψίφωνος και ντίβα της όπερας.Η τελευταία της εμφάνιση έγινε στην πόλη Σαππόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
Στις 5 Αυγούστου 1957 εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Δύο μήνες πριν είχε γνωρίσει τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου Έλσα Μαξγουελ. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πλέον συζητημένες σχέσεις στην ιστορία.
«Ήμουν τόσο καιρό», γράφει η ίδια η Κάλλας, «κλεισμένη στο κλουβί ώστε, τη μέρα που συνάντησα τον Ωνάση και τους φίλους του, γεμάτους χάρη και ζωή, ένιωσα διαφορετική γυναίκα. Ζώντας με έναν άντρα πολύ πιο ηλικιωμένο από μένα, είχα πάθει κατάθλιψη κι είχα γεράσει πριν από την ώρα μου. Ευημερούσα με τον Μπατίστα και δεν είχα άλλη σκέψη από τα χρήματα και την κοινωνική θέση μας. Σήμερα είμαι επιτέλους φυσιολογική γυναίκα, ευτυχισμένη».
Ζουν ένα θυελλώδη έρωτα, σχεδόν καρμικό. Δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι κάποια μέρα δεν θα είναι μαζί. Όμως ο εκρηκτικός χαρακτήρας της Κάλλας και η ζήλια της δεν μπόρεσαν να κρατήσουν κοντά της τον Ωνάση.
Όταν εκείνος ταξίδευε για δουλειά συνήθιζε να του λέει: «Αν με αφήσεις εδώ μόνη δεν θα είμαι εδώ όταν επιστρέψεις. Θα το μετανιώσεις». Και όταν εκείνος επέστρεφε της έλεγε: «Είδες, αγάπη μου; Επέστρεψα πάλι κοντά σου. Είσαι η μόνη γυναίκα που αγαπώ».
Στο κινηματογραφικό ντοκυμαντέρ “Απόλυτη Κάλλας” του Γάλλου σκηνοθέτη Φιλίπ Κολί, βασισμένο σε ιστορικά αρχεία, αποκαλύπτεται μια μυστική πτυχή της ζωής της μεγάλης “ντίβας”. Η Μαρία Κάλλας στις 30 Μαρτίου του 1960 γέννησε ένα αγόρι το οποίο ήταν ήδη νεκρό και φέρεται ότι ήταν καρπός του έρωτά της με τον Αριστοτέλη Ωνάση.
Ο Κολί ισχυρίζεται ότι επαλήθευσε το ατυχές αυτό γεγονός με πιστοποιητικό γέννησης, στο οποίο αναφέρεται μεν το όνομα Όμηρος, αλλά με επίθετο “μη αναγνώσιμο”. Επίσης ισχυρίζεται ότι κατέχει φωτογραφίες από το νεκροταφείο Μπρέσο του Μιλάνου όπου, κατά τους ισχυρισμούς του, θάφτηκε το νεογέννητο υπό “άκρα μυστικότητα”.
Στα 1966 η Κάλλας παίρνει την ελληνική υπηκοότητα και παραιτείται της Αμερικανικής. Με αυτή της την ενέργεια λύεται και τυπικά ο γάμος της με τον Μενεγκίνι.
Χωρίς να υπάρχει πλέον κανένα εμπόδιο έχει την ελπίδα ότι ο Αριστοτέλης Ωνάσης θα της ζητήσει να παντρευτούν. Η πολυπόθητη πρόταση όμως δεν έρχεται ποτέ μια και στις 8 Ιουλίου 1968 ο Έλληνας μεγιστάνας παντρεύεται τη χήρα του Αμερικανού Προέδρου Κέννεντυ, Τζάκυ.
Ο γάμος του Ωνάση με τη Τζάκι Κένεντι, ήταν μια πράξη επιδειξομανίας από την πλευρά του και ημέρα ταπείνωσης και θλίψης, για την Μαρία, η οποία βυθίζεται σε κατάθλιψη.
Την πρώτη εβδομάδα του γάμου του με την Τζάκυ και ενώ βρίσκονταν στο Παρίσι πήγε να συναντήσει την Κάλλας, αφού τα διαμερίσματα τους τα χώριζε ένας τοίχος. Την θεωρούσε ένα κομμάτι του εαυτού του. Και παρόλα τα προβλήματα στην πραγματικότητα δεν χώρισαν ποτέ.
Το 1975 θα δοκιμαστεί η ήδη βεβαρημένη της ψυχολογία. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης, ο άντρας που την αγάπησε δυνατά και την πρόδωσε ανεπανόρθωτα, πεθαίνει μετά από επέμβαση στη χοληδόχο κύστη. Η Κάλλας απομονώνεται οριστικά στο διαμέρισμά της στο Παρίσι.
Η ίδια έμοιαζε να έχει ξεχάσει όλες τις επιτυχίες, τις στιγμές ευτυχίας ή αποθέωσης. Ένιωθε ευάλωτη, ανασφαλής και φοβισμένη, χωρίς ελπίδα για το μέλλον. Άφησε τον εαυτό της να εθισθεί στη χρήση διαφόρων φαρμάκων, τα οποία λέγεται πως πιθανόν συνέβαλαν στον ξαφνικό της θάνατο.
Η ίδια η Μαρία Κάλλας εκμυστηρεύεται στην τελευταία της συνέντευξη: «Είναι πολύ παράξενο συναίσθημα να είμαι ζωντανός μύθος, ενώ βρίσκομαι ακόμη στη γη. Ίσως θα ήταν καλύτερο αν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που θαυμάζουν τη φωνή μου, αποφάσιζαν να με θεωρούν αθάνατη μετά το θάνατό μου. Αν γινόταν αυτό θα καθόμουν πάνω σε κάποιο σύννεφο, θα κοίταζα κάτω και θα απολάμβανα το θέαμα αντί να κάθομαι και να ανησυχώ αν θα καταφέρω να βγάλω τις ψηλές μου νότες».
Η Μαρία Κάλλας άφησε την τελευταία της πνοή, στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι. Αιτία θανάτου, από υπερβολική χρήση βαρβιτουρικών. Τo 2010, όμως ιταλική έρευνα, ανατρέπει την άποψη αυτή. Όπως είπαν οι Ιταλοί επιστήμονες, η τραγουδίστρια υπέφερε από δερματομυοσίτιδα, μία εκφυλιστική νόσο που φθείρει τους μυς και τους ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του λάρυγγα.
Η θεραπεία για τη δερματομυοσίτιδα βασίζεται σε κορτιζονούχα και ανοσοκατασταλτικά σκευάσματα, τα οποία είναι πιθανό να επιφέρουν σταδιακά καρδιακή ανεπάρκεια.
Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου και, αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο.
Η Μαρία Κάλλας κατάφερε να παραμείνει ένας «ζωντανός μύθος» και «αθάνατη μετά θάνατον», όπως επιθυμούσε.
Πέρασε στην αιωνιότητα…
Ζαμπετάκη Ε. Pontos-News.Gr