Επιστημονικό συνέδριο με θέμα «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των προσφύγων»
Το επιστημονικό συνέδριο, με θέμα «Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσα των προσφύγων», δεν έχει επετειακό χαρακτήρα, καθώς μέσα από αυτό αναδεικνύεται η κοινωνική ζωή, η οικονομία, ο πολιτισμός και η καθημερινότητα της πόλης στη ροή του χρόνου», τόνισε ο δήμαρχος Καλαμαριάς, Θεοδόσης Μπακογλίδης, κηρύσσοντας το βράδυ τις 23ης Νοεμβρίου την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου που διοργανώνει το Ιστορικό Αρχείο Προσφυγικού Ελληνισμού, (ΙΑΠΕ).
«Εκατό χρόνια μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, καλούμαστε να αποτιμήσουμε την πορεία της, το ρόλο που διαδραμάτισε στη διάρκεια του αιώνα, αλλά και το τι πόλη ονειρευόμαστε για τα επόμενα χρόνια» είπε χαρακτηριστικά ο δήμαρχος.
«Στις μέρες μας”, όπως τόνισε ο κ. Μπακογλίδης, “το συνέδριο αποκτά και ένα ιδιαίτερο πολιτικό ενδιαφέρον, ένα μάθημα ζωής για το πώς διαμορφώνεται η καθημερινότητά μας, μέσα από τη σύνθεση της διαφορετικότητας και την ανάδειξη των θετικών στοιχείων, που μπολιάζουν τον πολιτισμό ενός τόπου».
Η διοργάνωση του συνεδρίου, στο οποίο συμμετέχουν 57 επιστήμονες από πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα της Ελλάδας και του εξωτερικού (Μ. Βρετανία, Γαλλία, Βέλγιο, Η.Π.Α., Τουρκία, Σερβία), φιλοξενείται στην Καλαμαριά.
Γνωστή και ως μάνα υποδοχής των προσφύγων, είναι ο πρώτος τόπος που υποδέχτηκε πρόσφυγες από τον Πόντο και τον Καύκασο, πριν ακόμα από το 1912, σύμφωνα με έγκυρες ιστορικές πηγές. Γι΄ αυτό και δεν ήταν τυχαία η δημιουργία του ΙΑΠΕ στο δήμο αυτό, από το 1994, με στόχο τη συμβολή στη διατήρηση της μνήμης και την ανάδειξη της ιστορικής ταυτότητας του προσφυγικού Ελληνισμού, στο σύνολό του.
«Οι πρόσφυγες είναι οι κύριοι πρωταγωνιστές στην ιστορία της πόλης μας», τόνισε από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΙΑΠΕ, Σωτήρης Γεωργιάδης. «Το συνέδριο αποτιμά την πορεία τους, σε ένα αιώνα όπου τα αλλεπάλληλα και ετερόκλητα ρεύματα προσφύγων συνέβαλαν στην κοινωνία, διεύρυναν τα όρια της Ελληνικότητας».
Στο συνέδριο μεταφέρθηκαν μηνύματα του υπουργού Μακεδονίας-Θράκης, Θεόδωρου Καράογλου και του αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Σταύρου Καλαφάτη.
Στη συνέχεια, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου της Δυτικής Μακεδονίας, Κώστας Φωτιάδης, συγκίνησε τους παριστάμενους, με την ομιλία του «Τσόλ κ΄ έρημον Καράμπουρουν»: Καταραμένο και έρημο Καραμπουρνάκι», αναφερόμενος στο δράμα των Ελλήνων από τον Καύκασο και την εγκατάστασή τους στη Θεσσαλονίκη.
Ακολούθησε ομιλία του τούρκου,Σέφερ Γκιουβένκ, γενικού γραμματέα του Ιδρύματος Ανταλλαγέντων της Συμφωνίας της Λοζάνης (Foundation of Lausanne Treaty Emigrants».
Στο τέλος της επίσημης έναρξης του συνεδρίου, οι εργασίες του οποίου ολοκληρώνονται την Κυριακή, προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ «Twice a Stranger».
Ιδιαίτερη συγκίνηση προκάλεσε, χθες βράδυ στους συνέδρους, ο χαιρετισμός του Αλτσάν Γκιλμάζ, από την Άγκυρα. Ο ίδιος γεννήθηκε στην Τουρκία, δηλώνει, όμως, ως τόπο καταγωγής την Κιβωτό Γρεβενών.
«Εκεί γεννήθηκε ο πατέρας μου και οι γονείς του. Έφυγαν με την ανταλλαγή το 1924, για να πάνε στη δεύτερη πατρίδα. Πάντα είχαν πόνο, νοσταλγία για την πρώτη πατρίδα», αφηγήθηκε ο Αλτσάν Γκιλμάζ στα ελληνικά, έτσι όπως τα είχε μάθει από μικρός στο σπίτι. Και συνέχισε: «Δύσκολος ο δρόμος, για να πάνε στη Θεσσαλονίκη. Έμεναν εκεί πολλές μέρες, στα τσαντίρια. Μετά με το παπόρι πήγαν στη Σμύρνη. Τρεις μέρες και τρεις νύχτες παγαίνανε. Όσοι πέθαναν τους πετούσαν στη θάλασσα».
Μετά από περιπλανήσεις, η οικογένειά του επέλεξε να εγκατασταθεί στη Νίγδη της Καππαδοκίας, μαζί με άλλες 71 φαμίλιες.
Στο σπίτι μιλούσαν μόνο ελληνικά και όταν πήγε σχολείο ο μικρός Αλτσάν, τα παιδιά τον κοροϊδεύανε, καθώς δεν ήξερε ούτε λέξη τουρκική. Μετά το σχολείο πήγε στην Άγκυρα, για σπουδές, έκανε τη δική του οικογένεια, η νοσταλγία όμως για την πρώτη πατρίδα, την οποία γνώριζε μόνο μέσα από τις αφηγήσεις των δικών του, έμενε άσβεστη.
Το 2001 αποφάσισε να πάει τους γονείς του να δούνε το χωριό τους στα Γρεβενά. Η Κιβωτός δεν ήταν όπως παλιά, βρήκαν όμως το μέρος όπου έμεναν. Το σπίτι δεν υπήρχε, το είχαν κάψει οι Γερμανοί στην Κατοχή. Βρήκαν και το πηγάδι, όπου είχε πέσει μικρός ο πατέρας του. Έκλεγε ο γέροντας, με δάκρια χαράς, με τις θύμισες να αναβλύζουν, η μία μετά την άλλη, μετά από 77 ολόκληρα χρόνια.
Όταν έφυγαν από τη Κιβωτό, πήρε μαζί του χώμα, δέκα ψωμιά και τρία κιλά ελιές. Τα μοίραζε στην Τουρκία και έλεγε «τα έφερα από την πατρίδα».
Ο Αλτσάν Γκιλμάζ, συνταξιούχος σήμερα, έρχεται κάθε χρόνο στην Ελλάδα. Ο πατέρας τους «άφησε», τον περασμένο Αύγουστο, σε ηλικία 92 ετών, χαρούμενος ότι είχε δει τον τόπο που γεννήθηκε.
«Ο μπαμπάς μου πατρίδα την έλεγε. Και εγώ πατρίδα τη λέγω», κατέληξε ο Αλτσάν Γκιλμάζ, για να αποσπάσει τα χειροκροτήματα όλων των παρισταμένων.
Γράφει η Δ. Ριμπά
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ