Τι είναι η ήττα; Τίποτα περισσότερο από ένα αποτέλεσμα: ένα αποτέλεσμα που προκύπτει στα σπορ, αλλά και στην ίδια τη ζωή μας κάθε φορά που έχουμε μπροστά μας μια αναμέτρηση. Μπορεί να χάσεις στη δουλειά και στην αγάπη ή στο τζόγο, αν τολμάς. Μπορεί να χάσεις φίλους, ευκαιρίες, μέρες και ώρες επιχειρώντας πράγματα απίθανα. Μπορεί να χάσεις εκτίμηση ή κύρος, εξουσίες ή αρμοδιότητες. Και; Οποιος ποτέ του νόμιζε πως θα κερδίζει πάντα καλά στα μυαλά του δεν είναι: η ζωή είναι ένα αλισβερίσι στιγμών και αισθημάτων, πράξεων και παραλήψεων, χαράς και πόνου. Η ήττα είναι απαραίτητη στη ζωή όσο και στα σπορ, γιατί τελικά, όσο αφόρητη και να μοιάζει, κινεί την ιστορία. Και γιατί πρέπει να σε κάνει και καλύτερο.
Αυτή την εβδομάδα ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός έχουν μπροστά τους δυο δύσκολα ματς και ένα κοινό φόβο: το φόβο της ήττας. Και οι δυο πριν τα παιγνίδια αρχίσουν, χωρίς απέναντι στην Αρσεναλ και στην Τότεναμ να είναι φαβορί, μοιάζουν να σκέφτονται περισσότερο το τι θα συμβεί αν το πράγμα πάει στραβά, παρά το πώς θα παίξουν. Εξού και οι πληροφορίες για «κουμπώματα», «ταμπούρια», κλειστά ματς και άλλα τέτοια: όταν τα ακούτε να είσαστε βέβαιοι πως αυτό που προεξοφλείτε είναι η αποτυχία και η κύρια στόχευση είναι η διαχείρισή της. Μόνο που αν φοβάσαι την ήττα είναι πολύ δύσκολο να τη γλυτώσεις και κατ επέκταση αρκετά απίθανο να την διαχειριστείς και σωστά, δηλαδή να την αναλύσεις και να την μεταβάλεις από πικρό αποτέλεσμα σε αιτία προόδου. Κάποτε ο Αρίγκο Σάκι είχε πει ότι «η νίκη θέλει σύνεση και η ήττα κουλτούρα». Εννοούσε ότι ως αποτέλεσμα η ήττα πρέπει να σε οδηγεί σε σκέψη ώστε να παρουσιαστείς την επόμενη φορά πιο διαβασμένος, πιο σοφός. Οι εχθροί του είπαν ότι «η κουλτούρα της ήττας είναι απόδειξη ηττοπάθειας»: είχαν άδικο. Ο μεγάλος Αρίγκο είχε πει απλά ότι από τις ήττες, αντί να απογοητεύεσαι, πρέπει να μαθαίνεις.
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα υπάρχει ένας τρόμος μπροστά στην ήττα και αυτό η κρίση το επέτεινε – δεν αναφέρομαι στο ποδόσφαιρο, μιλάω πιο γενικά. Οι πολιτικοί μας μετά από τις ήττες τους το βάζουν στα πόδια, φοβούνται να σταθούν απέναντι σε αυτές με το θάρρος που χρειάζεται για να τις καταλάβουν. Στις τελευταίες εκλογές, στα δικά μου τα μάτια, είδα αποτελέσματα που ήταν ήττες όλων: κανενός ο λόγος δεν υπήρξε εξαιρετικά πειστικός ώστε να εξασφαλίσει μια αυτοδυναμία που το εκλογικό σύστημα απαιτεί κι αν αυτό συνέβη είναι γιατί κανένας από τους πολιτικούς σχηματισμούς δεν είχε το κουράγιο να αναλύσει τη χρεοκοπία, δηλαδή το αποτέλεσμα της μεταπολιτευτικής μας λογικής που ήττα είναι. Αδυνατώντας να βρεθεί τρόπος διαχείρισης της ύφεσης (που στα οικονομικά είναι το συνώνυμο της ήττας) έμειναν όλοι στο απέραντο πολιτικό κενό, αγχωμένοι να μαϊμουδίζουν λογικές της δεκαετίας του 80 ή να υπόσχονται πως το σκορ ανατρέπεται: κούνια που μας κούναγε! Ετσι εκατό και κάτι μέρες μετά τις εκλογές η ήττα παραμένει μπροστά μας: επιβλητική και γιγάντια. Πώς να την διαχειριστείς όταν φοβάσαι να την παραδεχτείς, όταν καμωνόσουν τάχα πως θα τη γλυτώσεις; Και πώς να βρεις την απαραίτητη σοφία, όταν την αντιμετωπίζεις χωρίς να κατανοείς πως για να την ξεπεράσεις, πρέπει να παίξεις καλύτερα;
Μας μάθανε να φοβόμαστε την πιθανότητα της ήττας ώστε να μας καταπλακώνει η πιθανότητα περισσότερο και από την ήττα την ίδια. Φοβόμαστε ότι οι επαγγελματικές μας επιλογές είναι κακές και θα μας οδηγήσουν σε ήττες, δηλαδή σε αδιέξοδα γιατί πολλές από αυτές τις έκαναν οι γονείς μας για χάρη μας. Φοβόμαστε το μέλλον των παιδιών μας και θέλουμε να είμαστε εμείς που θα διαλέξουμε τις νίκες τους, αντί να τους δείξουμε ότι μετράει το να παίζεις σωστά. Φοβόμαστε τους έρωτές μας και το που θα μας βγάλουν γιατί οι πιο πολλοί είναι κτητικοί – μικρές αποδείξεις μιας νίκης που μοιάζει αρχιά θεαματική πριν καταλήξει συχνά χωρίς αντίκρισμα. Κι όμως και στη δουλειά και στον έρωτα και στις σχέσεις οι αναμνήσεις των ηττών μας είναι που μας γεμίζουν συνήθως δύναμη ώστε να βλέπουμε στην πραγματική του διάσταση αυτό που ακολουθεί: η ήττα γεννάει συμπόνια, μνήμες, σοφία – να η κουλτούρα που ο Σάκι τόσο ωραία περιέγραψε. Κανονικά τίποτα δεν πρέπει να είναι ίδιο μετά από μια ήττα γιατί μια ήττα, ακόμα και η χειρότερη, με τον καιρό πρέπει να σε σκληρύνει και να σε δυναμώσει, τόσο ώστε να μπορείς να ξαναχάσεις. Γιατί αυτό δεν γίνεται να το γλυτώσεις – μπορεί μόνο ο καλός μαζί σου χρόνος να το καθυστερήσει, αλλά θα το ξαναβρείς μπροστά σου. Κανείς δε γλύτωσε από ήττες – ο σκοπός είναι να τις έχει εκμεταλλευτεί και να τις θεωρεί πλέον χρήσιμες.
Με τον καιρό μας βάλανε στο κεφάλι διάφορα που δεν ήταν ποτέ δικά μας. «Ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος ο πρώτος από τους τελευταίους». «Η ιστορία γράφει μόνο το νικητή». «Κάθε ήττα είναι ένας μικρός θάνατος». Δεν ξέρω ούτε καν ποιος τις έχει πει αυτές τις μπούρδες. Στο δικό μας ελληνικό μυαλουδάκι κάποτε καταλαβαίναμε τη χαρά της συμμετοχής και γνωρίζαμε πως κάθε αποτέλεσμα (όσο τεράστιο ή πικρό κι αν ήταν) δεν αποτελούσε τίποτα παραπάνω από ένα ενδεχόμενο – ένα μικρό επεισόδιο στο ταξίδι του χρόνου της ζωής μας. Δεν ήταν η νίκη και η ήττα το πρόβλημά μας, αλλά η αναζήτηση μιας ευτυχίας στην οποία ο καθένας έδινε το δικό του περιεχόμενο: οι Ελληνες έφτιαχναν Θεούς – σιγά μην είχαν πρόβλημα με τις ήττες. Στη δική μας ιστορία, πριν την εισβολή του life style της απόλυτης αγίας καθολικής επιτυχίας, η ήττα γεννούσε δύναμη: πως διάβολο φτάσαμε να την τρέμουμε δεν το θυμάμαι – απλά βλέπω τις συνέπειες.
Πέρυσι ο Ολυμπιακός έχασε στο Εμιρετς με ένα τρόπο που όλοι θυμούνται. Ο ανεμοστρόβιλος της Αρσεναλ τον χτύπησε στα πρώτα λεπτά όταν το σκορ θα μπορούσε να πάρει διαστάσεις. Μετά όμως, μέσα στην δίνη της ήττας, η ομάδα σήκωσε κεφάλι, ζωντάνεψε, πάλεψε, σταμάτησε να φοβάται. Κι όταν τελικά έχασε το ματς, είχε κερδίσει αξιοπρέπεια, πίστη, εμπιστοσύνη στις δυνατότητές της. Η ήττα δεν είναι παρά ένα αποτέλεσμα που παράγει αποτελέσματα: τα καλά αποτελέσματα της κάθε ήττας αλλάζουν τη ροή των πραγμάτων – οι νίκες είναι σχεδόν πάντα βαρετές επιβεβαιώσεις ικανοτήτων που φθείρονται. Στις ήττες ο χρόνος παγώνει κι αφήνει σημάδια – αυτά τα σημάδια είναι η απόδειξη πως κάτι σημαντικό έχει συμβεί…
Πηγή: sport.gr